Ένα ζεστό καταφύγιο από το κρύο και τον χιονιά που έπληξε την πόλη, στάθηκε το υπνωτήριο αστέγων του δήμου Θεσσαλονίκης, φιλοξενώντας αυτές τις μέρες κάτω από τη στέγη του 80 ανθρώπους που βρίσκονταν στον δρόμο. «Πάλι καλά που είμαι εδώ», λένε οι άνθρωποι μου μένουν στο χώρο σκεπτόμενοι το χιόνι και το κρύο που επικρατούν έξω.
Το Υπνωτήριο Αστέγων, λειτουργεί εκτάκτως αυτές τις μέρες, λόγω του ψύχους και ανοίγει της πόρτες του ήδη από τις 5 το απόγευμα, προσφέροντας ζεστό βραδινό -αλλά και πρωινό κατά την αποχώρηση των ανθρώπων από τον χώρο- ζεστό μπάνιο, καθαρά ρούχα και άλλες υπηρεσίες. Πρόκειται για τον μοναδικό ξενώνα φιλοξενίας αστέγων στη Θεσσαλονίκη.
Δημιουργήθηκε τον Ιούλιο του 2013 από την Άρσις -Κοινωνική Οργάνωση Υποστήριξης Νέων σε συνεργασία με τον δήμο Θεσσαλονίκης- στο πλαίσιο του προγράμματος «Κοινωνικές Δομές Αντιμετώπισης της Φτώχειας». Ο χώρος παραχωρήθηκε από τη Φιλόπτωχο Αδελφότητα Αντρών στο δήμο Θεσσαλονίκης, ενώ η ανακαίνιση του και ο απαραίτητος εξοπλισμός χρηματοδοτήθηκαν από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Ο χώρος διαθέτει 8 δωμάτια (3 γυναικών και 5 ανδρών) που μπορούν να φιλοξενήσουν μέχρι και 70 άτομα, τα οποία εκτός τις βασικές τους ανάγκες λαμβάνουν ακόμα ψυχοκοινωνική υποστήριξη για την επίλυση διαφόρων προσωπικών προβλημάτων, ενώ οι διοικητικοί υπάλληλοι τους βοηθούν προκειμένου να βρουν εργασία, να οργανωθούν γραφειοκρατικά, να κλείσουν ραντεβού με γιατρούς κ.ά.
Οι μαρτυρίες
«Εδώ έχω έναν ύπνο, ένα ζεστό δωμάτιο, ένα πιάτο φαγητό, το μπάνιο μου», λέει ο Δημήτρης, που βρίσκεται ήδη 6 μήνες στο υπνωτήριο. Ο Δημήτρης είναι πρώην χρήστης και τώρα δηλώνει 4 μήνες καθαρός από ναρκωτικά και αλκοόλ.
«Πριν το υπνωτήριο ήμουν ένα μήνα έξω στο δρόμο. Είχα μαλώσει με την κοπέλα μου, η οποία ήταν επίσης χρήστης. Αλλά όλο αυτό μου έκανε καλό. Αυτή η πρώτη φορά που αναγκάστηκα να μείνω έξω, με έκανε να κόψω τα ναρκωτικά, γιατί δεν μου άρεσε αυτό που βίωνα. Δεν ήμουν συνηθισμένος και με ζόρισε», εξηγεί. Η ιστορία με τα ναρκωτικά ξεκίνησε γι’ αυτόν από πολύ μικρή ηλικία, όταν μόλις στα 13 του δοκίμασε το πρώτο του τσιγάρο με ουσίες.
«Από το χασίς, πας στην ηρωίνη και στην κόκα και μετά ξεκινάνε οι παρανομίες. Μετά οι δικοί σου παύουν να σε εμπιστεύονται, φεύγεις από το σπίτι. Όλα αυτά μου συνέβησαν. Όλη μου την περιουσία την έφαγα στην ηρωίνη», λέει χαρακτηριστικά. Τις πρώτες μέρες που μπήκε στο υπνωτήριο συνέχισε να πίνει, όπως αναφέρει τουλάχιστον τις ώρες που ήταν έξω. Ωστόσο με τον καιρό, εντάχθηκε στο πρόγραμμα ΠΠΑ για χρήστες και εθισμένους και τώρα δηλώνει με περηφάνια ότι είναι έτοιμος να προχωρήσει στη ζωή του.
