«Τα πακέτα προτάσεων, τόσο της ελληνικής κυβέρνησης όσο και των δανειστών, είναι το ένα χειρότερο από το άλλο, ενώ η φορομανία που τα χαρακτηρίζει δεν θα αυξήσει τα δημόσια έσοδα, αλλά τις φορολογικές ληξιπρόθεσμες οφειλές».
Αυτό δήλωσε ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά Βασίλης Κορκίδης σχολιάζοντας τις δύο προτάσεις ενόψει της συμφωνίας με τους θεσμούς. Συγκεκριμένα ο πρόεδρος είπε ότι και οι δύο προτεινόμενες πολιτικές και τα φορολογικά μέτρα, που περιλαμβάνουν, θα βαθύνουν κι άλλο την ανεργία και τη φτώχεια, θα συρρικνώσουν τον όγκο και τον κύκλο εργασιών των επιχειρήσεων, οδηγώντας σε φυγή και λουκέτα περισσότερες εξ αυτών.
«Τόσο το φορολογικό πακέτο του οικονομικού επιτελείου της Κυβέρνησης, όσο και αυτό των θεσμών περιέχουν επώδυνα μέτρα, που θα μας απομακρύνουν ακόμα περισσότερο από την ανάπτυξη. Η συμφωνία-επίλυση, που έχει ανάγκη η Ελληνική οικονομία, απαιτεί στην παρούσα κατάσταση μία ρεαλιστικότερη προσέγγιση εκ μέρους των δανειστών μας, και αν όχι με κοινωνική και ανθρώπινη ευαισθησία, τουλάχιστον με μία πιο τολμηρή ευρωπαϊκή ενωτική αντιμετώπιση, αλλά και με διάθεση υπέρβασης για συνεννόηση με την ελληνική κυβέρνηση. Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι και αυτά να συμβούν στη συμφωνία του Ιουνίου, η ζημιά έχει ήδη γίνει στην πραγματική οικονομία και στη διεθνή αξιοπιστία μας. Θα χρειαστεί μάλιστα εύλογο χρονικό διάστημα για να βρει ξανά, η αγορά το βηματισμό της στο εσωτερικό και πολύ περισσότερο χρόνο και προσπάθεια στις συναλλαγές της στο εξωτερικό» σημείωσε ο κ. Κορκίδης.
Ο ίδιος συνέχισε: «Η Ελλάδα, αντί του κειμένου των νέων φόρων σε 47 σελίδες, χρειάζεται να γράψει από μόνη της, σε αντίστοιχο αριθμό σελίδων, ένα εθνικό στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης, που θα αξιοποιεί τον πλουτοπαραγωγικό ιστό της Χώρας προς όφελος όλων μας. Ένα αναπτυξιακό σχέδιο, που θα απελευθερώσει και θα αναδείξει νέους ανθρώπους στην κοινωνία και ικανούς επιχειρηματίες στην οικονομία, που θα μπορούν επιτέλους να δουλέψουν σε ένα δίκαιο φορολογικά και σταθερό επιχειρηματικά περιβάλλον. Στο πλαίσιο μάλιστα της τελικής διαπραγμάτευσης, προτείνουμε στην ελληνική Κυβέρνηση σε συνεργασία με τους ελληνικούς και ευρωπαϊκούς θεσμούς να γράψει αυτό το κείμενο, με περιεχόμενο την ανάπτυξη και να υπογράψει τη δέσμευση, μέσα στην επόμενη διετία να το υλοποιήσει. Είναι βέβαιο ότι τα αποτελέσματα για την ελληνική οικονομία, την επιχειρηματικότητα, αλλά και τους δανειστές μας, θα είναι μακρά καλύτερα των τιμωρητικών φορολογικών μέτρων, τα οποία προς άλλη μία δυσάρεστη έκπληξη, φαίνεται να μην εξαντλούνται ποτέ. Τα πακέτα προτάσεων είναι το ένα χειρότερο από το άλλο, ενώ η «φορομανία», που τα χαρακτηρίζει δεν θα αυξήσει τα δημόσια έσοδα, αλλά τις φορολογικές ληξιπρόθεσμες οφειλές. Ας όψεται η ανάγκη της συμφωνίας…».