Συμπληρώνονται το Σάββατο 50 χρόνια από την Τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 (Επιχείρηση Αττίλας). Η εισβολή ξεκίνησε στις 20 Ιουλίου του 1974, πέντε μέρες μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου.

Το πραξικόπημα στην Κύπρο διατάχθηκε από τη Χούντα των Αθηνών και πραγματοποιήθηκε από την κυπριακή Εθνική Φρουρά σε συνεργασία με την οργάνωση ΕΟΚΑ Β΄. Το πραξικόπημα ανέτρεψε τον πρόεδρο Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και στόχος του ήταν η ένωση του νησιού με την Ελλάδα. Ο τοποθετημένος από τους πραξικοπηματίες νέος Πρόεδρος, Νίκος Σαμψών, ανακήρυξε την Ελληνική Δημοκρατία της Κύπρου.

Στις 20 Ιουλίου, η Τουρκία εισέβαλε στο νησί, προφασιζόμενη το άρθρο 4 της Συνθήκης Εγγυήσεων. Οι τούρκικες δυνάμεις εντός τριών ημερών κατέλαβαν αρχικά το 3% από το βόρειο κομμάτι του νησιού με τη γνωστή επιχείρηση («Αττίλας 1») και συγκεκριμένα την Κερύνεια και την περιοχή γύρω από την πόλη. Στις 23 Ιουλίου κηρύχθηκε εκεχειρία και τόσο η Χούντα των Αθηνών όσο και η πραξικοπηματική κυβέρνηση της Κύπρου κατέρρευσαν. Ακολούθησαν δύο γύροι διαβουλεύσεων στη Γενεύη μεταξύ των εμπλεκόμενων χωρών, στις οποίες η Τουρκία ζητούσε ομοσπονδιακή λύση, ανταλλαγή πληθυσμού και το 34% των εδαφών της Κύπρου να ελέγχεται από τους Τουρκοκύπριους. Στις 14 Αυγούστου, οι συνομιλίες της Γενεύης κατέρρευσαν και μόλις 1 ώρα μετά η Τουρκία ξεκίνησε δεύτερη επιχείρηση («Αττίλας ΙΙ»), κατά την οποία μέσα σε 3 ημέρες κατέλαβε το 36,2% του νησιού και εκτόπισε 120 χιλιάδες Ελληνοκύπριους (άλλες 20 χιλιάδες παρέμειναν εγκλωβισμένοι), ενώ συνολικά σκοτώθηκαν περίπου 3 χιλιάδες Κύπριοι.

Γύρω στις 150.000 άνθρωποι (πάνω από το ένα τέταρτο του συνολικού πληθυσμού και το ένα τρίτο των ελληνόφωνων Κυπρίων) προσφυγοποιήθηκαν. Ένα χρόνο αργότερα, 60.000 περίπου Τουρκοκύπριοι, μετακινήθηκαν από τις ελεύθερες νότιες περιοχές, στις ελεγχόμενες από τις τουρκικές δυνάμεις βόρειες περιοχές. Το 1983, ανακηρύχθηκε η Τουρκική Δημοκρατία Βόρειας Κύπρου, αναγνωρισμένη μόνο από την Τουρκία. Η διεθνής κοινότητα θεωρεί τα εδάφη της ΤΔΒΚ ως κατεχόμενη από τις τουρκικές δυνάμεις περιοχή της Δημοκρατίας της Κύπρου.Η κατοχή εξακολουθεί να θεωρείται παράνομη, ενώ οι συνομιλίες για λύση του Κυπριακού ζητήματος συνεχίζονται.

Το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου

Το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, που εκδηλώθηκε στις 15 Ιουλίου 1974, ήταν αιματηρό και χρειάστηκε δύο ημέρες για να επικρατήσει πλήρως. Σε συνδυασμό με τη διαφυγή του Μακαρίου, δεν άφησε τους χουντικούς συνωμότες να χαρούν τον «θρίαμβό» τους. Την αρχική ευφορία διαδέχθηκε η αμηχανία και στη συνέχεια η ανησυχία και η αναστάτωση. Τα γεγονότα είχαν λάβει διαφορετική τροπή απ’ ότι υπολόγιζαν.

