Ισόβια κάθειρξη επέβαλε το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο στην 30χρονη μητέρα του 7χρονου Ανδρέα, τα οστά του οποίου εντοπίστηκαν πριν έναν χρόνο από αστυνομικούς που τον αναζητούσαν, μέσα σε εργαλειοθήκη στο σπίτι που έμενε η μητέρα με τον σύντροφό της.
Το παιδί, παρουσία της μητέρας η οποία έμεινε άπραγη, δολοφονήθηκε το 2017 από τον πολωνικής καταγωγής σύντροφο της 30χρονης, ο οποίος το είχε βάλει σε πολύωρη τιμωρία με μονωτική ταινία στο στόμα.
Μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης, ο σύντροφος της μητέρας αυτοκτόνησε στις φυλακές της Κέρκυρας που ήταν προσωρινά κρατούμενος για την υπόθεση και έτσι η 30χρονη, που έχει μία ανήλικη κόρη η οποία ζει πλέον με ανάδοχη οικογένεια, κάθισε μόνη στο εδώλιο για ανθρωποκτονία από πρόθεση.
Σύμφωνα με την κατηγορία, το αγόρι υποχρεώθηκε από τον εκλιπόντα και τη μητέρα, που ήταν παρούσα, χωρίς να αντιδρά σε όσα συνέβαιναν, να καθίσει επί ώρες όρθιο στον τοίχο με φιμωμένο το στόμα «με συνέπεια το θύμα να περιέλθει σε κατάσταση έντονης ψυχικής και σωματικής αδυναμίας». Εξουθενωμένο, το παιδί έπεσε κάτω χωρίς να παρέμβει η μητέρα να του αφαιρέσει τη μονωτική ταινία, με αποτέλεσμα να πεθάνει από ασφυξία.
Αρχικά το ζευγάρι φέρεται να έκρυψε το πτώμα σε κρύπτη που έχτισε ο σύντροφος της μητέρας στην ταράτσα του σπιτιού που έμεναν τότε, στην Κυψέλη. Όταν μετακόμισαν έβαλαν τα οστά του Ανδρέα, στην εργαλειοθήκη της δουλειάς του εκλιπόντος και τα είχαν μαζί τους μέχρι που τα εντόπισαν αστυνομικοί. Η απουσία του παιδιού αρχικά είχε συνδυαστεί με ταξίδι του συντρόφου της μητέρας στην πατρίδα του.
Στη σημερινή διαδικασία ο Εισαγγελέας Έδρας του ΜΟΔ αναφερόμενος σε «μια από τις πιο οδυνηρές υποθέσεις της καριέρας μου» ζήτησε την καταδίκη της μητέρας. Μιλώντας για το αγόρι, ο Εισαγγελέας τόνισε πως «είναι σκληρό να προσπαθήσει κάποιος να μπει στη θέση ενός 7χρονου, που έχει καταδικαστεί να ζήσει σε ένα περιβάλλον που τον κακοποιεί συστηματικά και αδιαφορεί για αυτό η γυναίκα που τον έφερε στον κόσμο. Μια απίστευτη αδιαφορία».
Ο εισαγγελικός λειτουργός ζήτησε να μην δεχθεί το δικαστήριο όσα επικαλέστηκε η κατηγορουμένη περί φόβου της για τον σύντροφό της και περί εθισμού της στα ναρκωτικά «που δεν αποδεικνύεται», όπως ανέφερε. «Έχει μια πλήρη αδιαφορία και αναισθησία για την τύχη των παιδιών της. Έχει εθισμό με τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, μπλέκει με τους λάθους ανθρώπους. Όταν βλέπεις έναν άνθρωπο βίαιο, σαδιστή, να βασανίζει τα παιδιά σου, οφείλεις να αντιδράσεις», επεσήμανε ο Εισαγγελέας και συμπλήρωσε «το παιδί επί τρεις μέρες δεχόταν μία απάνθρωπη τιμωρία και αυτό η μητέρα το έβλεπε. Ξέροντας ότι δεν έχει φάει και ότι του έχει κλείσει το στόμα ο σύντροφός της, δεν κάνει τίποτα. Όταν έφτασε η κατάσταση στο απροχώρητο και το παιδί έπεσε, ο σύντροφός της, της έδωσε εντολή να φύγει και “θα το τακτοποιήσει!”. Τι θα τακτοποιήσει; Αν δεν το ήξερε, θα είχε αγανακτήσει και θα είχε πάει κατευθείαν στην αστυνομία».
Η 30χρονη στην απολογία της αρνήθηκε πως «έβαλε χέρι» στη δολοφονία του παιδιού της, ισχυριζόμενη πως είναι ένας τοξικοεξαρτημένος άνθρωπος και εθισμένος με το ίντερνετ και τα ηλεκτρονικά παιχνίδια.
Είπε, επίσης, πως έλεγε στον σύντροφό της να μην χτυπάει τα παιδιά και πως την επίμαχη ημέρα δεν κατάλαβε τι έγινε γιατί ασχολούταν με το ίντερνετ: «Κάποια στιγμή άκουσα ένα γδούπο και πήγα να δω τι γίνεται. Έτρεξε πίσω μου και έλεγε “πάρε τη μικρή και φύγε. Θα σε σκοτώσω και σένα και τη μικρή. Θα πω στην Αστυνομία ότι εσύ το έκανες”. Φοβήθηκα πάρα πολύ. Όταν γύρισα, ο Μάριος μου είπε ότι έθαψε το παιδί στην ταράτσα. Είναι η καλύτερη λύση, είπε, και μην μιλήσεις γιατί θα σε σπάσω στο ξύλο. Μου έδειξε που έθαψε το παιδί».