Νέες βολές κατά του Άκη Τσοχατζόπουλου εξαπέλυσε ο εξάδελφός του, Νίκος Ζήγρας, ο οποίος κλείνοντας μάλιστα την τοποθέτησή του κάλεσε τον πρώην υπουργό Εθνικής Άμυνας να ομολογήσει και να ζητήσει συγγνώμη από τον κόσμο.

«Όπως αποδείχθηκε, ο μόνος που τον προστάτευα ήμουν εγώ από αγάπη και από αγάπη θέλω να τον προστατεύσω και τώρα, γιατί δεν είμαι εγώ ο εχθρός του αλλά αυτός που τα δημιούργησε όλα, πριν από 14 χρόνια, όταν η καινούργια του οικογένεια γλεντούσε με τα αμαρτωλά χρήματα, εγώ πέθαινα, όταν στον γάμο του είδα τα χρυσά και τα βιολιά και ο αδελφός της Βίκυς Σταμάτη μού είπε να φύγω, εγώ τα βρόντηξα όλα και έφυγα. Στο σπίτι στην Ακρόπολη, που τον κατέστρεψε, δεν πάτησα ούτε μία φορά. Σήμερα με όλη την αγάπη που έχω σε εσένα, ομολόγησε και ζήτησε συγγνώμη από τον κόσμο, μεγάλοι άνδρες είμαστε…» είπε ο Νίκος Ζήγρας.

Λίγο νωρίτερα πάντως, είχε χρησιμοποιήσει άλλη γλώσσα μιλώντας για τον πρώην υπουργό λέγοντας ότι «ο άνθρωπος είναι αλλού, δεν ξέρει πού βρίσκεται, ο κ. Τσοχατζόπουλος μέσω εμού έδωσε την εντολή στην ΤΟΡΚΑΣΟ για τα ακίνητα».

Ο Ν. Ζήγρας, ο οποίος συνέδεσε ευθέως για άλλη μια φορά τον Άκη Τσοχατζόπουλο με τις offshore εταιρείες, υποστήριξε πως «η δίκη αυτή ξεκίνησε με έναν ένοχο και 17 αθώους και προφανώς τελειώνει με ένα αρχιλαμόγιο, εμένα και άλλους 17 που δεν ξέρουν τίποτα».

Πρόεδρος: «Αισθάνεστε τύψεις; Ή τα λέτε για να συγκινήσετε το δικαστήριο ότι έχετε μεταμεληθεί;»
Ν. Ζήγρας: «Ήθελα να βγάλω ένα βάρος από πάνω μου, γιατί δεν άντεχα, τα είπα στον ανακριτή και στον εισαγγελέα και θέλω να απευθυνθώ στον αγαπητό μου ξάδελφο».

Πρόεδρος: «Τώρα, πάντως, δεν σας είναι και τόσο αγαπητός, τον αγαπούσατε παλιά, τώρα βλέπω ότι ο ένας προσπαθεί να βγάλει το μάτι του άλλου».

Εν τω μεταξύ, ο Γιώργος Σαχπατζίδης απευθυνόμενος στους δικαστές τόνισε: «Μετά τα λεγόμενα του κ. Τσοχατζόπουλου διαπίστωσα πως ο καθένας μπορεί να λέει ό,τι θέλει, αλλά και πως μπορεί να γράφει και ό,τι θέλει, αμφισβητείτε τα γραφόμενά του».

Από την άλλη πλευρά, η Βίκυ Σταμάτη, γλαφυρά και μη συγκρατώντας τα δάκρυά της, ζήτησε από το δικαστήριο να της επιτρέψει να είναι κοντά στο παιδί της, στον ανήλικο γιο της, που την περιμένει με αγωνία να τον γράψει στη δευτέρα δημοτικού. «Ο γιος μου, ο ήρωάς μου», όπως χαρακτήρισε το παιδί της, της λέει, όπως ανέφερε, ότι «τα υπόλοιπα παιδάκια στο σχολείο θα έχουν την αγαπημένη μανούλα».

Εμφανίστηκε βέβαιη πως το δικαστήριο έχει πειστεί για την αθωότητά της, κρατώντας για τον εαυτό της μέχρι τέλους αποκλειστικά και μόνο τον ρόλο της συζύγου και μητέρας.

Σύμφωνα με τη Β. Σταμάτη, «η σύζυγος δεν μπορεί να γνωρίζει την προέλευση των χρημάτων που φέρνει ο άνδρας της, οποιαδήποτε και αν καλέσουμε και τη ρωτήσουμε αν γνωρίζει για τα χρήματα που λαμβάνει από τον σύζυγό της δεν θα μπορούσε να μας πει». Όταν όμως ο εισαγγελέας παρατήρησε πως η άποψή της είναι μάλλον παρωχημένη και ανταποκρίνεται περισσότερο στη δεκαετία του ’60, χρησιμοποιώντας μάλιστα το παράδειγμα ενός ζευγαριού δημοσίων υπαλλήλων όπου ξαφνικά ο σύζυγος φέρνει στο σπίτι ένα πανάκριβο ρολόι και αν αυτό θα έπρεπε να παραξενέψει τη σύζυγό του, η Βίκυ Σταμάτη απάντησε «εγώ δεν γνώρισα έναν δημόσιο υπάλληλο, γνώρισα έναν άνδρα αρκετά μεγαλύτερό μου, έχω την ίδια ηλικία με την κόρη του και ο πατέρας μου έχει την ίδια ηλικία με τον άνδρα μου. Και στο σπίτι μου δεν υπάρχει ρολόι αξίας εκατομμυρίων, αν υπήρχε, θα είχε βρεθεί κατά την εισβολή των αστυνομικών».

Όσον αφορά στη δική της εμπλοκή, επανέλαβε το ερώτημα που είχε θέσει και στην απολογία της: «Ποιος άλλος λοιδορήθηκε και τιμωρήθηκε για κοινά αντικείμενα που όλοι διαθέτουμε στο σπίτι μας;».

Ο Γιάννης Σμπώκος ζήτησε από το δικαστήριο δίκαιη κρίση υποστηρίζοντας ότι στα χέρια των δικαστών είναι η τύχη η δική του και της οικογένειάς του. Αποδείχθηκε «ότι δεν διαχειρίστηκα και δεν εισέπραξα ούτε ένα ευρώ. Δεν υπάρχει κανένα ακίνητό μου που να έχει αμφισβητηθεί, δεν έχω καμία σχέση με εταιρείες».

Η δικηγόρος Μαρία Ταλίτα – Τσεκούρα απαντώντας στις αιχμές σε βάρος της από τη συγκατηγορούμενή της, Ευφροσύνη Λαμπροπούλου, είπε πως «κατ’ επανάληψη η λογίστρια έχει αλλάξει τις καταθέσεις της προσαρμοζόμενη στις εκάστοτε συνθήκες».