Στις 16 Ιουλίου ο Μακάριος πέταξε με βρετανικό αεροπλάνο στη Μάλτα και από εκεί στο Λονδίνο το βράδυ της ίδιας ημέρας. Την επομένη, 17 Ιουλίου, ο Μακάριος έγινε δεκτός από τον Βρετανό πρωθυπουργό Χάρολντ Γουίλσον και τον υπουργό Εξωτερικών Τζέιμς Κάλαχαν, ηγετικά στελέχη του Εργατικού Κόμματος, που κυβερνούσε εκείνη την περίοδο τη Μεγάλη Βρετανία. Και οι δύο τον διαβεβαίωσαν ότι η Μεγάλη Βρετανία εξακολουθεί να τον αναγνωρίζει ως τον νόμιμο πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ωστόσο, την ίδια ημέρα, δέχονται για διαβουλεύσεις και τον Τούρκο πρωθυπουργό Μπουλέντ Ετσεβίτ, ο οποίος τους προτείνει να αναλάβουν κοινή δράση Τουρκία και Μεγάλη Βρετανία ως εγγυήτριες δυνάμεις στην Κύπρο. Οι Βρετανοί απορρίπτουν την εισήγηση Ετσεβίτ και ταυτόχρονα τον αποτρέπουν να αναλάβει οποιαδήποτε στρατιωτική επέμβαση στην Κύπρο.

Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος και ο Βρετανός πρωθυπουργός Χ. Γουίλσον

Στις 17 Ιουλίου δραστηριοποιείται έντονα και ο αμερικανικός παράγων, που φαίνεται αρχικά να έχει υποτιμήσει το θέμα, καθώς είναι απασχολημένος με σοβαρότερα πράγματα (Σκάνδαλο Γουοτεργκέιτ, σχέσεις με Σοβιετική Ένωση, ασφάλεια Ισραήλ κ.ά). Ο Υπουργός Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ αναθέτει στον υφυπουργό του Τζόζεφ Σίσκο να μεταβεί στο Λονδίνο, την Άγκυρα και την Αθήνα, για την αποφυγή πολεμικών ενεργειών. Τον συνοδεύει ο βοηθός Υπουργός Άμυνας Ρόμπερτ Έλσγουορθ. «Δεν θα μπορέσουμε να συγκρατήσουμε την Τουρκία, αν σημειωθεί και νέα ανάφλεξη στο νησί» είχε δηλώσει στις 23 Ιανουαρίου του 1968 ο Σάιρους Βανς, σε συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου.

Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος και ο Κίσινγκερ

Στις 18 Ιουλίου ο Σίσκο και η συνοδεία του φθάνουν στην Αθήνα και συναντώνται με τον πρωθυπουργό της χούντας Αδαμάντιο Ανδρουτσόπουλο, πρωί και απόγευμα. Στην πρωινή σύσκεψη παρών ήταν και ο  ταξίαρχος Δημήτριος Ιωαννίδης, ο οποίος αποχώρησε οργισμένος με τη φράση «Αν οι Τούρκοι θέλουν πόλεμο θα τον έχουν», όταν δέχθηκε πιέσεις από τον Σίσκο για παραχωρήσεις στους Τουρκοκυπρίους. Το βράδυ της ίδιας ημέρας φθάνει η πληροφορία στην Αθήνα για στρατιωτικές κινήσεις στις τουρκικές ακτές απέναντι από την Κύπρο. Η πληροφορία αυτή δεν ανησυχεί την ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων, η οποία την εντάσσει στα συνήθη για την εποχή στρατιωτικά γυμνάσια των Τούρκων. Πάντως, λαμβάνει κάποια πρώτα μέτρα, με την αποστολή δύο υποβρυχίων στ’ ανοιχτά της Ρόδου κι ενός σμήνους αεροσκαφών F-84 στην Κρήτη. Στην Άγκυρα, οι εφημερίδες καλλιεργούν κλίμα πολεμικό. Στη μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα Χουριέτ δημοσιεύεται το ανθελληνικό ποίημα Kin (Το Μίσος):

«Όσο υπάρχει ο πρόστυχος ο Έλληνας σ’ αυτό τον κόσμο
δε βγαίνει μα τον Αλλάχ αυτό το μίσος από μέσα μου.
Σαν στέκομαι και τον κοιτάζω τον σκύλο
δε βγαίνει μα το θεό αυτό το μίσος από μέσα μου,
χιλίων γκιαούρηδων τα κεφάλια δεν σβήνουν ένα μίσος.

