Κείμενο σε ιστοσελίδα του αντιεξουσιαστικού χώρου ανήρτησε, λίγο πριν από τα μεσάνυχτα, καταζητούμενος για συμμετοχή στην οργάνωση «Επαναστατική Αυτοάμυνα», τα στοιχεία του οποίου έχει δώσει στη δημοσιότητα η αστυνομία.
Στην ανάρτησή του ο καταζητούμενος ισχυρίζεται, μεταξύ άλλων, ότι η «Επαναστατική Αυτοάμυνα» είχε πάψει να υφίσταται ως πολιτικό σώμα, οργανωτική διεργασία και πρακτική δραστηριότητα ήδη από το 2017», ενώ ισχυρίζεται πως οι δύο συλληφθέντες για συμμετοχή σε αυτήν δεν είχαν σχέση με την οργάνωση.
Παρατίθεται αυτούσιο το κείμενο
Από το Σάββατο 9 Οκτώβρη, μετά την εισβολή της αστυνομίας σ’ ένα σπίτι όπου κατοικούσε ένας άνθρωπος επώνυμα αρκετά χρόνια, αυτός ο άνθρωπος κι ένας ακόμα, διωκόμενος αγωνιστής και πολιτικός κρατούμενος στο παρελθόν, βρίσκονται στα κελιά του ελληνικού κράτους, αντιμετωπίζοντας βαριές κατηγορίες. Τα καθεστωτικά μέσα προπαγάνδας, που αναλαμβάνουν να σπείρουν τα σενάρια των διωκτικών μηχανισμών, εμφανίζουν τους δυο συλληφθέντες κι εμένα μαζί ως μέλη της ένοπλης οργάνωσης Επαναστατική Αυτοάμυνα, που ετοιμάζαμε, σύμφωνα με τις εικασίες της «αντι»-τρομοκρατικής νέες επιθέσεις. Με έναυσμα αυτές τις συλλήψεις και μ’ επιπλέον πρόσχημα την αναζήτησή μου, το κράτος έχει εξαπολύσει μια μαζική επιχείρηση τρομοκράτησης των αναρχικών και του κοινωνικού κινήματος ευρύτερα. Τέτοιες προσπάθειες που αποτελούν αιχμές της πάγιας αντεπαναστατικής στρατηγικής των αφεντικών, τις έχει αντιμετωπίσει αρκετές φορές το κίνημα, με σθένος, με πλατιά αλληλεγγύη, με συνέχιση και όξυνση του αγώνα. Όντας στο επίκεντρο αυτής της επιχείρησης οφείλω να τοποθετηθώ δημόσια για την πολιτική θέση μου και τα χαρακτηριστικά της τρέχουσας αντικοινωνικής και αντικινηματικής καθεστωτικής επίθεσης.
Επιπροσθέτως, η κατάσταση των δυο προφυλακισμένων (που είναι πλέον πολιτικοί κρατούμενοι εφόσον διώκονται στα πλαίσια μιας τέτοιας επιχείρησης), οι προσωπικές ευθύνες μου και το δίκαιο με υποχρεώνουν να μιλήσω δημόσια για το πραγματικό υπόβαθρο των γεγονότων.
Εξ’ ορισμού μια οργάνωση ένοπλης αντίστασης χρειάζεται όπλα. Ωστόσο, τα όπλα από μόνα τους δεν συγκροτούν οργάνωση. Ακόμα κι ένα όπλο που ταυτοποιείται ως εργαλείο συγκεκριμένης οργάνωσης και που ως τέτοιο έχει και συμβολική αξία επιπλέον της πρακτικής δυνατότητας που ενέχει κάθε εργαλείο, δεν είναι ικανό από μόνο του να διατηρεί μια οργάνωση πολιτικής δράσης. Απαιτείται επιπλέον ένα συλλογικό σώμα που συνεχίζει την δημόσια παρουσία της οργάνωσης μέσα από τις πράξεις του.
