Ρεπορτάζ: Παναγιώτης Βλαχουτσάκος
Κάθε πρωί ξεκινά η φυσούνα των αστικών συγκοινωνιών από την Πλατεία Βάθη με προορισμό τις Αχαρνές. Οι χρήστες του κέντρου με 1,40 ευρώ φθάνουν εκεί όπου μέρα μεσημέρι και εν μέση οδώ προμηθεύονται την δόση τους. Άλλοι κάνουν λίγα βήματα προς το παρακείμενο εγκαταλελειμμένο σχολικό συγκρότημα. Άλλοι ξαναπαίρνουν το λεωφορείο του γυρισμού προς το κέντρο της πόλης.
Αυτή η εικόνα παρατηρείται κάθε ημέρα 365 ημέρες τον χρόνο. Κάτω από τα βλέμματα των κατοίκων, των τοπικών αρχών και βεβαίως της Αστυνομίας. Η Πολιτεία κλείνει τα μάτια ανήμπορη, υποκριτικά συμπεριφερόμενη, θέλει να ξεχνά το τι συμβαίνει, να αντιπαρέρχεται την ύπαρξη του άβατου, να κάνει ότι δεν αντιλαμβάνεται. Της αρκεί ότι οι «πιάτσες» απομακρύνονται από το κέντρο της πόλης, το πολύβουο. Δεν την ενδιαφέρει το εάν η «πιάτσα» σπάει σε πολλές πιάτσες στην πολεοδομική περιφέρεια του μητροπολιτικού συγκροτήματος.
Το ζήτημα είναι η ΕΙΚΟΝΑ. Το τι συμβαίνει παρά πίσω μπορεί να ενδιαφέρει την δημοσιογραφική έρευνα και κανέναν άλλον. Το βασίλειο της υποκρισίας.
Κάπως έτσι εδώ και δεκαετίες στήθηκε το αλισβερίσι. Το λένε και κύκλωμα της Μαφίας. Στην ουσία πρόκειται για σχέσεις μεταξύ περιθωριακών κοινωνικών ομάδων που σε μία διαχρονική πορεία με την ανοχή, αν όχι την συνενοχή τμημάτων της πολιτειακής δομής, αναλαμβάνουν τον ρόλο της συγκρότησης του δικτύου διακίνησης των ναρκωτικών, των όπλων, των λαθραίων τσιγάρων και βεβαίως της διακίνησης προσώπων. Την πορνεία δηλαδή σε όλες της τις εκδοχές.
Σε αυτό το δίκτυο που στην ουσία έχει σχήμα κακότεχνου τραπεζίου με τέσσερις κορυφές, το Μενίδι, το Ζεφύρι, τον Ασπρόπυργο και την Ελευσίνα κυριαρχούν δύο κοινωνικές – εθνοτικές ομάδες. Ρομά που στην πλειοψηφία τους ανήκουν στον μεγάλο κύκλο της ιδίας οικογένειας όπου δραστηριοποιούνται περί τα 2000 με 3000 άτομα και πρόσφυγες από τις χώρες του Καυκάσου κυρίως. Συχνά οι δύο ομάδες συνεργάζονται. Πολλές φορές συγκρούονται.
Πρόκειται για μία μικρογραφία της βαλκανικής εκδοχής των σχέσεων στον ιταλικό νότο μεταξύ της Μαφίας, της Ντραγκέτα και της Καμόρα. Κάθε Ιταλός του νότου δεν είναι μαφιόζος. Αλλά κάθε μαφιόζος στην Ιταλία κατάγεται από τον Νότο. Είναι προφανές πώς στην βαλκανική εκδοχή κάτι ανάλογο συμβαίνει πια και στον ελλαδικό χώρο.
