Στην ανάγκη αλλαγής του νομικού πλαισίου σε υποθέσεις σεξουαλικής κακοποίησης, καθώς, όπως υπογράμμισε, η ισχύουσα «νομοθεσία λειτουργεί υπέρ του θύτη», στάθηκε η Σοφία Μπεκατώρου σε συνέντευξή της στον ANT1 και την εκπομπή «Ενώπιος Ενωπίω». «Πρέπει το θύμα να λειτουργήσει άμεσα. Πιστεύω ότι πρέπει να δοθεί μεγαλύτερο χρονικό διάστημα μέχρι να γίνονται οι παραγραφές. Το λένε και οι επιστήμονες ότι τα θύματα δεν μπορούν να μιλήσουν» τόνισε η ολυμπιονίκης της ιστιοπλοΐας.

Παράλληλα αναφέρθηκε στην υπόθεσή της και στον λόγο για τον οποίο αποφάσισε να μιλήσει και να καταγγείλει τη σεξουαλική κακοποίηση που υπέστη, τονίζοντας μεταξύ άλλων: «Άκουσα κάποια σχόλια από κάποιον πατέρα ότι αυτός ο άνθρωπος αποπλανεί παιδιά, όπου εκεί συνειδητοποίησα ότι συνεχίζει να κάνει τα ίδια και ένιωσα ότι είχα ευθύνη να μιλήσω».

Αναλυτικά:

– Για τις καταγγελίες που υπάρχουν και από άλλους αθλητές κατά της ΕΙΟ: «Δεν είμαστε μόνο εμείς. Διαχρονικά ξεκινώντας από τον Νίκο, το έχω αναφέρει εγώ, το έχει αναφέρει ο Μάντης με τον Καγιαλή, το έχει αναφέρει η Βασιλεία Καραχάλιου. Όλοι οι αθλητές οι οποίοι στην πορεία των χρόνων προχώρησαν και διακρίθηκαν είχαν σοβαρά προβλήματα με την Ομοσπονδία. Δεν ξέρω τι είναι αυτό που κάνει τους παράγοντες να έρχονται σε αντιπαράθεση με τους αθλητές. Η λογική μου λέει ότι ο επίσημος φορέας του κράτους οφείλει να στηρίζει τους αθλητές. Ούτε καν μπορώ να εξηγήσω για ποιον λόγο συνέβαινε αυτό».

– Για το γεγονός ότι μίλησε τώρα: «Καταλαβαίνεις ότι ήταν μια πολύ δύσκολη απόφαση, γιατί το τραύμα που είχα υποστεί ήταν βαθύ αλλά και είχα απωθήσει αυτό το συμβάν τόσο βαθιά μέσα που ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια δεν μπορούσα καν να το σκέφτομαι γιατί δεν θα μπορούσα να λειτουργήσω καθόλου. Προσπάθησα να αφοσιωθώ στο άθλημά μου, εφόσον δεν είχα αντιδράσει άμεσα – και να έβγαινα να μιλήσω δεν θα μπορούσα να το αποδείξω. Οπότε φοβόμουν κατά κάποιο τρόπο τις συνέπειες. Διαχρονικά υπήρχε ομερτά στην ιστιοπλοΐα. Όταν διαμαρτυρόμασταν υπήρχε μία συστηματική αποσιώπηση των γεγονότων, που σήμαινε ότι ποτέ δεν θα βρίσκαμε το δίκιο μας.

»Σε πολλές φάσεις υπήρξε αυτό το συναίσθημα της δυσφορίας που είχα και δεν μπορούσα να το διαχειριστώ. Άκουσα κάποια σχόλια από κάποιον πατέρα ότι αυτός ο άνθρωπος αποπλανεί παιδιά, όπου εκεί συνειδητοποίησα ότι συνεχίζει να κάνει τα ίδια και ένιωσα ότι είχα ευθύνη να μιλήσω. Με αφορμή την αγωγή που έγινε κατά του Νίκου Κακλαμανάκη, όλοι οι αθλητές μιλήσαμε, στηρίξαμε ο ένας τον άλλον και πήγαμε στη δικαιοσύνη».

– Για το προφίλ του ανθρώπου που έχει καταγγείλει και τον τρόπο με τον οποίο την πλησίασε: «Όταν ένας άνθρωπος έχει αναπτύξει μαζί σου μία σχέση εμπιστοσύνης, όταν βγαίνει αυτός ο άνθρωπος σαν από μηχανής θεός και προσπαθεί και όντως διευκολύνει και λύνει θέματα, τότε μπορείς να έχεις εμπιστοσύνη. Λέγαμε επιτέλους θα έχουμε κάποιον να βοηθήσει. Οι άνθρωποι που προβαίνουν σε αυτές τις ενέργειες είναι αυτοί που έχουν αποκτήσει ήδη μια οικειότητα με το θύμα».

– Για τη συμβουλή της σε ένα νέο κορίτσι: «Τώρα που γνωρίζω ακριβώς το νομικό κομμάτι της υπόθεσης, βλέπω ότι η νομοθεσία λειτουργεί υπέρ του θύτη. Για κακοποίηση 15 χρόνια εφόσον είσαι ενήλικος και τρεις μήνες για σεξουαλική αποπλάνηση. Πρέπει δηλαδή το θύμα να λειτουργήσει άμεσα. Πιστεύω ότι πρέπει να δοθεί μεγαλύτερο χρονικό διάστημα μέχρι να γίνονται οι παραγραφές. Το λένε και οι επιστήμονες ότι τα θύματα δεν μπορούν να μιλήσουν».

– Για τη συνάντηση που είχαν μετά το περιστατικό με τον καταγγελθέντα και αν της ζήτησε συγγνώμη: «Προσπάθησε να αρνηθεί ότι ήταν βιασμός. Δεν ζήτησε ποτέ συγγνώμη. Εμένα με ενδιαφέρει να μην κάνει ξανά κακό σε κανέναν. Να αποτρέψω τέτοιου είδους συμπεριφορές».

– Για το εάν μίλησε στα παιδιά της πριν αποφασίσει να προχωρήσει σε καταγγελία: «Πίστευα ότι θα πάρει το θέμα δημοσιότητα, αλλά δεν μπορούσα να φανταστώ το μέγεθος. Από την πρώτη στιγμή που μίλησα στον εισαγγελέα τον Νοέμβριο, προσπαθούσα να βρω έναν τρόπο να βγουν και άλλες αθλήτριες να μιλήσουν.

»Γι΄ αυτό μίλησα με τα παιδιά μου νωρίτερα. Ειδικά με τον γιο μου, που είναι στην προεφηβική ηλικία, στην αρχή η αντίδρασή του με στεναχώρησε. Μου είπε ότι θα γίνουμε ρεζίλι και δεν θα μπορώ να πηγαίνω σχολείο. Μετά σκέφτηκα ότι πρέπει να του μιλήσω. Του εξήγησα, εφόσον εγώ έχω υποστεί αυτή τη βία, δεν μπορώ να φοβάμαι. Με αυτή την κίνηση θα μπορέσω να αποτρέψω αντίστοιχες ενέργειες και να δώσω κουράγιο σε περισσότερες γυναίκες να μιλήσουν. Η δε κόρη μου κάποια στιγμή γύρισε και μου είπε ότι όταν μεγαλώσει δεν θα φοβάται πια».