Στα προβλήματα της παράνομης μετανάστευσης που αντιμετωπίζει η Ελλάδα αναφέρεται σημερινό δημοσίευμα-ανταπόκριση από την Αθήνα στην αυστριακή «Die Presse».
Όπως τονίζει η εφημερίδα, «η Ελλάδα από χώρα εξαγωγής μετανάστευσης έγινε χώρα εισαγωγής μετανάστευσης, ιδιαίτερα επιβαρυμένη».
Αρχικά παρατηρείται πως στο αεροδρόμιο της Αθήνας Αυστριακοί υπάλληλοι ελέγχουν τα διαβατήρια επιβατών με προορισμό την Αυστρία, καθώς, όπως επισημαίνεται στο άρθρο, αυτό απαλλάσσει τις αυστριακές Αρχές από προβλήματα με αιτούντες άσυλο, αφού από τη στιγμή που θα φθάσει κάποιος στην Αυστρία δεν μπορεί να επαναπροωθηθεί στην Ελλάδα λόγω των εκεί συνθηκών διαβίωσης και των πρακτικών απώθησης που δεν ανταποκρίνονται στα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Όπως γράφει η «Die Presse», η Ελλάδα βρίσκεται σε μια από τις κεντρικές διαδρομές ροής μεταναστών στην Ευρώπη και αυτό εξακολουθεί να είναι πάνω από τις δυνάμεις της, με τους πρόσφυγες να περνούν τα σύνορα από την Τουρκία στον Έβρο ή να φθάνουν στα κοντινά ελληνικά νησιά μέσω της θαλάσσιας οδού.
Στο χρονικό διάστημα 2008-2013 εντοπίστηκαν περισσότεροι από 600.000 παράνομοι μετανάστες, ενώ αυτήν τη στιγμή στην πλειονότητά τους εκείνοι που φθάνουν στην Ελλάδα είναι πρόσφυγες του εμφύλιου πολέμου στη Συρία και μπορεί η Αθήνα να έχει κάνει δυσκολότερη τη διάβαση από τον Έβρο με έναν συνοριακό φράχτη, ωστόσο το προσφυγικό ρεύμα μετατοπίστηκε στο Αιγαίο και οι ελληνικές Αρχές επικρίθηκαν πως λόγω του βάρους που αντιμετώπιζαν προέβησαν σε παράνομες απωθήσεις.
Στην ανταπόκριση επισημαίνεται πως από το 2013 υπάρχει μια νέα ελληνική Υπηρεσία Ασύλου, η οποία, σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία Προσφύγων του ΟΗΕ, έχει συμβάλει στη βελτίωση της κατάστασης. Ωστόσο, οι συνθήκες στα κέντρα υποδοχής μεταναστών σε Πάτρα και Ηγουμενίτσα, που θεωρούνται απάνθρωπες, δείχνουν πως οι περισσότεροι από αυτούς επιθυμούν να εγκαταλείψουν και πάλι την Ελλάδα.
Παράλληλα, προστίθεται ότι οι νέοι μετανάστες έχουν μεν κάνει πολύχρωμη την εικόνα της Αθήνας και έχουν δημιουργήσει ένα ευρύ πεδίο δράσης για την ακροδεξιά και ρατσιστική «Χρυσή Αυγή», ωστόσο αυτοί δεν συνιστούν την πλειονότητα των μεταναστών – σύμφωνα με την τελευταία απογραφή καταγράφηκαν 700.000 υπήκοοι τρίτων χωρών-, ενώ εκτιμάται πως ο πραγματικός αριθμός ανέρχεται σε 1,5 εκατ., δηλαδή στο 14% του συνολικού πληθυσμού.
Όπως παρατηρεί η εφημερίδα, ο μέσος μετανάστης προέρχεται από τις βόρειες γειτονικές προς την Ελλάδα χώρες, κυρίως την Αλβανία, ακολουθούμενη από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, με τα πρώτα μαζικά στρώματα μεταναστών να έχουν εμφανιστεί αμέσως μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών συστημάτων στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Για κάτι τέτοιο ήταν τελείως απροετοίμαστος ο ελληνικός πληθυσμός, που μπορεί βέβαια να είχε ακούσει στο σχολείο για τον Περικλή, δεν γνώριζε όμως τίποτε για τις μεγάλες αλβανικές μετακινήσεις ή για τον πολυεθνικό χαρακτήρα της Θεσσαλονίκης την οθωμανική περίοδο.
Η ανταπόκριση στην «Die Presse» καταλήγει με τη διαπίστωση πως η Ελλάδα δεν έχει παράδοση ως χώρα υποδοχής μεταναστών — αντίστροφα, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο ήταν πολλοί εκείνοι οι Έλληνες που μετανάστευαν στο εξωτερικό — και μόλις πρόσφατα η ελληνική κυβέρνηση άρχισε να εξετάζει την ενσωμάτωση μεταναστών δεύτερης γενιάς και να ψηφίζει ανάλογους νόμους.
Επιμέλεια: Χρύσα Λουγιάκη