«Στην Ελλάδα έχουμε αυτή τη στιγμή 100.000 μετανάστες που φιλοξενούνται σε δομές, διαμερίσματα ή ξενοδοχεία. Είναι πλέον το 1% του πληθυσμού, κατά συνέπεια είναι δεδομένο ότι θα έχουμε κρούσματα και στους μετανάστες που διαμένουν σε αυτές τις δομές» επισήμανε ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Νότης Μηταράκης, σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ, αναφερόμενος στα επιπλέον κρούσματα που εντοπίστηκαν στη δομή φιλοξενίας στη Ριτσώνα.
Ο κ. Μηταράκης αναφέρθηκε σε όλα τα μέτρα που έχουν παρθεί, καθώς με απόφασή του -και σε συνεργασία με τον υφυπουργό Πολιτικής Προστασίας και τον πρόεδρο του ΕΟΔΥ- τέθηκε το βράδυ της Τετάρτης σε καραντίνα όλη η δομή. Από το πρωί η Ελληνική Αστυνομία έχει αποκλείσει τη δομή και, όπως είπε ο υπουργός, «φροντίζουμε με κλιμάκιο του ΕΟΔΥ που βρίσκεται εκεί να διανεμηθούν τρόφιμα, να ενισχυθεί η ασφάλεια και περίμετρος, ώστε για τις επόμενες 14 ημέρες να μην υπάρχει καμία είσοδος ή καμία έξοδος από τη δομή». Επίσης τα πρόσωπα που έχουν ήδη εντοπιστεί ως κρούσματα «θα παρακολουθούνται ιατρικά εντός δομής και, αν κριθεί οτιδήποτε είναι απαραίτητο, θα γίνουν τα επόμενα βήματα».
Ο υπουργός Μετανάστευσης επανέλαβε ότι εφαρμόζονται όλα τα απαραίτητα μέτρα και στις δομές των νησιών, ενώ υπογράμμισε ότι «είμαστε έτοιμοι με ειδικό σχέδιο οπουδήποτε υπάρξουν κρούσματα να ενισχύσουμε την προστασία και τη φύλαξη».
Επίσης εξήγησε ότι παρέχονται μέσα προστασίας στους εργαζόμενους στις δομές «και έχουμε παραγγείλει πολύ περισσότερα που διανέμονται συστηματικά στις δομές». Το σημαντικότερο είναι, πρόσθεσε, «ότι έχουμε περιορίσει το προσωπικό που εργάζεται εκεί, για παράδειγμα τα γραφεία ασύλου έχουν κλείσει», ώστε να περιοριστεί «στο ελάχιστο η επαφή αυτών που εργάζονται στις δομές με αυτούς που διαμένουν, για την προστασία ειδικά αυτών που διαμένουν στις δομές».
Ο υπουργός Μετανάστευσης παρατήρησε εξάλλου ότι «με τον περιορισμό κυκλοφορίας απομονώνουμε τις δομές από την τοπική κοινωνία και ο κύκλος είναι και από τις δύο πλευρές: και από τη δομή να πάει στην τοπική κοινωνία και πιο πιθανό είναι από αυτούς που ταξιδεύουν και βρίσκονται εκτός δομής να το μεταφέρουν εντός δομής, γιατί δεν έχουμε νέες αφίξεις στη δομή».
Σχετικά με τα νησιά, ο κ. Μηταράκης επισήμανε: «Ζητήσαμε από τους δήμους τη βοήθειά τους για να υπάρξει ένας χώρος καραντίνας για τις νέες αφίξεις. Ζητήσαμε επίσης αν υπάρχουν ξενοδοχεία που μπορούν να μισθωθούν για να βγουν από τις δομές οι πιο ευάλωτοι. Πλην εξαιρέσεων, η συνεργασία της τοπικής αυτοδιοίκησης δεν ήταν αυτή που θα έπρεπε να είναι για την προστασία και των δομών, αλλά πιο σημαντικό γι’ αυτούς της δικής τους τοπικής κοινωνίας».
Ο κ. Μηταράκης υπογράμμισε εξάλλου ότι «δεν χρειάζεται ευθυνοφοβία και λαϊκισμός, χρειάζεται και οι τοπικές κοινωνίες, οι δήμοι να ανταποκριθούν σε μια δύσκολη κατάσταση. Το αναγνωρίζω ότι δεν είναι συνηθισμένα αυτά που ζούμε, αλλά η κυβέρνηση με αποφασιστικότητα και στο μεταναστευτικό και στο θέμα δημόσιας υγείας παίρνει ό,τι απαραίτητο μέτρο χρειάζεται για την προστασία του πληθυσμού».
Συμπλήρωσε, δε, ότι «τα προβλήματα δεν λύνονται με ψηφίσματα και αποφάσεις. Λύνονται με ουσιαστικές ενέργειες».
Τέλος, για την αποσυμφόρηση των νησιών, επισήμανε ότι οι 10.000 μετακινήσεις που είχαν προγραμματιστεί για το πρώτο τρίμηνο έχουν γίνει, με αποτέλεσμα να υπάρχει «μείωση των διαμενόντων στα νησιά σε σχέση με τις 31/12». Επίσης έχουν ανακοινωθεί 5.000 εθελοντικές μετακινήσεις το δεύτερο τρίμηνο, καθώς και η δημιουργία επιπλέον θέσεων στο πρόγραμμα ESTIA. Ωστόσο πρόσθεσε ότι τον Απρίλιο και ένα μέρος του Μαΐου «είναι πολύ πιο δύσκολο να γίνουν οι οποιεσδήποτε μετακινήσεις για λόγους δημόσιας υγείας».