Για τις 8 Φεβρουαρίου αναβλήθηκε η δίκη για την άγρια δολοφονία του συγγραφέα Μένη Κουμανταρέα, πριν από έναν χρόνο.
Η δίκη είχε οριστεί για σήμερα στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο ενώπιον του οποίου δικάζονται δύο Ρουμάνοι πολίτες.οι οποίοι κατηγορούνται για το άγριο έγκλημα που σημειώθηκε στο διαμέρισμα του 83χρονου θύματος στην Κυψέλη.
Κατηγορούμενοι για ανθρωποκτονία από πρόθεση είναι ο 29χρονος Κοσμίν Γκαϊτάν από τη Ρουμανία και ο 26χρονος συμπατριώτης του, Στεφάν Ματασαρεάνου, οι οποίοι περίμεναν τον άτυχο συγγραφέα, στην είσοδο της πολυκατοικίας του στην οδό Ζακύνθου, προκειμένου να τον ληστέψουν και τελικά, όταν εκείνος αρνήθηκε να τους αποκαλύψει το σημείο όπου υπήρχαν κρυμμένα χρήματα, τον ξυλοκόπησαν και στη συνέχεια τον στραγγάλισαν.
Ο συγγραφέας εντοπίστηκε νεκρός στο κρεβάτι του υπνοδωματίου του από φίλους και συγγενείς του 40 λεπτά μετά τα μεσάνυχτα της 6ης Δεκεμβρίου του 2014. Ο 26χρονος Ρουμάνος φέρεται να γνώριζε ότι ο κ. Κουμανταρέας είχε εισπράξει σημαντικό χρηματικό ποσό (περίπου 150.000 ευρώ) από την πώληση ακινήτου στα βόρεια προάστια και τον πίεζε προκειμένου να του αποσπάσει χρήματα.
Το οπτικοακουστικό υλικό από κάμερες ασφαλείας καταστημάτων αλλά κι ένα κινητό τηλέφωνο, οδήγησαν την αστυνομία στη σύλληψη των δραστών.
Στην απολογία του στην ανακρίτρια, ο 29χρονος είχε υποστηρίξει πως ο συγκατηγορούμενός του χτύπησε πολλές φορές τον άτυχο συγγραφέα στην είσοδο της πολυκατοικίας του όταν εκείνος αρνήθηκε να τους δώσει δανεικά και λογομάχησαν.
Ωστόσο, ο 26χρονος Στεφαν Ματασαρενάου είχε δώσει δυο διαφορετικές εκδοχές ενώπιον των αρχών. Στην απολογία του είχε αρνηθεί κάθε εμπλοκή του στην υπόθεση ρίχνοντας την ευθύνη στον συγκατηγορούμενό του. Μάλιστα, είχε ισχυριστεί ότι λάτρευε τον συγγραφέα σαν πατέρα και δεν θα του έκανε κακό.
Στην αστυνομία, ωστόσο είχε πει πως διαπληκτίστηκε με τον συγγραφέα. «Εκείνος όμως συνέχιζε να φωνάζει και εγώ τσαντίστηκα και τον έσπρωξα με το ένα μου χέρι. Δεν ήθελα να του κάνω κανένα κακό, ούτε τον χτύπησα. Ο Μένης έπεσε δίπλα από μία πολυθρόνα και τον άκουσα που έβγαλε ένα βογκητό σαν «αχ». Έμεινε εκεί πεσμένος και δεν τον είδα να σηκώνεται. Τότε εγώ τσαντισμένος, είπα του Κοσμίν να φύγουμε και βγήκαμε από το διαμέρισμα. Δεν έψαξα τίποτα και δεν πήρα χρήματα ή κοσμήματα που μου λέτε» φέρεται να κατέθεσε.
Μετά τη δολοφονία, πάντως, όπως αναφέρουν αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ., ο Ματασαρενάου προέβη σε αγορές μοντέρνων ρούχων, γυρνούσε σε μεγάλα εμπορικά κέντρα της Αττικής και, χωρίς τύψεις, ξεκίνησε την έντονη κοινωνική ζωή, γλεντώντας σε μεγάλα κλαμπ της πρωτεύουσας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι δύο ημέρες πριν από τη σύλληψή του διασκέδαζε μέχρι πρωίας σε γνωστό κέντρο διασκέδασης στο Γκάζι.
Βίντεο-Φωτογραφίες: Eurokinissi / Γιάννης Παναγόπουλος