«Ποτέ δεν είναι αργά. Είμαι σε μία πολύ καλή ηλικία. Θέλω να ζήσω λίγο καλά. Όχι πλούσια. Απλά, αλλά ωραία και όμορφα. Μακριά από τις χρήσεις, τις παρανομίες, από όλη αυτή τη μιζέρια», εξηγεί. Πλησιάζοντας στο τέλος του εξαμήνου διαμονής του στο υπνωτήριο, ο Δημήτρης διαπιστώνει ότι τα πράγματα είναι αρκετά δύσκολα όσον αφορά το θέμα της επανένταξης στην κοινωνία. Ο ίδιος όπως αναφέρει, κάνει κάποια μεροκάματα σε βάψιμο και φυλλάδια, όμως «δεν μπορείς να προχωρήσεις έτσι», δηλώνει και συμπληρώνει «το πρόγραμμα παρόλο που τελειώνει το διάστημα που μπορώ να μείνω, πιστεύω ότι δεν θα με πετάξει έξω, γιατί προσπαθώ δεν κάθομαι με σταυρωμένα χέρια». «Θέλω ο κόσμος να αγκαλιάσει όλους εμάς που βρισκόμαστε εδώ και να μας βοηθήσει», καταλήγει.
Στο υπνωτήριο μένει εδώ και σχεδόν ενάμιση μήνα και ο Σάββας. Ο ίδιος έμεινε άστεγος λόγω οικονομικής κρίσης και αφού πέρασε πέντε μήνες στο αυτοκίνητο ενός φίλου του, αποφάσισε να ψάξει κάτι καλύτερο, λόγω και του καιρού. Κατάγεται από τη Σερβία, από την οποία και αναγκάστηκε να φύγει μετά τον πόλεμο. Άφησε πίσω την οικογένεια του, έζησε κάποια χρόνια στην Νότιο Ιταλία, από όπου έφυγε και πάλι αναγκαστικά για να φτάσει στην Ελλάδα. Τα πρώτα χρόνια ήταν καλά, όπως εξηγεί. Όσο υπήρχε δουλειά, υπήρχε και στέγη. Ωστόσο, έμεινε άνεργος, αντιμετωπίζοντας μία ασθένεια και μη έχοντας πληρώσει το ενοίκιο του για ένα μήνα, ο σπιτονοικοκύρης του άλλαξε την κλειδαριά, αφήνοντας τον στον δρόμο. «Εδώ είναι καλά προς το παρόν. Αλλά κάθε ένας από εμάς σκέφτεται πώς να φύγει. Να έχει το δικό του σπίτι, να μπορεί να δει τηλεόραση όποτε θέλει, να μπορεί να βγει και γυρίσει όταν θέλει», αναφέρει. Σκεπτόμενος τη λήξη του προγράμματος ο Σάββας εξηγεί πως ήδη έχει κάνει κάποιες επαφές και υπάρχουν υποσχέσεις για δουλειά από το Μάρτιο και συμπληρώνει «Εδώ η κοινωνία λειτουργεί. Όταν βγαίνουμε έξω είμαστε μόνοι, στην εκμετάλλευση… Όταν πάμε για παράδειγμα και λέμε ότι είμαστε από το υπνωτήριο, οι άνθρωποι δεν θεωρούν ότι μπορούμε να δουλέψουμε», αναφέρει.
Η επανένταξη
Βασικός στόχος του υπνωτηρίου είναι η επανένταξη αυτών των ατόμων στην κοινωνία. «Η εμπειρία μου λέει ότι αν πραγματικά θέλουν βρίσκουν την άκρη. Μπορούν και να βρουν δουλειά και να επανενταχθούν», αναφέρει η Αργυρώ Αλεξόγλου, κοινωνική λειτουργός στο υπνωτήριο και συμπληρώνει:
«Για μένα επανένταξη δεν είναι απαραίτητα βρίσκω δουλειά και νοικιάζω σπίτι. Επανένταξη είναι να χτίσω καλύτερες σχέσεις με την οικογένεια μου και να βοηθηθώ εκεί».
Για τον δήμο Θεσσαλονίκης είναι πιο ουσιαστικό το θέμα της επανένταξης αυτών των ανθρώπων, παρά της προσωρινής τους στέγασης. Όπως αναφέρει η αντιδήμαρχος κοινωνικής πολιτικής και αλληλεγγύης, Καλυψώ Γούλα, το υπνωτήριο ως χώρος που περνάει κάποιος τη νύχτα και μετά θα φύγει, είναι αρκετός, ωστόσο χρειάζονται δομές που θα τους βοηθούν στην επόμενη μέρα. «Και εδώ γίνεται πολύ καλή δουλειά, αλλά για παράδειγμα σε αυτό τον χώρο μπορεί να έρθει κάποιος που έχει πάρει τη δόση του και ένας άλλος να είναι εντάξει. Δεν μπορείς να τα έχεις όλα μαζί σε μία δομή, γιατί δεν μπορείς να έχεις και τον πλήρη έλεγχο. Σε αυτές τις περιπτώσεις χρειάζονται καλύτερες παρεμβάσεις από την πολιτεία. Θεωρώ ότι τα αρμόδια υπουργεία πρέπει να ρίξουν το βάρος, στο να δημιουργήσουν προϋποθέσεις ένταξης αυτών των ανθρώπων και να χρηματοδοτήσουν τέτοιες διαδικασίες», εξηγεί η κ. Γούλα.
ΠΗΓΗ: Μακεδονία της Κυριακής