Του Κώστα Ιερίδη
Έντονες αντιδράσεις προβλέπονται από κύκλους της αγοράς στο σχέδιο του Υπουργείου Οικονομικών για μείωση κατά 20% των αντικειμενικών αξιών και μετακύλιση της διαφοράς που προκύπτει στα δημόσια έσοδα από τον ΕΝΦΙΑ (500-600 εκατ. ευρώ) στους κατόχους μεσαίας και μεγάλης ακίνητης περιουσίας.
Ο ΕΝΦΙΑ αποτελεί σταθερή πηγή εσόδων για τα κρατικά ταμεία και οι δανειστές έχουν επανειλημμένα εκφράσει τη ρητή αντίθεσή τους σε οποιαδήποτε συζήτηση κατάργησης ή μείωσης του συγκεκριμένου φόρου
Το οικονομικό επιτελείο προσανατολίζεται στη μετακύλιση του φορολογικού βάρους από μια κατηγορία ιδιοκτητών (μικρή ακίνητη περιουσία) σε άλλη (μεσαία και μεγάλη ιδιοκτησία) μέσω της αύξησης των φορολογικών συντελεστών επί της αξίας του ακινήτου και του καθορισμού πολύ χαμηλού αφορολογήτου.
Το οικονομικό επιτελείο προσανατολίζεται στη μετακύλιση του φορολογικού βάρους από μια κατηγορία ιδιοκτητών (μικρή ακίνητη περιουσία) σε άλλη (μεσαία και μεγάλη ιδιοκτησία)Κάτι τέτοιο σημαίνει ότι πολλοί φορολογούμενοι -κυρίως όσοι κατέχουν ακίνητα μεσαίας και μεγάλης αξίας- θα κληθούν να πληρώσουν τα ίδια ποσά φόρου ή ενδεχομένως και μεγαλύτερα για την ακίνητη περιουσία τους, ακόμη και μετά τη μείωση των αντικειμενικών αξιών. Κι αυτό θα συμβεί επειδή ο ΕΝΦΙΑ υπολογίζεται με συντελεστές βασικού φόρου ανά τ.μ. που αντιστοιχούν σε κλιμάκια με μεγάλο εύρος αντικειμενικών τιμών.
Ως εκ τούτου, σε πολλές περιπτώσεις ακόμα και μετά τη μείωση των αντικειμενικών τιμών, πολλοί ιδιοκτήτες θα παραμείνουν στα ίδια κλιμάκια υπολογισμού του φόρου και δεν θα διαπιστώσουν καμία ελάφρυνση στη φορολογική τους επιβάρυνση.
Ποιοι φόροι θα επηρεαστούν λόγω αντικειμενικών
Οι αλλαγές στις αντικειμενικές τιμές των ακινήτων αναμένεται να συμπαρασύρει μια σειρά από φόρους. Ειδικότερα:
Φόρος μεταβίβασης. Στις αγοραπωλησίες ακινήτων επιβάλλεται φόρος με συντελεστή 3% επί της αντικειμενικής τιμής για την αγορά πρώτης κατοικίας, οικοπέδων η αγροτεμαχίων και γενικά σπιτιών με άδεια οικοδομής πριν το 2006. Ο φόρος για την αγορά πρώτης κατοικίας εφαρμόζεται στο ποσό της αξίας που υπερβαίνει τα αφορολόγητα όρια και τα οποία είναι 200.000 ευρώ για τον άγαμο και 250.000 ευρώ για τον έγγαμο. Το ποσό προσαυξάνεται κατά 25.000 ευρώ για καθένα από τα δύο πρώτα παιδιά και κατά 30.000 ευρώ για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα του.
Τεκμήρια διαβίωσης. Ισχύουν για τις κατοικίες και υπολογίζονται ανάλογα με την τιμή ζώνης και το εμβαδόν του ακινήτου. Ειδικότερα, στο τεκμαρτό εισόδημα που υπολογίζει η Εφορία ως ελάχιστο φορολογητέο για τις κατοικίες που βρίσκονται σε περιοχές με τιμή ζώνης μέχρι 2.799 ευρώ/τ.μ., η επιβάρυνση ξεκινάει από τα 40 ευρώ για ακίνητα μέχρι 80 τ.μ. και φθάνει τα 400 ευρώ για πάνω από 300 τ.μ. Σε περιοχές με τιμή ζώνης 2.800-4.999 ευρώ/τ.μ. τα παραπάνω ποσά αυξάνονται κατά 40% και για τιμές πάνω από 5.000 ευρώ/τ.μ. κατά 70%. Όταν πρόκειται για μονοκατοικία υπάρχει επιπλέον αύξηση 20%.
Ενοίκια. Το ελάχιστο ποσό ενοικίου που θα πρέπει να δηλώσει στην Εφορία ο εκμισθωτής υπολογίζεται με συντελεστή 3,5% επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου και με βάση τα τετραγωνικά της κατοικίας. Αυτό σημαίνει ότι αν ο εκμισθωτής δηλώσει έσοδα χαμηλότερα από το παραπάνω ποσό θα φορολογηθεί βάσει τεκμαρτού ενοικίου.
ΦΠΑ οικοδομών. Σήμερα η αγορά νεόδμητων ακινήτων -πλην της πρώτης κατοικίας- με άδεια κατασκευής από την 1η Ιανουαρίου 2006 και μετά, επιβαρύνεται με ΦΠΑ 23% επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Επίσης, με ΦΠΑ 23% επιβαρύνεται ο οικοπεδούχος στην περίπτωση της αντιπαροχής.
Τέλος Ακίνητης Περιουσίας. Το τέλος που επιβάλλεται μέσω των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος και εισπράττουν οι Δήμοι υπολογίζεται με βάση την αντικειμενική αξία και την έκταση του ακινήτου.