Είναι αντικειμενικό δεδομένο ότι η οργάνωση Επαναστατική Αυτοάμυνα είναι ανενεργή επί χρόνια. Διαβάζοντας τα δημόσια κείμενά της και ειδικά τους συγκεκριμένους πολιτικούς σκοπούς της, εξάγεται αδιαμφισβήτητα το συμπέρασμα ότι για μια μεγάλη περίοδο η συγκεκριμένη οργάνωση έχει εγκαταλείψει το πεδίο αγώνα της. Σίγουρα δεν έλειψαν οι αφορμές. Η καπιταλιστική επίθεση εντείνεται ακατάπαυστα με όλες τις κυβερνήσεις. Το εξοντωτικό στύψιμο των υποτελών τάξεων για χάρη των τραπεζών μαίνεται επί μια δεκαετία. Η καταστολή αγριεύει σε όλα τα κοινωνικά μέτωπα, με πλειάδα μορφών. Οι κρατικές κι εργοδοτικές δολοφονίες συνεχίζονται. Όπως οι αστυνομικές δολοφονίες του Ζακ Κωστόπουλου και του Εμπουκά Μαμασουμπέκ ή οι έμμεσες δολοφονίες κρατουμένων στις φυλακές και μεταναστών στα σύνορα και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Οι καταλήψεις, που αποτελούν ανοιχτές βάσεις του αντικαπιταλιστικού κινήματος, τόποι όπου οικοδομείται εδώ και τώρα ένας κόσμος αλληλεγγύης, ισότητας κι ελευθερίας, δέχονται αλλεπάλληλες επιθέσεις από τις απαρχές της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ μέχρι σήμερα. Διεθνώς οι καταπιεζόμενοι εξεγείρονται και μάχονται, έχοντας απέναντί τους δολοφονικούς αντεπαναστατικούς μηχανισμούς των κρατών. Στην Λατινική Αμερική απαγάγονται και εκτελούνται κατά παραγγελία των πολυεθνικών αναρχικοί και ιθαγενείς.
Για μια σειρά ετών η εντεινόμενη κρατική βία και τρομοκρατία δεν έχει βρει απέναντί της την οργάνωση Επαναστατική Αυτοάμυνα. Από πουθενά δεν διαφαίνεται αν η Επαναστατική Αυτοάμυνα εξακολουθούσε να υπάρχει ως οργάνωση. Το πλήθος και η ποικιλία των αντικειμένων που ανακάλυψαν τυχαία οι διωκτικοί μηχανισμοί στις 9 Οκτώβρη, ούτε είναι ικανά από μόνα τους, χωρίς τις πολιτικά στοχευμένες πράξεις, να συγκροτήσουν οργάνωση, ούτε αποδεικνύουν μια προετοιμασία για συγκεκριμένες δράσεις. Άλλωστε, η ίδια η περιγραφή της «αντι»-τρομοκρατικής -η άρον άρον μεταφορά της υποτιθέμενης υποδομής σ’ ένα νόμιμο σπίτι λόγω της πιθανής αναγνώρισης ενός προσώπου και μάλιστα όταν το σπίτι αυτό μπορεί να είναι ήδη εκτεθειμένο- δεν αντιστοιχεί στην προμελέτη, την μέριμνα, την προεργασία, τα μέτρα ασφάλειας που χαρακτηρίζουν μια οργάνωση. Και σίγουρα καμία οργάνωση δεν θα σχεδίαζε μια ληστεία με ευτελείς προβλεπόμενες απολαβές και δίπλα σ’ ένα σπίτι όπου κατά τα σενάρια της «αντι»-τρομοκρατικής η οργάνωση είχε δραστηριότητες.
