Σε «χαβούζα» έχει μετατραπεί ο μεγάλος «πνεύμονας» πρασίνου της Αττικής, ο Υμηττός. Φορτηγά και βαρέα οχήματα επωφελούνται από την κάλυψη που προσφέρει το σκοτάδι και έτσι τις νύχτες μπαίνουν παράνομα στη δασική περιοχή και ξεφορτώνουν απορρίμματα, μπάζα και άλλα άχρηστα οικοδομικά υλικά, έχοντας μετατρέψει, τον προστατευόμενο από τη συνθήκη «Natura», Υμηττό, σε σκουπιδότοπο.
Πολλά μάλιστα από τα υλικά είναι εύφλεκτα, με αποτέλεσμα να είναι υπαρκτός ο κίνδυνος, πολύ περισσότερο τώρα το καλοκαίρι, να προκληθούν πυρκαγιές.
Οι κάτοικοι είναι αγανακτισμένοι με την κατάσταση και μέσω των συλλογικών τους φορέων, όπως η Διαδημοτική Επιτροπή για την Προστασία του Υμηττού, απευθύνουν έκκληση κατά παντός υπευθύνου να επιλυθεί το τόσο σοβαρό πρόβλημα.
Ο Δημήτριος Σουλιώτης, πρώην νομαρχιακός και δημοτικός σύμβουλος, μέλος της Διαδημοτικής Επιτροπής για την Προστασία του Υμηττού, δηλώνει στο ΑΜΠΕ: «Στον Υμηττό υπάρχουν μεγάλες εστίες ρύπανσης, στην περιοχή Εργάνη, κοντά στο “Θέατρο των Βράχων”, και στην περιοχή Κουταλά, στην οποία πριν τις καταγγελίες μας δραστηριοποιούνταν μία πλειάδα εργολάβων, οι οποίοι έκαναν “μαύρες” μεταφορές και άλλες εργασίες με αυτοκίνητα, όπως μεταφορά μπαζών, αλλά και στην “περιοχή 3”, στη Β’ ζώνη του Υμηττού, που είναι ένας επικίνδυνος -δημοτικός- παράνομος σταθμός μεταφόρτωσης απορριμμάτων, εγκατεστημένος σε δασική έκταση».
Εκεί, σημειώνει ο κ. Σουλιώτης, υπάρχει και σειρά εγκαταστάσεων που αφορά στους απόμαχους του στρατού, όπως ένα βενζινάδικο κι ένα σούπερ μάρκετ, μία σχολή εκπαίδευσης στρατιωτικού νοσηλευτικού προσωπικού, καθώς και το στρατόπεδο ΣΑΚΕΤΑ.
Πάνω μάλιστα από το στρατόπεδο, λέει, βρίσκεται μία βιομηχανία τσιμέντου που ανήκει στην εκκλησία, καθώς κι ένα σκοπευτήριο από παλιότερους αγώνες.
«Και το σκοπευτήριο, όπως και το εργοστάσιο τσιμέντου, είναι παράνομα, ανεγέρθηκαν, δηλαδή, κατά παράβαση της νομοθεσίας που, από το 1978, έχει κηρύξει την Α’ και την Β’ ζώνη Υμηττού ως περιοχές προστατευόμενες. Οι στρατιωτικές εγκαταστάσεις θεωρούνται νόμιμες, διότι αυτές έχουν ειδικό νομοθετικό καθεστώς» υπογραμμίζει ο κ. Σουλιώτης.
Η Εύη Κορακάκη, υπεύθυνη δασικών προγραμμάτων της WWF, δίνει στο ΑΜΠΕ την άλλη σημαντική όψη του ζητήματος. «Τα απορρίμματα αποτελούν πιθανές εστίες πυρκαγιάς, ειδικά τώρα το καλοκαίρι» δηλώνει. Αυτό φαίνεται και μέσα από το «Πυροσκόπιο», την ειδική μελέτη μέσω διαδικτυακής εφαρμογής της WWF Ελλάς και του ΕΘΙΑΓΕ (Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας) για την παρακολούθηση των πυρκαγιών (www.oikoskopio.gr/pyroskopio/ ).
Όπως τονίζει η κα Κορακάκη, «ένα κομμάτι του Υμηττού, αυτό που ανήκει στον Βύρωνα, κάηκε το 2007. Σε περίπτωση που καεί ξανά, θα αργήσει πολύ να αναγεννηθεί το δάσος σε διάφορα σημεία του. Αυτό οφείλεται στο ότι δεν θα υπάρχουν πια σπόροι (σπέρματα) για να αναπτυχθεί ξανά το δάσος, ειδικά για τη “χαλέπειο πεύκη” (το γνωστό πεύκο, που ως επί το πλείστον υπάρχει στον Υμηττό), αν καεί ξανά σε διάστημα μικρότερο της 15ετίας, δύσκολα αναγεννάται. Το είδαμε να συμβαίνει στο δάσος τη Κερατέας, που κάηκε το 1985».
Οι κάτοικοι της περιοχής έχουν ενημερώσει με επιστολές τις αρμόδιες υπηρεσίες, τους αρμόδιους δήμους, το Δασαρχείο και το ΥΠΕΚΑ, ζητώντας την παρέμβαση των επιθεωρητών περιβάλλοντος και όπως δηλώνει ο κ. Σουλιώτης, «έχει μάλιστα κατατεθεί μήνυση κατά του δημάρχου Βύρωνα και της εταιρείας στην οποία ανήκουν τα φορτηγά που εισέρχονται στον χώρο και αδειάζουν εκεί μπάζα και απορρίμματα, από το 2010, ενώ έχει γίνει αναφορά και στον δασάρχη Πεντέλης για τη ρίψη μπαζών στη Β’ ζώνη του Υμηττού».
Επιμέλεια: Άννα Μορφούλη