Μια εμβληματική φωτογραφία της Εθνικής Αντίστασης, που απεικονίζει την αντάρτισσα του ΕΛΑΣ Ελένης Γκελντή – Παναγιωτίδου. Η «Τιτίκα» με καταγωγή από την Ποντοκώμη Κοζάνης, έφυγε από τη ζωή στι 19 Οκτώβρη του 2018, σε ηλικία 90 χρόνων.
Την αντάρτισσα Τιτίκα «έκλεισε» μέσα στο φωτογραφικό του φακό ο μεγάλος φωτογράφος Σπύρος Μελετζής, τον Αύγουστο του 1944. Η φωτογραφία του αυτή, που «ταξίδεψε» σε όλες τις γωνιές του κόσμου όπου έφτασε ο αχός της ηρωικής εποποιίας της Αντίστασης των Ελλήνων πατριωτών ενάντια στο φασίστα καταχτητή και τους ντόπιους συνεργάτες του, και επιχειρήθηκε να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από τους πολιτικούς απογόνους αυτών που η Τιτίκα λεβέντικα πολέμησε στο βουνό με το ένδοξο ελασίτικο τουφέκι της, κουβαλάει πίσω της μια ιστορία. Μια ιστορία σαν τις μυριάδες μικρές ιστορίες που συναπαρτίζουν τα μεγάλα κατορθώματα των λαών της ανθρωπότητας, η οποία αξίζει να αναφερθεί.
Ο Σπύρος Μελετζής πήρε χιλιάδες φωτογραφίες οργώνοντας σπιθαμή προς σπιθαμή τους κάμπους και τα βουνά της Ελλάδας την περίοδο της Κατοχής και της Αντίστασης. Απαθανάτισε με το φωτογραφικό του φακό τη φρίκη του πολέμου και τον ηρωισμό αυτών που πολεμούν για λευτεριά και δίκιο. Αποτύπωσε στο ασπρόμαυρο του χαρτιού τα πρόσωπα πολλών λαογέννητων αρχηγών, αξιωματικών και απλών μαχητών – μαχητριών της Αντίστασης. Η φωτογραφία με τη νεαρή αντάρτισσα Τιτίκα Παναγιωτίδου να κρατάει σφιχτά στα χέρια της το τιμημένο όπλο του ΕΛΑΣ, πέρασε στην αιωνιότητα. Δημοσιεύτηκε σε εφημερίδες και περιοδικά, τυπώθηκε σε λευκώματα και βιβλία, έγινε αφίσα που στόλισε αίθουσες, γραφεία αλλά και νεανικά δωμάτια, έγινε γραμματόσημο (το φιλοτέχνησε ο ζωγράφος Παναγιώτης Γράβαλος). Έχει ενδιαφέρον, λοιπόν, να μάθουμε την ιστορία της, αφήνοντας τους ίδιους τους πρωταγωνιστές να μιλήσουν…
Όμως, ας δούμε πρώτα ποια είναι η Τιτίκα, που είπε ψέματα για την ηλικία της προκειμένου να της επιτραπεί να καταταχτεί στον ΕΛΑΣ. Όπως διαβάζουμε στο βιβλίο «Γεννηθείς εις Καύκασον Ρωσσίας», των Ανδρέα Αθανασιάδη και Χρήστου Μιχαηλίδη, η Τιτίκα «σε ηλικία 16 χρόνων κατατάσσεται –από τον Φεβρουάριο του 1944- στην υποδειγματική διμοιρία Ανταρτισσών της ΙΧης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ, στον Πεντάλοφο Κοζάνης. Στις 6 Ιουλίου 1944 η Τιτίκα θα παρουσιαστεί για εκπαίδευση, μαζί με άλλες έντεκα κοπέλες, στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών ΕΛΑΣ στη Ρεντίνα Καρδίτσας. Τοποθετείται στον 1ο Λόχο με διοικητή τον υπολοχαγό Αλέκο Βραχιάτη. Θα αποφοιτήσει τελικά στις 5 Σεπτεμβρίου 1944. Θα ονομαστεί ανθυπολοχαγός και θα χρηματίσει Διοικητής Λόχου Ανταρτισσών, επιλέγοντας-ως αξιωματικός πλέον- το 28ο Σύνταγμα της ΙΧης Μεραρχίας ΕΛΑΣ».
Τον Αύγουστο του 1944 ο Σπύρος Μελετζής φτάνει στη σχολή με εντολή της οργάνωσης, για να φωτογραφίσει μαχητές και μαχήτριες του ΕΛΑΣ. Προσπαθεί να επιλέξει το καταλληλότερο πρόσωπο που θα συμβολίσει στον «έξω κόσμο» τη γυναίκα της αντίστασης. Η δύναμη της εικόνας δεν είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της δικής μας μόνο εποχής…
Η Τιτίκα θυμάται: «Είχαμε το στρατηγό Πούντιο. Μας κάλεσε ένα πρωινό όλες τις αξιωματικίνες, τις 11. Και λέμε εμείς τώρα όλες μαζί τι να μας θέλει ο στρατηγός; Μας παρουσιάζει τον Σπύρο Μελετζή. Θέλει να σας βγάλει φωτογραφία. Για να δημοσιευθούν και να μάθουν και όλες οι γυναίκες ότι πραγματικά υπάρχουν γυναίκες που πολεμούν. Στο δρόμο αυτά μας τα έκανε πιο λιανά ο Μελετζής και μας έβγαλε έξω εκεί που κάναμε τις ασκήσεις, με φόντο την απεραντοσύνη, να βγάζει φωτογραφία. Είχε μεγαλούτσικη μηχανή. Πότε κοντά, πότε αυτό, μια ανφάς, μια προφίλ, μία από εδώ, μια από εκεί».
