Το πλέον συγκεντρωτικό εκπαιδευτικό σύστημα στην Ευρώπη διαθέτει η χώρα μας, σύμφωνα με έρευνα της Ε.Ε. για την ηγεσία και την αυτονομία των σχολείων που ξεκίνησε πριν από τρία χρόνια και ολοκληρώθηκε τον περασμένο Αύγουστο.
Σύμφωνα με την έρευνα, η οποία στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκε από την Ομάδα Εκπαιδευτικής Έρευνας και Αξιολόγησης του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας, σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, στα εκπαιδευτικά συστήματα των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρατηρείται σχετικά μεγάλη αυτονομία των σχολικών μονάδων στα θέματα των μεθόδων διδασκαλίας, της επιλογής των σχολικών εγχειριδίων ή της επιλογής των μαθητών τους, με την «αξιοσημείωτη εξαίρεση της Ελλάδας, όπου τα ζητήματα αυτά καθορίζονται από τις εκπαιδευτικές Αρχές».
Η Ελλάδα, η Κύπρος και η Μάλτα είναι οι μόνες χώρες της Ε.Ε. όπου τα σχολικά εγχειρίδια καθορίζονται από τις εκπαιδευτικές Αρχές, ενώ στη Γαλλία συμβαίνει το ίδιο μόνο για τα σχολικά εγχειρίδια των μαθημάτων επιλογής.
Η Ελλάδα, η Κύπρος και η Γαλλία είναι επίσης η εξαίρεση στον κανόνα που θέλει τις σχολικές μονάδες να επιλέγουν τους καθηγητές που θα καλύψουν τα κενά τους σε προσωπικό, καθώς και να έχουν τον πρώτο λόγο στο θέμα των απολύσεων και της επιλογής του διευθυντή τους.
Από την έρευνα προκύπτει ότι σε αδρές γραμμές τα εκπαιδευτικά συστήματα στην Ευρώπη χωρίζονται σε διάφορα επίπεδα ως προς την αυτονομία των σχολείων. Στην πλευρά των πιο συγκεντρωτικών συστημάτων βρίσκει κάποιος την Ελλάδα και το Λουξεμβούργο. Από την άλλη πλευρά, η μεγαλύτερη αυτονομία καταγράφεται σε Αγγλία, Ολλανδία, Εσθονία, Σκωτία, Βέλγιο, Φινλανδία, Τσεχία, Ουγγαρία και Σλοβακία. Ακολουθούν η Δανία, η Σουηδία, η Σλοβενία και η Πολωνία, όπου πάντως το αναλυτικό πρόγραμμα μαθημάτων και οι ώρες διδασκαλίας αποφασίζονται κεντρικά.
Κεντρικά (ή αυτοδιοικητικά) λαμβάνονται οι αποφάσεις στα θέματα του οικονομικού προγράμματος και της διάθεσης πόρων στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Αυστρία, την Ιταλία και την Ιρλανδία.
Όπως πάντως επισημαίνει στο ΑΜΠΕ ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας στην Ελλάδα και επίκουρος καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου Ανδρέας Κόλλιας, δεν υπάρχει κάποια «βέλτιστη πρακτική» που μπορεί να ακολουθηθεί για την καλύτερη απόδοση ενός εκπαιδευτικού συστήματος.
«Στη Σουηδία, για παράδειγμα, αρχίζει να μειώνεται ο βαθμός αυτονομίας των σχολείων. Δεν μπορούν να υπάρξουν γενικοί κανόνες, καθώς μιλάμε για διαφορετικές κοινωνίες με διαφορετικές παραδόσεις» αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Κόλλιας.
Ως προς αυτό, ο επικεφαλής της έρευνας δίνει ένα άλλο παράδειγμα. «Η Αγγλία διαθέτει ένα από τα πιο αυτόνομα εκπαιδευτικά συστήματα. Στους Βρετανούς, ωστόσο, φαίνονται επαναστατικές ορισμένες μέθοδοι διαμοιρασμένης ηγεσίας που έχουν υιοθετηθεί στην Ελλάδα από τη δεκαετία του 1980, όπως είναι τα δεκαπενταμελή συμβούλια των μαθητών στα σχολεία και η συμμετοχή των φοιτητών στις πρυτανικές εκλογές».
Κατ’ αναλογία, τα «ευτράπελα» ή «παράδοξα» που παρατηρούνται σε πρακτικό επίπεδο στην οργάνωση της εκπαίδευσης δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Έτσι, στη Σουηδία δεν είναι απαραίτητο να είναι εκπαιδευτικός ο διευθυντής του σχολείου -«μπορεί να κάνει αίτηση ένας διευθυντής φυλακών ή ένας καπετάνιος», λέει χαρακτηριστικά ο Α. Κόλλιας. Στην Αγγλία, πάλι, η θέση του διευθυντή έφτασε να κοστίζει πολύ ακριβά για τους ίδιους τους εργαζομένους. Κι αυτό επειδή τη δεκαετία του 1990 η κυβέρνηση των Εργατικών εισήγαγε την επί πληρωμή προαιρετική παρακολούθηση προγραμμάτων κατάρτισης για τους υποψήφιους διευθυντές. Όταν όμως ήρθαν οι Συντηρητικοί στην εξουσία, η παρακολούθηση των προγραμμάτων έγινε υποχρεωτική. Το αποτέλεσμα ήταν οι εκπαιδευτικοί να αποφεύγουν να κάνουν αιτήσεις για τη θέση του διευθυντή και το μέτρο να καταργηθεί.
«Ο όρος “βέλτιστη πρακτική” θεωρείται πλέον αδόκιμος. Τα ζητήματα της εκπαίδευσης είναι τόσο σύνθετα, που δεν μπορεί να γίνει λόγος για μια βέλτιστη λύση. Οι βέλτιστες λύσεις αλλάζουν σε συνάρτηση με τις αλλαγές των κοινωνικών συνθηκών» καταλήγει ο Ανδρέας Κόλλιας.