Οπωσδήποτε κάποιος έχει την ευθύνη για την κατοχή αυτών των αντικειμένων. Είμαι εγώ αποκλειστικά αυτός που είχα την απόφαση και την πρακτική ευθύνη να φυλάω αυτά τα αντικείμενα γνωρίζοντας τι κρατάω. Ήταν μια προσωπική πολιτική απόφαση για την διαφύλαξη της ιστορίας της κοινωνικής αντίστασης και την συμβολή στις ανάγκες υπεράσπισης των κοινωνικών αγώνων όποτε αυτό θα γινόταν απαραίτητο και εφικτό μέσα στην άγρια δολοφονική επίθεση που δέχονται ακατάπαυστα οι εκμεταλλευόμενοι, οι αποκλεισμένοι και τα κινήματα. Τα εργαλεία της αντίστασης, ακόμα και σε καιρούς υποχώρησης, διάλυσης, κατακερματισμού κι αδράνειας, δεν παραδίδονται, ούτε πετιούνται στη θάλασσα. Κάποιος πρέπει να αναλαμβάνει αυτό το καθήκον. Σ’ αυτή τη φάση εγώ αποκλειστικά ανέλαβα ένα τέτοιο καθήκον για διάφορα υλικά που έτυχε να βρεθούν στα χέρια μου. Τέτοια είναι η πολιτική αντίληψη και ηθική μου.
Από τη θέση αυτουνού που πήρε υπ’ ευθύνη του τη φύλαξη ενός όπλου-σημαία μιας αντιστασιακής οργάνωσης, ενημερώνω το κίνημα ότι η Επαναστατική Αυτοάμυνα είχε πάψει να υφίσταται ως πολιτικό σώμα, οργανωτική διεργασία και πρακτική δραστηριότητα ήδη από το 2017. Δεν μου αναλογεί να τοποθετηθώ προσωπικά σε σχέση με την παρουσία και την λήξη της συγκεκριμένης οργάνωσης. Ως προς την δράση της, μιλάνε τα κείμενά της. Ως προς την ιστορία της συγκρότησης, της συνέχειας και της λήξης της, είναι μια πολιτική συζήτηση που ανήκει στο αντιστασιακό κίνημα και ειδικότερα σ’ εκείνους που θα συνεχίσουν την ένοπλη πάλη. Σίγουρα αυτή η συζήτηση δεν μπορεί να γίνει μέσα στο πλαίσιο των σεναρίων της καταστολής.
Ο άνθρωπος στο σπίτι του οποίου βρέθηκαν τα αναφερόμενα όπλα και άλλα αντικείμενα δεν είχε ουδεμία πολιτική στράτευση και ουδεμία σχέση με προηγούμενες ή μελλούμενες παράνομες πολιτικές δραστηριότητες. Η εμπλοκή του είναι τραγική. Είναι ένας προσωπικός φίλος που δέχτηκε να με βοηθήσει σε μια δύσκολη στιγμή. Αφού με περιέθαλψε, αποδέχτηκε σαν αναπόφευκτη αναγκαιότητα λόγω της δικής μου ιδιαίτερα δύσκολης κατάστασης, χωρίς κανένα όφελος, παρά μόνο κινδύνους, να μεταφέρω προσωρινώς δικά μου πράγματα στο σπίτι του, χωρίς να γνωρίζει το ακριβές περιεχόμενο των αποσκευών μου. Όλα τα υλικά μεταφέρθηκαν με δική μου πρωτοβουλία στο σπίτι του μετά τον τραυματισμό μου, επειδή εκεί έτυχε να βρεθώ και να λάβω την ανεκτίμητη αλληλεγγύη προς έναν τραυματισμένο και από εκείνη τη στιγμή κατατρεγμένο φίλο. Δυστυχώς δεν κατάφερα να απεμπλέξω εγκαίρως τον άνθρωπο που διακινδύνευσε την ελευθερία του για μένα.