Όμως όπως κάθε δίκτυο της Μαφίας που σέβεται το όνομα του, οι ντόπιοι της Αττικής διασφάλισαν διαχρονικά ένα καθεστώς ιδιότυπης ασυλίας. Είτε με τις διωκτικές αρχές, είτε με το δημόσιο σύστημα υγείας, είτε με την Δικαιοσύνη μέσω δικηγόρων. Όλα έχουν την τιμή τους. Όπως τα πλαστά χαρτιά από τα δημόσια νοσοκομεία, είτε το καθεστώς του πληροφοριοδότη με την ανάλογη ασυλία, είτε μέσω συνδιαλλαγής δικηγόρων με δικαστικούς λειτουργούς, είτε διότι υπάρχουν παντού και πάντα επίορκοι αστυνομικοί, είτε…είτε.
Οι βασικές δραστηριότητες και οι… «πλάτες»
Όπως προκύπτει από το ρεπορτάζ, οι κύριες δραστηριότητες των μελών αυτής της ιδιότυπης μαφίας που δρα στην ευρύτερη περιοχή των Αχαρνών είναι οι κλοπές και οι ληστείες, η διακίνηση και το εμπόριο ναρκωτικών, η πορνεία (ακόμη και ανήλικων κοριτσιών), το εμπόριο όπλων καθώς και το λαθρεμπόριο τσιγάρων.
Δραστηριότητες γνωστές τόσο στις αστυνομικές όσο και στις δικαστικές Αρχές αφού περισσότεροι από 1.000 Ρομά είναι, κατόπιν δικαστικών αποφάσεων, αναγκασμένοι να δίνουν κάθε μήνα το παρών στα τοπικά αστυνομικά τμήματα.
Πολλοί από αυτούς δεν καταλήγουν ποτέ στη φυλακή, είτε επειδή συνεργάζονται με τις Αρχές ως πληροφοριοδότες, είτε επειδή –περιέργως πως- εξασφαλίζουν ιατρικά έγγραφα που δηλώνουν ότι είναι εθισμένοι στις ουσίες, είτε επειδή κάποιοι εκ των δικηγόρων που αντιπροσωπεύουν εμπλεκόμενους σε ποινικές υποθέσεις έρχονται σε συνεννόηση με δικαστικούς λειτουργούς προκειμένου οι εντολείς τους να λάβουν ευνοϊκή μεταχείριση.
Γνωστό είναι άλλωστε πως κατά το παρελθόν έχει προκύψει πλειάδα περιπτώσεων που αστυνομικοί τοπικών τμημάτων διαπιστώθηκε πως διατηρούσαν ύποπτες σχέσεις με μέλη καταυλισμών και, στο πλαίσιο της συνεργασίας τους, τους ειδοποιούσαν όταν επρόκειτο να γίνει κάποιος αστυνομικός έλεγχος.
Ειδικότερα, το σύστημα προστασίας που έχει στηθεί τροφοδοτείται με τα χρηματικά ποσά που κερδίζουν από τις εγκληματικές δραστηριότητές. Ενδεικτική των υπόγειων συμφωνιών είναι η έρευνα που είχε γίνει για την περιοχή και την οικογένεια-αρχηγό που εδρεύει στο Μενίδι την περίοδο 2000 – 2005.
Τότε, όπως γράφει tovima, στην ΕΛ.ΑΣ. είχαν φτάσει πληροφορίες πως ιδιώτες δικηγορικών γραφείων επισκέπτονταν αρχηγούς ναρκοεμπόρων στον καταυλισμό των Ρομά και υποστήριζαν ότι διέθεταν προσβάσεις σε δύο-τρεις ανακριτές που χειρίζονταν υποθέσεις ναρκωτικών ώστε να αφήνονται ελεύθεροι με ταχύρρυθμες διαδικασίες.
Τότε μάλιστα είχε συνταχθεί έγγραφο κεντρικών υπηρεσιών της ΕΛ.ΑΣ. που ζητούσε από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου να εξετάσει τι «συνέβαινε με τις – εκτός κάθε λογικής – διαρκείς μη προφυλακίσεις ή αποφυλακίσεις Ρομά που εμπλέκονταν σε εκτεταμένο ναρκοεμπόριο».
Μάλιστα τότε υπήρχαν αναφορές ότι με χρήματα Ρομά αγοράζονταν μέχρι και νέα… έπιπλα σε γραφεία δικαστών.