Εκδίκηση να πάρω είναι ο μοναδικός μου στόχος
σαν αναμετρηθώ στης μάχης το πεδίο
χιλίων γκιαούρηδων τα κεφάλια να κλαδέψω σε μια μέρα
δε βγαίνει μα το θεό αυτό το μίσος από μέσα μου,
χιλίων γκιαούρηδων τα κεφάλια δεν σβήνουν ένα μίσος.

Τα κεφάλια τριάντα χιλιάδων να πολτοποιούσα
Τα δόντια δέκα χιλιάδων με την τανάλια να έβγαζα
εκατό χιλιάδων τα πτώματα να σκορπούσα στις ρεματιές
δε βγαίνει μα το θεό αυτό το μίσος από μέσα μου,
χιλίων γκιαούρηδων τα κεφάλια δεν σβήνουν ένα μίσος.

και πόση κακοήθεια φωλιάζει στο μυαλό του Έλληνα
πέντε χιλιάδων τα πτώματα να έκαιγα στους κλιβάνους
δε βγαίνει μα το θεό αυτό το μίσος από μέσα μου,
χιλίων γκιαούρηδων τα κεφάλια δεν σβήνουν ένα μίσος.

Σαράντα χιλιάδες τους να σούβλιζα με την λόγχη μου,
ογδόντα χιλιάδες τους να έστελνα στη κόλαση
εκατό χιλιάδες τους να κρεμούσα στο σκοινί
δε βγαίνει μα το θεό αυτό το μίσος από μέσα μου,
χιλίων γκιαούρηδων τα κεφάλια δεν σβήνουν ένα μίσος!»

 

Στις 19 Ιουλίου, ο Μακάριος φθάνει στη Νέα Υόρκη και το απόγευμα της ίδιας ημέρας απευθύνεται ενώπιον του συνεδριάζοντος Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και αναφέρεται στη διαμορφωθείσα κατάσταση στη Κύπρο.

Ο Μακάριος στο Σ.Α. του ΟΗΕ

Ο Μακάριος καταγγέλλει το στρατιωτικό καθεστώς των Αθηνών για παραβίαση της ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας και, μεταξύ άλλων, τονίζει:

«Καλώ το Συμβούλιο Ασφαλείας να χρησιμοποιήσει όλους τους τρόπους και εις την διάθεσίν του μέσα, ώστε η συνταγματική τάξις εν Κύπρω και τα συνταγματικά δικαιώματα του λαού της Κύπρου να αποκατασταθούν άνευ καθυστερήσεως […] Το πραξικόπημα της ελληνικής χούντας είναι μια εισβολή και εκ των συνεπειών της θα υποφέρει όλος ο λαός της Κύπρου, αμφότεροι Έλληνες και Τούρκοι […] Το Συμβούλιον Ασφαλείας πρέπει να καλέσει το στρατιωτικόν καθεστώς της Ελλάδος να ανακαλέση εκ Κύπρου τους Έλληνας αξιωματικούς […] και να θέση τέρμα εις την εισβολήν αυτού εις Κύπρον…»

Η εισβολή 

Την ίδια περίπου ώρα που ο Μακάριος μιλούσε ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας, ο Σίσκο συναντούσε στην Άγκυρα την τουρκική ηγεσία. Ο Ετσεβίτ του επισημαίνει ότι συνεδριάζει το υπουργικό συμβούλιο για τη λήψη αποφάσεων. Ο Σίσκο καταλαβαίνει ότι οι Τούρκοι είναι αποφασισμένοι να δράσουν και προσπαθεί να κερδίσει χρόνο. Στις 4 το πρωί της 20ης Ιουλίου ο Τούρκος πρωθυπουργός του ανακοινώνει ότι η Τουρκία θα επέμβει στην Κύπρο. Τα τουρκικά αποβατικά ήδη έχουν ξεκινήσει από τη Μερσίνα, με προορισμό την περιοχή της Κερύνειας…

 

 

 

Δείτε επίσης:

 

 

 

Πηγές: Sansimera.gr, Wikipedia, Υoutube