Ο άλλος άνθρωπος, ο σύντροφος πρώην πολιτικός κρατούμενος, επίσης δεν γνώριζε τι είχε μεταφερθεί στο σπίτι του φίλου μου. Κανένας τους, αλλά και κανένας άλλος δεν γνώριζε και δεν έχει ευθύνη για κανένα συγκεκριμένο αντικείμενο που είχα εγώ υπό την φύλαξή μου, για την προέλευσή τους και για την πολιτική ιστορία ενός συγκεκριμένου όπλου που έχει χρησιμοποιηθεί από ένοπλη αντιστασιακή οργάνωση. Αν υπήρχε έστω ένας άνθρωπος που να μοιράζεται την ευθύνη των υλικών που εγώ φύλαγα -πόσο μάλλον αν υπήρχε μια οργάνωση- δεν θα χρειαζόταν να μεταφερθούν στο σπίτι ενός ανθρώπου, όπου βρέθηκα περιθαλπόμενος.
Ειδικά για την κατάσταση την οποία αντιμετωπίζει τώρα ο φίλος μου, από λάθη που μόνο δικά του δεν ήταν, έχω ένα προσωπικό βάρος. Η δική μου επιλογή να μεταφερθούν στο σπίτι του τα υλικά που είχα αποθηκευμένα, ενέπλεξε στην καταστολή ανθρώπους που δεν είχαν ούτε γνώση ούτε ευθύνη κι επιπλέον επιβάρυνε την δική μου θέση μπροστά στην αντεπαναστατική καταστολή, δίνοντας στους διωκτικούς μηχανισμούς μια επίφαση ώστε να σεναριολογούν περί οργάνωσης. Είναι πολύ βρώμικη τακτική να επενδύει πολιτικά το κράτος πάνω σε μια τέτοια συνθήκη.
Το μοναδικό «λάθος» του ανθρώπου που με φιλοξένησε ήταν η φιλική αφοσίωσή του. Αυτός, που είχε την πλέον αγαθή πρόθεση να προστατεύσει έναν φίλο του παρά τους κινδύνους, πρέπει να μην απαξιωθεί από το κίνημα. Αντιθέτως, αποτελεί υπόδειγμα κοινωνικής αλληλεγγύης κι όποιοι νοιώθουν αυτήν την έννοια πρέπει να τον στηρίξουν.
Οι διωκτικοί μηχανισμοί αντιλαμβανόμενοι τη δυσκολία της στοιχειοθέτησης της συμμετοχής σε μια ένοπλη αντιστασιακή οργάνωση που είναι ανενεργή και χωρίς καμία πράξη που να υποδηλώνει οποιαδήποτε προετοιμασία, επιχειρούν να φτιάξουν σενάρια σκοπούμενων νέων επιθέσεων. Αλλά η προσπάθειά τους είναι σε τέτοιο βαθμό σαθρή ώστε να καταφεύγουν στην πιο γελοία προπαγάνδα για να διαμορφώσουν κλίμα. Έφτασαν στο σημείο να διοχετεύσουν στα δημοσιογραφικά παπαγαλάκια τους την «πληροφορία» ότι την τελευταία φορά που έδωσα παρόν στο αστυνομικό τμήμα της γειτονιάς μου, ήμουν οξύθυμος και απείλησα τους αστυνομικούς! Έτσι προπαρασκευάζονται οι ένοπλες επιθέσεις! Ένα υποτιθέμενο μέλος παράνομης πολιτικής οργάνωσης κατά τη διάρκεια προετοιμασίας ένοπλης επίθεσης απευθύνει προσωπική προειδοποίηση! Ποιόν πείθει αυτό το απίθανο αφήγημα;
Ωστόσο, αυτά τα σεναριάκια σαπουνόπερας δεν είναι διόλου αστεία. Η σκιαγράφηση ενός καταδιωκόμενου αναρχικού ως ανθρώπου που είναι αποφασισμένος να πυροβολήσει ανά πάσα στιγμή, ενώ δεν διαθέτει καμία λογική στάθμιση, δημιουργεί ένα υπόβαθρο πιθανής εκτέλεσής του ως φυσιολογικό κι εκ’ των προτέρων νομιμοποιημένο ενδεχόμενο. Η «αντι»-τρομοκρατική, τα παπαγαλάκια της και οι πολιτικοί προϊστάμενοί της σπρώχνουν τα όργανα της καταστολής προς μια πολιτική δολοφονία και αναλαμβάνουν προκαταβολικά την ευθύνη της.