Πρόκειται για την υπόθεση που οδήγησε αργότερα σε διώξεις σε βάρος λειτουργών της Δικαιοσύνης.
Παράλληλα, την ίδια περίοδο είχαν έρθει στο φως και στοιχεία που εμφάνιζαν γιατρούς μεγάλων νοσοκομείων να χαρακτηρίζουν εμπόρους ναρκωτικών χρήστες ή να υπογράφουν ότι έχουν άλλα προβλήματα υγείας, ενώ ακόμη και υψηλόβαθμα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. είχαν κατηγορηθεί ότι εξέδιδαν πιστοποιητικά πληροφοριοδοτών με μεγάλη άνεση.
Ιδιαίτερα αποκαλυπτική είναι και η δικογραφία που συντάχθηκε πρόσφατα και αφορά στους Ρομά που κατηγορούνταν για χιλιάδες κλοπές και διαρρήξεις κατεγράφησαν συζητήσεις μεταξύ κατηγορουμένων Ρομά που ανέφεραν ότι αστυνομικοί πήραν 10.000 ευρώ προκειμένου να κατηγορήσουν άλλους ποινικούς που είναι σε «αντίπαλη» συμμορία.
Οι… διακεκαυμένες ζώνες
Ακόμη και στην περίπτωση όμως που οι αστυνομικές Αρχές αποφασίσουν να επιχειρήσουν σε έναν από τους καταυλισμούς της περιοχής, οι διαδικασίες που πρέπει να ακολουθηθούν δεν θυμίζουν σε τίποτα τις γνωστές και προβλεπόμενες.
Όπως αναφέρουν στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. μιλώντας στο zougla.gr, για να επιχειρήσουν οι αστυνομικοί σε έναν καταυλισμό προκειμένου να συλλάβουν ένα άτομο πρέπει, λόγω επικινδυνότητας, να στηθεί ολόκληρη αστυνομική επιχείρηση με τη συνδρομή ομάδων ΔΙΑΣ και ΕΚΑΜ.
Όσον αφορά στις περιπολίες γύρω από την περιοχή, εμφανίζονται μειωμένες. Όπως αναφέρουν τα ίδια στελέχη, οι περιπολίες γίνονται από μία ομάδα ΟΠΚΕ και κάποιες ομάδες ΔΙΑΣ, την ώρα που το προσωπικό των τοπικών αστυνομικών υπηρεσιών δεν ξεπερνά τα 20 άτομα.
«Ακόμα και στις περιπολίες που γίνονται όμως υπάρχουν όρια. Υπάρχουν διακεκαυμένες ζώνες που δεν πρέπει να παραβιαστούν από τους αστυνομικούς. Αυτό συμβαίνει γιατί όταν στις περιοχές μπαίνουν αστυνομικοί αρχίζουν να ακούγονται εκφοβιστικοί πυροβολισμοί. Σε κάποιες περιπτώσεις είχαμε και τραυματισμούς ενστόλων. Εκτός από αυτό πολλοί είναι και οι αστυνομικοί οι οποίοι ενώ υπηρετούν στα τοπικά τμήματα μεταφέρονται από το αρχηγείο σε άλλες υπηρεσίες αφήνοντας την περιοχή γυμνή» υπογραμμίζουν μεταξύ άλλων.
Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι το τελευταίο διάστημα οι ομάδες που συγκροτούν αυτή την ιδιότυπη μαφία βρίσκονται σε φάση αντιπαλότητας. Σύμφωνα με πληροφορίες ο βίαιος θάνατος του 11χρονου μαθητή έδωσε την ευκαιρία σε ορισμένους να σκεφθούν ότι μπορεί να διεκδικήσουν μερίδα από την πίτα της παράνομης διακίνησης. Η διεκδίκηση αυτή παίρνει διάφορες διαστάσεις μία εκ των οποίων μπορεί να εξηγήσει την έξαρση πυρήνων βίας τα τελευταία 24ωρα.