Ο πεπειραμένος φωτογράφος φωτογραφίζει τα κορίτσια όλα μαζί και κάθε ένα ξεχωριστά. Κάποια στιγμή αρχίζει να εξετάζει προσεκτικά τα πρόσωπά τους. Προσπαθεί να διαλέξει το καταλληλότερο. Αλλάζει συνεχώς θέση και τις κοιτά από κάθε δυνατή γωνία. Αναζητά την πιο αντιπροσωπευτική μορφή: «Θέλω να διαλέξω ανάμεσά σας μια κοπέλα που η φωτογραφία της θα φιγουράρει σε περιοδικά και εφημερίδες. Πρέπει να τη δουν, να καταλάβουν όλοι το γενναίο αγώνα σας για την κατάχτηση των γυναικείων δικαιωμάτων. Όλοι διψούν να δουν φωτογραφίες. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, κορίτσια πως πρέπει να σας προσέξω πολύ για να βρω το κατάλληλο πρόσωπο, ένα τέλειο προφίλ», τους λέει.
Το κορίτσι που τελικά θα επιλεγεί για να συμβολίσει το πρότυπο της ένοπλης αντάρτισσας, είναι η μικρή ανθυπολοχαγίνα Τιτίκα Παναγιωτίδου, από την Ποντοκώμη.
«Ωχ, η καρδιά μας άρχισε να χτυπάει», θυμάται η Τιτίκα. «Όλες το ομολόγησαν και εγώ το ομολογώ. Γιατί η κάθε μία ήθελε αυτή να είναι το πρόσωπο που θα διαλέξει. Αγωνία. Νομίζω ότι δεν θα είχα τόση αγωνία αν ήταν να κυριεύσω ένα εχθρικό λόφο, που συνήθως κάνουν, και υπάρχουν και τέτοιες περιπτώσεις, γιατί εκεί ήταν άλλο το θάρρος, άλλο να λες θέλω να βγω πρώτη, να προχωρήσω μπροστά. Εδώ ήταν κάτι άλλο. Και ξαφνικά ανακοινώνει το όνομά μου. Οι άλλες στην άκρη και έβγαζε εμένα φωτογραφίες. Μία εδώ, μια εκεί, όπως είπα, ανφάς, προφίλ, έτσι, έτσι, έτσι…».
Η Τιτίκα δέχεται με χαρά και συγκίνηση την απόφαση του φωτογράφου και η μορφή της περνά τα σύνορα της αιωνιότητας, όπως άλλωστε και το ίδιο το έπος της Αντίστασης.
«Ήθελα με τέσσερις – πέντε φωτογραφίες να δώσω το έπος της Εθνικής Αντίστασης», θα πει, πολλά χρόνια αργότερα, ο Σπύρος Μελετζής. «Προσπαθούσα μέσα σε κάθε φωτογραφία, να πιάσω την έκφραση, τις κινήσεις, αυτό που έβγαινε μέσα από κάθε στιγμή. Ήθελα ακόμα και ο πιο μικρός αντάρτης να έχει μεγαλείο, να έχει έκφραση». Και όταν τον ρωτούν ποιες φωτογραφίες θεωρεί ενδεικτικές αυτού του αγώνα, χωρίς να σκεφτεί απαντά: «Χωρίς αμφιβολία, η αντάρτισσα η Τιτίκα και ο ανώνυμος αντάρτης που κρατάει το όπλο του και είναι σκαρφαλωμένος πάνω σε μια ράχη. Εξάλλου, συνέχισε, αυτές οι δυο φωτογραφίες έκαναν το γύρο του κόσμου. Επίσης το πορτρέτο του Άρη Βελουχιώτη και οι μοναδικές φωτογραφίες που τράβηξα από το Εθνοσυμβούλιο της Ελεύθερης Ελλάδας, είναι ενδεικτικές. Αυτές οι φωτογραφίες είχαν την έκφραση και την κίνηση του λαϊκού αγωνιστή».
Και η Τιτίκα Παναγιωτίδου-Γκελντή, 64 χρόνια μετά το πέρασμα της μορφής της στην αιωνιότητα, θα εκφράσει την πίκρα τη δική της, αλλά και χιλιάδων ακόμα αγωνιστών της λευτεριάς του λαού μας: «Εκείνη τη στιγμή δεν μπορούσα να αντιληφθώ πόσο θα επηρέαζε τη ζωή μου αυτή η φωτογραφία. Στα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν, η φωτογραφία με έκανε ακόμα πιο αναγνωρίσιμη, αλλά και πιο ευάλωτη, αφού μέχρι και φυλακή πήγα. Ήταν το πικραμένο “ευχαριστώ” για όσα είχαμε κάνει για την ελευθερία της πατρίδας μας».
Πηγή: kozani.tv