Η καταφανώς αστήριχτη απόπειρα του κράτους να παρουσιάσει τους συλληφθέντες μαζί μ’ εμένα ως ένοπλη πολιτική οργάνωση αποτελεί έκφραση ιστορικού ρεβανσισμού. Παρότι η Επαναστατική Αυτοάμυνα δεν έχει δώσει σημεία ύπαρξης για μια σημαντική περίοδο, οι διώκτες θέλουν μ’ οποιοδήποτε τρόπο τώρα που τους δόθηκε μια ευκαιρία που σίγουρα δεν ήταν αποτέλεσμα δικών τους προσπαθειών, να επιδείξουν την πυγμή τους ενάντια στο παρελθόν. Διότι οι παρακαταθήκες της αντίστασης αποτελούν επικίνδυνα σήμαντρα για το μέλλον. Ο πολιτικός στόχος της εξουσίας είναι να προβληθεί η «εξάρθρωση» μιας επαναστατικής οργάνωσης που μέχρι σήμερα δεν είχε δεχτεί πλήγμα, αλλά και να παραμείνουν αιχμάλωτοι για όσο περισσότερο γίνεται οι αγωνιστές που πέφτουν στα χέρια των διωκτικών μηχανισμών.
Η συγκυρία καθιστά ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη του κράτους να σπείρει δέος για την ισχύ των στρατιωτικών και ποινικών οργάνων του, να ακινητοποιήσει τους αντιστεκόμενους, να αφοπλίσει το κοινωνικό κίνημα, να αποτρέψει την ανάδυση νέων συλλογικών δομών μαχητικής πάλης. Είναι η εποχή όπου όχι μόνο οι δολοφόνοι του Ζακ και του Εμπουκά δεν έχουν προσωποποιηθεί (παρότι οι πολιτικά υπεύθυνοι είναι συγκεκριμένοι), αλλά κυκλοφορούν ελεύθεροι πλέον οι επώνυμοι δολοφόνοι του Αλέξη Γρηγορόπουλου. Είναι η στιγμή όπου όταν ο ισλαμοφασίστας Ερντογκάν καταγγέλει το ελληνικό χριστιανοφασιστικό κράτος για ένοπλες επιθέσεις εναντίον μεταναστών στο Αιγαίο, η ελληνική κυβέρνηση την επόμενη μέρα διαφημίζει τέτοιες επιθέσεις. Είναι η στιγμή που την επέτειο της εξέγερσης του ‘73 την γιορτάζουν οι χουντικοί, με στρατιωτική κατοχή σχολών και γειτονιών, ξυλοδαρμούς on camera, μαζικές συλλήψεις, διαλέξεις σε σχολεία και διαγγέλματα στα καθεστωτικά media. Σα να λένε: «Μην ξεχνιέστε! Και τότε εμείς νικήσαμε».
Συνακόλουθα στον πολιτικό στόχο της «επιτυχίας» ενάντια σε μια ένοπλη οργάνωση, προστίθεται ο ρεβανσισμός εναντίον ενός πρώην πολιτικού κρατούμενου, που του είχε αποδοθεί η συμμετοχή σε άλλη επαναστατική οργάνωση, τον Επαναστατικό Αγώνα, οργάνωση με μεγάλη ιστορία και ενεργούς αιχμαλώτους σήμερα. Όσοι αγωνιστές έχουν υπάρξει κρατούμενοι, παραμένουν εσαεί σε μια κατάσταση ομηρίας. Είναι κομμάτι της αντεπαναστατικής στρατηγικής του κράτους να ψάχνει τρόπους εξόντωσης όποιων φαίνεται να μην έχουν εγκαταλείψει κάθε αγώνα.
