Αλλαγές που αναμορφώνουν το οικογενειακό δίκαιο και αφορούν την προστασία των ανήλικων παιδιών περιλαμβάνει το νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, στο κεφάλαιο που αφορά τις σχέσεις γονέων και τέκνων. Το νομοσχέδιο αναμένεται να παρουσιαστεί μέσα στο επόμενο υπουργικό συμβούλιο.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, εισάγεται για πρώτη φορά η υποχρέωση των γονιών να προσφεύγουν αρχικά σε διαμεσολαβητή σε περίπτωση που διαφωνούν για ζητήματα του ανήλικου παιδιού τους. Αν δεν καταφέρουν με τον τρόπο αυτό να βρουν λύση, τότε θα επιλαμβάνεται η Δικαιοσύνη.
Παράλληλα, το νομοσχέδιο προβλέπει ότι πριν από κάθε απόφαση που θα αφορά τη γονική μέριμνα, το δικαστήριο μπορεί να ζητήσει τη γνώμη του παιδιού, ενώ οι υποθέσεις οικογενειακού δικαίου θα εκδικάζονται πλέον μόνο από δικαστές οι οποίοι θα έχουν περάσει από ειδικά σεμινάρια και προγράμματα επιμόρφωσης από την Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών.
Στο άρθρο 5 του νομοσχεδίου αναφέρεται ότι κάθε απόφαση των γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του παιδιού. Σε περίπτωση κατά την οποία δεν βρεθεί λύση μεταξύ των γονέων και καταλήξουν στη Δικαιοσύνη, τότε στην περίπτωση αυτή το δικαστήριο θα πρέπει να σέβεται την ισότητα μεταξύ των γονέων και να μην κάνει διακρίσεις εξαιτίας ιδίως του φύλου, του σεξουαλικού προσανατολισμού, της φυλής. Επίσης κατά το δικαστήριο «ανάλογα με την ωριμότητα του τέκνου πρέπει να ζητείται και να συνεκτιμάται η γνώμη του, πριν από κάθε απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα και τα συμφέροντά του, εφόσον η γνώμη του τέκνου κριθεί από το δικαστήριο ότι δεν αποτελεί προϊόν καθοδήγησης ή υποβολής».
Τα άρθρα 6 και 15 αναφέρονται στη διαμεσολάβηση και ορίζουν ότι σε περίπτωση διαφωνίας κατά την άσκηση της γονικής μέριμνας «οι γονείς υποχρεούνται να καταβάλλουν προσπάθεια για την εξεύρεση κοινά αποδεκτών λύσεων, προσφεύγοντας, εάν είναι απαραίτητο, σε διαμεσολάβηση». Αν όμως διαφωνούν και «το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να ληφθεί απόφαση, αποφασίζει το δικαστήριο», ενώ ο ορισμός του διαμεσολαβητή από το δικαστήριο θα γίνεται από ειδικό «μητρώο οικογενειακών διαμεσολαβητών».
Τα άρθρο 10 και 13 του νομοσχεδίου αναφέρονται σε θέματα επιμέλειας, ονοματοδοσίας, θρησκείας, επικοινωνίας και υγείας του ανήλικου παιδιού. Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι όταν «η επιμέλεια ασκείται από τον ένα γονέα ή έχει γίνει κατανομή της μεταξύ των γονέων, οι αποφάσεις για την ονοματοδοσία του τέκνου, για το θρήσκευμα, για ζητήματα της υγείας του, εκτός από τα επείγοντα και τα εντελώς τρέχοντα, καθώς και για ζητήματα εκπαίδευσης που επιδρούν αποφασιστικά στο μέλλον του, λαμβάνονται και από τους δύο γονείς από κοινού». Ακόμη, για «τη μεταβολή του τόπου διαμονής του τέκνου που επιδρά ουσιωδώς στο δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο απαιτείται προηγούμενη έγγραφη συμφωνία των γονέων ή προηγούμενη δικαστική απόφαση που εκδίδεται μετά από αίτηση ενός από τους γονείς. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει κάθε πρόσφορο μέτρο».
Στο άρθρο 9 του νομοσχεδίου καθορίζονται θέματα τέκνων εκτός γάμου. Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι η «γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου που γεννήθηκε και παραμένει χωρίς γάμο των γονέων του ανήκει στη μητέρα του». Σε περίπτωση που το παιδί αναγνωρίστηκε από τον πατέρα αποκτά γονική μέριμνα και ο πατέρας. Όμως, σε περίπτωση δικαστικής αναγνώρισης, στην οποία αντιδίκησε ο πατέρας, «αυτός δεν ασκεί γονική μέριμνα ούτε αναπληρώνει τη μητέρα στην άσκησή της, εκτός αν υπάρχει συμφωνία των γονέων».