Καθώς οι πανηγυρισμοί κοπάζουν κι επιστρέφει στην πολιτική ο ρεαλισμός της καθημερινότητας, η κυβέρνηση έρχεται αντιμέτωπη με τη νέα γενιά προαπαιτούμενων, που θα πρέπει να υλοποιήσει σε ασφυκτικά χρονικά περιθώρια.
Το μεγάλο ερωτηματικό είναι ποια κυβέρνηση μπορεί να «σηκώσει το βάρος» τέτοιων παρεμβάσεων. Πως μπορεί να περάσει τέτοιες αλλαγές στην καθημερινότητα των Ελλήνων, που είναι επιβαρυμένη από επτά χρόνια επιτροπείας και βίαιων αλλαγών σε πολλά από όσα ίσχυαν για δεκαετίες.
Η κυβέρνηση Τσίπρα, έχοντας απολέσει μεγάλο μέρος της εκλογικής της δύναμης κι έχοντας ήδη ένα κυβερνητικό εταίρο είναι δύσκολο να προχωρήσει χωρίς απώλειες στην υλοποίηση όσων βρίσκονται σε εκκρεμότητα. Βεβαίως, καλείται να διαχειριστεί και μια «αδικία».
Μεταξύ των 113 προαπαιτούμενων που πρέπει να υλοποιηθούν περιλαμβάνονται και πολλά από όσα οι προηγούμενες κυβερνήσεις «ξέχασαν» ή δεν μπόρεσαν να υλοποιήσουν
Το κυρίαρχο πρόβλημα το επόμενο διάστημα θα είναι πολιτικό.
Θα είναι πρόβλημα διαχείρισης των απαιτήσεων των δανειστών, το οποίο θα προκαλεί σοβαρές παρενέργειες στην οικονομία.
Η τρίτη αξιολόγηση έχει κάνει ήδη «πρεμιέρα» και έχει αρκετά δύσκολα πεδία. Ούτε λίγο, ούτε πολύ περιλαμβάνει σημαντικές παρεμβάσεις στο δημόσιο, συμπεριλαμβανομένου του μισθολογικού κόστους.
Αιχμή θα αποτελέσει η κατάργηση κάποιων επιδομάτων και η περικοπή ορισμένων άλλων.
Για παράδειγμα τα επιδόματα στο Δημόσιο, που αφορούν την παραγωγικότητα θα πρέπει να θεωρούνται παρελθόν.
Η τρίτη αξιολόγηση θα περιλαμβάνει διορθωτικές κινήσεις σε θέματα που αξιολογήθηκαν και συμφωνήθηκαν στις προηγούμενες δύο και παρουσιάζουν σοβαρές δυσλειτουργίες ή δεν είναι τόσο αποτελεσματικέςΣτο ίδιο πλαίσιο θα πρέπει να γίνουν παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη με κύριο στόχο την επιτάχυνση εκδίκασης των υποθέσεων, ώστε οι μελλοντικοί επενδυτές να αποκτήσουν εδραιωμένη πεποίθηση ότι εάν προκύψει κάτι θα βρουν το δίκιο τους και μάλιστα γρήγορα, κι όχι μετά από 10 χρόνια.
Βεβαίως η τρίτη αξιολόγηση θα περιλαμβάνει διορθωτικές κινήσεις σε θέματα που αξιολογήθηκαν και συμφωνήθηκαν στις προηγούμενες δύο και παρουσιάζουν σοβαρές δυσλειτουργίες ή δεν είναι τόσο αποτελεσματικές.
Το παράδοξο είναι ότι σύμφωνα με το αρχικό χρονοδιάγραμμα η τρίτη αξιολόγηση πρέπει να ολοκληρωθεί τον Σεπτέμβριο(!), μήνα διενέργειας των γερμανικών εκλογών. Ουδείς μπορεί να πει εν μέσω θέρους εάν κάτι τέτοιο είναι εφικτό.
Επαναφέρουν την «εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ»
Επίσης, θα πρέπει να ενεργοποιήσουν όλα τα μέτρα για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, να προχωρήσουν σε νέες παρεμβάσεις στις αγορές στη βάση των εργαλειοθηκών του ΟΟΣΑ αλλά και στα επαγγέλματα, πολλά από τα οποία με τον έναν ή τον άλλον τρόπο παραμένουν «κλειστά».
Ακόμη πρέπει να γίνουν παρεμβάσεις στον χωροταξικό σχεδιασμό, στο κτηματολόγιο, αλλά και στο εργασιακό.
Νέες παρεμβάσεις θα καταγράφονται στα συνοδευτικά κείμενα του μνημονίου για τον τομέα των ιδιωτικοποιήσεων με αναλυτικό πρόγραμμα «κρατικών δράσεων που θα επιτρέπουν την επιτυχή διενέργεια των διαγωνισμών».
Νέοι στόχοι τίθενται στις προσλήψεις, στην αποπολιτικοποίηση των διευθυντών, την αξιολόγηση των επιδόσεων και την κινητικότητα.
Επίσης, οι δανειστές αναμένουν παρεμβάσεις στην θεσμική και λειτουργική ανεξαρτησία βασικών θεσμών, με έμφαση στην Αρχή Δημοσίων Εσόδων και στην ΕΛΣΤΑΤ.
Η Bank of America Merrill Lynch για την τρίτη αξιολόγηση
Η BofA αναμένει πως οι συζητήσεις για την τρίτη αξιολόγηση του προγράμματος θα ξεκινήσουν αυτό το φθινόπωρο θα είναι επίσης πολύ δύσκολες. Η επόμενη αξιολόγηση θα επικεντρωθεί στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ένα πολύ προβληματικό κομμάτι του ελληνικού προγράμματος, καθώς και στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών, η οποία είναι μία πολύ μεγάλη πρόκληση.
Εάν αυτές οι συζητήσεις καθυστερήσουν και η αξιολόγηση συνεχιστεί το επόμενο έτος, τότε στην ατζέντα θα συμπεριληφθούν επίσης οι λεπτομέρειες σχετικά με την ελάφρυνση του χρέους και τη συζήτηση του τι θα γίνει μετά το 2018, όταν και το πρόγραμμα τελειώσει.
Η επόμενη αξιολόγηση θα επικεντρωθεί στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ένα πολύ προβληματικό κομμάτι του ελληνικού προγράμματος, καθώς και στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών
Η πρόσβαση στις αγορές νωρίτερα είναι δυνατή αλλά με υψηλότερο κόστος και μόνο για μικρά ποσά, καταλήγει η BofA.