Η χείριστη, η πιο ανήθικη κι αντικοινωνική πρακτική που επέλεξε το κράτος για να εκβιάσει εμένα, ήταν η σύλληψη και δίωξη της συντρόφισσάς μου και η απόσπαση των γονιών του από το παιδί μας, έστω για τρεις μέρες, έστω ως απειλή. Πρόκειται για ξεδιάντροπη υποκρισία. Η συντρόφισσα βρέθηκε αιχμάλωτη και διωκόμενη με το νόμο περί όπλων, επειδή στο σπίτι μας «βρέθηκαν μαχαίρια» (εικάζω ότι αναφέρονται σε εργαλεία υπαίθριων δραστηριοτήτων, που υπήρχαν αποθηκευμένα). Ακριβώς αυτά τα εργαλεία τα είχε δει το κλιμάκιο της ασφάλειας που είχε κάνει έρευνα στο σπίτι μου, παρουσία εισαγγελέα στις 26 Αυγούστου, μετά τις πρώτες εισβολές σε καταλήψεις επί νέας κυβέρνησης. Τότε δεν θεωρήθηκαν ποινικώς άξια. Τώρα, με δεδομένα την πρόσφατη έρευνα και την πρόσφατη δική μου φυγή, ποιόν μπορεί να πείσει το σενάριο ότι σ’ αυτό το σπίτι υπήρχαν όπλα; Τι άλλο μπορούν να εφεύρουν οι διωκτικοί μηχανισμοί για να πιέσουν το κοινωνικό περιβάλλον μου και μένα;
Τέτοιες πρακτικές δεν είναι καινοφανείς. Υπάρχει μεγάλο ιστορικό εκβιαστικών διώξεων σε συγγενικά πρόσωπα. Αποτελεί ιστορικό κληρονόμημα του ελληνικού φασισμού η τρομοκράτηση και η διάλυση οικογενειών. Από τον εμφύλιο μέχρι σήμερα. Σχετικά πρόσφατο χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η απαγωγή του παιδιού των αιχμάλωτων αναρχικών και μελών του Επαναστατικού Αγώνα, Πόλας Ρούπα και Νίκου Μαζιώτη, που δεν είχε σε τίποτα να ζηλέψει από το παιδομάζωμα της φρειδερίκης.
Και βέβαια, έκφανση της ίδιας ολοκληρωτικής τρομοκρατίας είναι οι μαζικές έρευνες σε σπίτια, που ακολούθησαν τη σύλληψη των δυο ανθρώπων και συνεχίζονται. Εκτός του κοινωνικού περιβάλλοντός μου, ένας πολιτικός χώρος αντίστασης βρίσκεται στο στόχαστρο τρομοκρατικών επιχειρήσεων. Ο φασιστάκος υπηρεσιακός υπουργός της Novartis που δέχτηκε επίσκεψη αναρχικών συντρόφων με τρικάκια, ενίσταται για την «παραβίαση του οικογενειακού ασύλου», ενώσω το κράτος εισβάλει σε δεκάδες σπίτια και απαγάγει αγωνιστές. Μπορεί το κυνήγι εναντίον του ενός να αποτελεί άλλοθι για την εισβολή στον κοινωνικό βίο, τις απαγωγές, τις απειλές και τις διώξεις εναντίον των πολλών; Πέρασαν κι οι ναζί από εδώ. Όλο το χωριό στον τοίχο. Έκτοτε έμεινε η μεθοδολογία τους.
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται και οι δημοσιογραφικές αναφορές στην κατάληψη GARE. Πρόκειται για μια απόπειρα αναβαθμισμένης ποινικοποίησης του κοινωνικού κινήματος. Να θυμίσω ότι η κατάληψη GARE έχει δεχτεί τρεις αστυνομικές εισβολές. Η πρώτη το Νοέμβρη του ‘17, λίγο μετά την τελευταία πολιτική δράση της οργάνωσης Επαναστατική Αυτοάμυνα και η επόμενη τον Φλεβάρη του ‘18, μαζί με δυο ακόμα καταλήψεις.
