Η Ελλάδα παρέλαβε και τα 24 μαχητικά αεροσκάφη Rafale της 332 Μοίρας «Γεράκι». Η τελευταία «Ριπή» προσγειώθηκε στην 114 Πτέρυγα Μάχης στην Τανάγρα λίγο μετά τη μία το μεσημέρι της Πέμπτης. Πρόκειται για το μονοθέσιο αεροσκάφος με τον σειριακό αριθμό «457», νέας κατασκευής, που αποτελεί την πιο σύγχρονη προσθήκη στο οπλοστάσιο της Πολεμικής Αεροπορίας.
Το συγκεκριμένο Rafale ανήκει στη δεύτερη -συμπληρωματική- σύμβαση, με την οποία ο αριθμός των ελληνικών δελταπτέρυγων μαχητικών 4,5ης γενιάς αυξήθηκε από 18 σε 24.
Το τυπικό σκέλος της παραλαβής του ολοκληρώθηκε στα μέσα Δεκεμβρίου στο Μερινιάκ του Μπορντό και αφού διευθετήθηκαν οι διαδικασίες μεταφοράς του στην Ελλάδα, πέταξε, χωρίς να απαιτηθεί στάση για ανεφοδιασμό, για την Τανάγρα.
Η Αθήνα κινήθηκε ταχύτατα και μέσα σε μόλις τέσσερα χρόνια απέκτησε μία πλήρως εξοπλισμένη πολεμική Μοίρα αεροσκαφών Rafale, η οποία αλλάζει σημαντικά την ισορροπία δυνάμεων στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Η Ελλάδα απέκτησε σαφή αεροπορική υπεροχή έναντι της Τουρκίας, καθώς όχι μόνο ενέταξε ένα μαχητικό 4,5ης γενιάς, τεχνολογία που δεν απαντάται στο οπλοστάσιο των γειτόνων, αλλά με την προσθήκη των πυραύλων μέσου βεληνεκούς Meteor «κλείδωσε» το FIR Αθηνών από κάθε πιθανή απειλή.
Η ανάγκη για την απόκτηση ενός σύγχρονου μαχητικού πολλαπλών ρόλων, το οποίο θα διαθέτει σύγχρονο ραντάρ και αισθητήρες, μεγάλη επιχειρησιακή εμβέλεια αλλά και όπλα αεροπορικής υπεροχής και στρατηγικής κρούσης, προέκυψε κατά την ελληνοτουρκική κρίση του 2020.
Η Πολεμική Αεροπορία δεν είχε παραλάβει ακόμη τα πρώτα F-16 Viper. Τα Mirage 2000 και τα Mirage 2000-5 υπέφεραν από πολύ χαμηλές διαθεσιμότητες εξαιτίας της δεκαετούς οικονομικής κρίσης ενώ τα F-4 Phantom θεωρούνταν ήδη γερασμένα. Η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία, αφού έθεσε ως προτεραιότητα την απόκτηση των πυραύλων Meteor, φορέας του οποίου είναι το Rafale, στράφηκαν στο Παρίσι για την απόκτηση μιας Μοίρας αρχικά 18 αεροσκαφών.
Στις 25 Ιανουαρίου 2021 έπεσαν οι υπογραφές για την πρώτη «παρτίδα» μαχητικών Rafale της έκδοσης F3R. Επρόκειτο για δώδεκα ελαφρώς μεταχειρισμένα και έξι καινούργια αεροσκάφη, τα οποία μαζί με τα όπλα τους, την αρχική υποστήριξη, την εκπαίδευση πιλότων και τεχνικών και τις υποδομές που στήθηκαν στην Τανάγρα, κόστισαν περίπου 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Από τα 18 αεροσκάφη, 14 είναι μονοθέσια και τέσσερα διθέσια.
Το πρώτο Rafale παραδόθηκε στην Πολεμική Αεροπορία τον Ιούλιο του 2021. Τα πρώτα έξι αεροσκάφη παρέμειναν στη Γαλλία για την εκπαίδευση των ιπταμένων και η υποδοχή τους στην Τανάγρα έγινε στις 19 Ιανουαρίου 2022, με μια ιδιαίτερη τελετή παρουσία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη. Δύο μήνες αργότερα, η Αθήνα προχωρά σε συμπληρωματική παραγγελία για ακόμη έξι καινούργιας κατασκευής Rafale, έναντι 1,09 δισεκατομμυρίου ευρώ, ώστε η δύναμη της 332 Μοίρας «Γεράκι» να αυξηθεί σε 24, αριθμός που επιτυγχάνει οικονομίες κλίμακος αλλά και υψηλότερες διαθεσιμότητες.
Τον Σεπτέμβριο του 2023, η 332 Μοίρα έχοντας παραλάβει τα 18 Rafale της πρώτης σύμβασης κηρύσσεται πλήρως επιχειρησιακή λαμβάνοντας την πιστοποίηση FOC (Full Operational Capability). Ένα χρόνο μετά, τον Σεπτέμβριο του 2024 ξεκίνησε η παραλαβή της νέας παρτίδας, η οποία ολοκληρώθηκε στις 9 Ιανουαρίου 2025.
Το παράδειγμα της Αθήνας ακολούθησαν στη συνέχεια και άλλες χώρες, οι οποίες εντάσσονται στους χρήστες του δικινητήριου γαλλικού μαχητικού. Η Κροατία παραλαμβάνει ήδη τα πρώτα της Rafale και ακολουθούν η Σερβία, η Ινδονησία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Ιράκ που έρχονται να προστεθούν στους ενεργούς χρήστες, τη Γαλλία, την Αίγυπτο, το Κατάρ, την Ινδία και την Ελλάδα.
Σε μία από τις πιο πρόσφατες επιχειρήσεις στις οποίες συμμετείχαν, τον Απρίλιο του 2024, τα γαλλικά Rafale που στάθμευαν στην Ιορδανία ανέλαβαν την κατάρριψη αριθμού βαλλιστικών πυραύλων και μη επανδρωμένων αεροσκαφών που εξαπέλυσε το Ιράν εναντίον του Ισραήλ. Σε Rafale αποδίδεται και η επίθεση στη βάση Αλ Ουατίγια της Λιβύης, όπου στο στόχαστρο βρέθηκαν τουρκικά οπλικά συστήματα που είχαν μετασταθμεύσει στο συγκεκριμένο αεροδρόμιο.