Εδώ οφείλω να σχολιάσω και την επανεμφάνιση της κατηγορίας-ομπρέλα περί «επαναστατικού ταμείου». Πρόκειται για μια κατηγορία που στο πρόσφατο παρελθόν επινοήθηκε για να τσουβαλιάσει δικαστικές υποθέσεις, να μπλέξει πολιτικές πράξεις και οργανώσεις με πράξεις ιδιωτικού ενδιαφέροντος και να φορτώσει διωκόμενους με επιπλέον διώξεις και χρόνια φυλακής. Στην περίπτωσή μας είναι άλλη μια σάλτσα για το σενάριο της «εξάρθρωσης» μιας επαναστατικής οργάνωσης.
Με αφορμή τον σχολιασμό σχετικά με την απαλλοτρίωση του καταστήματος-καζίνο του ΟΠΑΠ στον Χολαργό, οφείλω να ενημερώσω ότι τραυματίστηκα μόνος μου. Άλλωστε, όπως φαίνεται στο βίντεο του καταστήματος, το όπλο πέρασε στα χέρια μου, κάτι που δεν θα μπορούσε να είχε γίνει αν είχα ήδη τραυματιστεί. Η ευθύνη του αδέξιου χειρισμού είναι αποκλειστικώς δική μου. Το σενάριο ότι ο ένας τραυμάτισε τον άλλον αποσκοπεί στη διόγκωση του κατηγορητηρίου και στην διάχυση κακοπιστίας μεταξύ των αγωνιζόμενων. Και βέβαια, τίποτα δεν συνδέει τον σύντροφο Σταθόπουλο με την ληστεία.
Οι διωκτικοί μηχανισμοί άρπαξαν μια ευκαιρία που τους δόθηκε απροσδόκητα, αλλά μια νέα επιχείρηση πολιτικής εξόντωσης αγωνιστών και γενικότερα του κοινωνικού και του αναρχικού κινήματος είχε ξεκινήσει από τις πρώτες μέρες της νέας ακροδεξιάς κυβέρνησης. Εκτός από τα γενικά νομικά κι εκτελεστικά μέτρα (νόμος για το «άσυλο», προετοιμασία νέων ποινικών και σωφρονιστικών διατάξεων, εκκενώσεις καταλήψεων, χτυπήματα και συλλήψεις σε κινητοποιήσεις, στρατοκρατία στα Εξάρχεια και στο λαϊκό κέντρο της Αθήνας, απροσχημάτιστες διώξεις και προφυλακίσεις, επιμήκυνση της κράτησης των πολιτικών κρατούμενων) έχει εκδηλωθεί μια σειρά προσωποποιημένων επιθέσεων. Είχα ενημερώσει ευθύς αμέσως δημόσια για την απειλή που δέχτηκα επίσημα από ασφάλεια και εισαγγελέα στις 26 Αυγούστου, να μου φορτώσουν ανά πάσα στιγμή «ναρκωτικά και όπλα». Έκτοτε, δεν έπαψαν να στέλνουν το μήνυμα ότι όπου να ‘ναι «έρχεται η ώρα μου». Προφανώς αυτές οι απειλές δεν αφορούσαν τα αντικείμενα που βρέθηκαν τώρα και για τα οποία αν η «αντι»-τρομοκρατική γνώριζε το ελάχιστο, θα ενεργούσε αμέσως. Ήταν μια πολιτική προγραφή.
Το κράτος δεν διστάζει να εφαρμόσει παρακρατικές μεθόδους. Θα κάνουν τα πάντα προκειμένου να ισοπεδώσουν τις αντιστάσεις, να καταπνίξουν αυτοστιγμεί μια επερχόμενη εξέγερση, να μην αφήσουν ρίζες επαναστατικής προοπτικής. Είναι το βάθεμα της γενικής καπιταλιστικής επίθεσης η συνθήκη που οδηγεί στην αποχαλίνωση της καταστολής. Σ’ αυτές τις συνθήκες είναι αναμενόμενη η προσπάθεια των διωκτικών μηχανισμών να κατασκευάσουν μια «εξαρθρωμένη» οργάνωση πατώντας σε ότι μπορούν να συνδέσουν σεναριακά.
Η ίδια αυτή συνθήκη αποτελεί μια πίεση εξώθησης αγωνιστών προς την παρανομία. Απέναντι στον επελαύνον καθεστωτικό φασισμό, η διαφύλαξη δυνατοτήτων μαχητικής αντίστασης, παρά τις αδυναμίες και τα λάθη της δικής μου προσπάθειας, αποτελεί έκφραση σωφροσύνης.
Προφανώς, έγιναν λάθη που αποτέλεσαν δώρο για τα κοράκια της καταστολής. Ανεξάρτητα από τις λεπτομέρειες, έχω προσωπικά την πολιτική ευθύνη όλων των λαθών που έγιναν από το συμβάν του τραυματισμού μου κι έπειτα, διότι μόνο εγώ ήξερα εξολοκλήρου όλους τους κινδύνους. Η αναλυτική αυτοκριτική θα γίνει δημόσια μέσα στο κίνημα στον κατάλληλο χρόνο. Έτσι κι αλλιώς το σενάριο του παντοδύναμου κράτους που τους έχει όλους εξαρχής μέσα σε κλοιό και εφορμά μόλις οι «κακοί» σκιρτήσουν, είναι εξωπραγματικό και πρέπει να μην γίνεται πιστευτό. Είναι ένα σενάριο που υπηρετεί τα αυθαίρετα κατηγορητήρια, τις σαρωτικές διώξεις και τον γενικό εκφοβισμό.
Έχουμε απέναντί μας ένα ολιγαρχικό σύστημα που προχωρά προς την τελική λεηλασία. Ο φασισμός του εκδιπλώνεται πλέον απροκάλυπτα. Αν δεν κρατήσουμε ψηλά τη σημαία της ελευθερίας και της αλληλεγγύης θ’ αφεθούν τα πάντα στον εκμαυλισμό και την αρπαχτικότατα που ξεκινάει από την κορυφή της καπιταλιστικής πυραμίδας. Έχουμε ευθύνη για τον κόσμο που φτιάχνουμε για τα παιδιά της γης. Οι αναρχικοί ήταν σ’ όλη τους την ιστορία στην πρώτη γραμμή της κοινωνικής αντίστασης. Κι έτσι πρέπει να παραμείνουμε. Στον μοναδικό σκοπό που ενώνει την ανθρωπότητα.
Για την κοινωνική επανάσταση που θα καταργήσει την εκμετάλλευση και τον κανιβαλικό αστικό πολιτισμό, για έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι θα θυσιαζόμαστε ο ένας για τον άλλον.
Οι μάχες οπισθοφυλακών που δίνουμε στον ελλαδικό χώρο εδώ κι οχτώ χρόνια, φωτίζονται από τους εξεγερμένους του πλανήτη που δεν υποχωρούν μπροστά στις δολοφονικές δυνάμεις των κρατών, όπως σήμερα στη Χιλή, στο Ιράκ και το Ιράν, ακόμα στη Γαλλία, πάντα στην Παλαιστίνη και την Ινδία,
φωτίζονται από τις νέες ζαπατιστικές κοινότητες της Τσιάπας,
φωτίζονται από τους χιλιάδες μάρτυρες της συνομοσπονδιακής κοινωνικής αντίστασης στη Β. Συρία, το Μπακούρ, το Μπασούρ και τη Ροζιλάτ, από τους ντόπιους και αλληλέγγυους διεθνιστές που κράτησαν τη Σερεκάνη απέναντι στον ισλαμοφασισμό που είχε τη στήριξη όλων των ιμπεριαλιστών κι αποχώρησαν ελεύθεροι και με τα όπλα ψηλά.
Δημήτρης Χατζηβασιλειάδης