Με το σχέδιο νόμου για την οδική ασφάλεια, το οποίο κατήρτισε το Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, υιοθετείται πλήρως η πρόταση του ΤΕΕ για ίδρυση του Εθνικού Συμβουλίου Οδικής Ασφάλειας (Ε.Σ.Ο.Α.). Εάν ακολουθήσει και η ουσιαστική λειτουργία του θεσμού, τότε θα μιλάμε για ένα σημαντικό βήμα στην κατεύθυνση της αύξησης της οδικής ασφάλειας, επισημαίνει το Παρατηρητήριο Οδικής Ασφάλειας του ΤΕΕ, στο κείμενο των παρατηρήσεών του επί του νομοσχεδίου.

Επίσης, με το ίδιο σχέδιο νόμου αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά το θέμα του ελέγχου των οχημάτων από το ΚΤΕΟ, κάτι που είχε επισημάνει το ΤΕΕ–ΠΟΑ με ανακοίνωσή του (23.03.2010) στην οποία διατύπωνε την έντονη ανησυχία του, διότι 2,5 εκατ. οχήματα κυκλοφορούν την τελευταία τριετία χωρίς έλεγχο ΚΤΕΟ. Στην ίδια ανακοίνωση υπογραμμιζόταν ότι η καθυστέρηση για 8 χρόνια της διαπίστευσης των δημοσίων ΚΤΕΟ συνιστά πρόβλημα που χρήζει άμεσης αντιμετώπισης, κάτι που επιχειρείται με το νομοσχέδιο.
Κατά τα άλλα, το ΤΕΕ-ΠΟΑ, στο κείμενο των παρατηρήσεών του, διατυπώνει σειρά προτάσεων – τροποποιήσεων, οι οποίες προκύπτουν από την πολύχρονη πείρα του και θίγουν καίρια ζητήματα της οδικής ασφάλειας.

Και συγκεκριμένα:
Ενώ προβλέπεται η δημιουργία Γενικής Δ/νσης Οδικής Ασφάλειας στη Γραμματεία Μεταφορών, δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη συντονισμού – συνεργασίας με την υπό ίδρυση Δ/νση Ελέγχου Οδικής Ασφάλειας στη Γ.Γ. Δημοσίων Έργων βάσει της Οδηγίας “2008/96” της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Απουσιάζει πλήρως κανονιστικό πλαίσιο για τις πραγματογνωμοσύνες οδικών ατυχημάτων, καθώς και απαιτήσεις για προϋποθέσεις εκπαίδευσης και πιστοποίηση για τους πραγματογνώμονες. Στο υφιστάμενο καθεστώς ο καθένας μπορεί να δηλώνει πραγματογνώμονας χωρίς την απαίτηση συγκεκριμένων προσόντων.

Δεν γίνεται καμία αναφορά στη διάρκεια ισχύος της άδειας οδήγησης και ιδιαίτερα των ηλικιωμένων, καθώς και στην επιμόρφωση των οδηγών. Επίσης, δεν γίνεται αναφορά σε οδηγούς οι οποίοι πάσχουν από ασθένειες που προκαλούν μείωση των αντανακλαστικών τους και όχι λίγες φορές συμμετέχουν σε συγκρούσεις.

Καμία αναφορά, επίσης, δεν υπάρχει σε ό,τι αφορά στην κατασκευή και λειτουργία Σταθμών Ελέγχου Επικίνδυνων Εμπορευμάτων στο Διευρωπαϊκό Δίκτυο, καθώς και στη συγκρότηση και λειτουργία του Κεντρικού Φορέα που θα διαχειρίζεται πανελλαδικά την όλη λειτουργία τους. Δεδομένου ότι η Γ.Γ. Δημοσίων Έργων έχει ολοκληρώσει τόσο την τυπολογία των Σταθμών Επικίνδυνων Εμπορευμάτων, όσο και την χωροθέτηση αυτών, δεν προβλέπεται η απαραίτητη συνεργασία για την τελική και ουσιαστική προώθηση του θέματος. Σημειώνεται ότι η ανυπαρξία αυτών των σταθμών παρατείνει το σημερινό καθεστώς, κατά το οποίο η Τροχαία αρνείται – ευλόγως – για λόγους ασφαλείας να πραγματοποιήσει ελέγχους παρά την οδό. Αποτέλεσμα είναι η χώρα μας να παραβαίνει συστηματικά την υποχρέωση της να αποστέλλει στις αρμόδιες ευρωπαϊκές υπηρεσίες φύλλα ελέγχου επικίνδυνων εμπορευμάτων απειλούμενη με πρόστιμα.

Επιπλέον, απαιτείται η κυκλοφοριακή σύνδεση Ιδιωτικών ΚΤΕΟ για φορτηγά, να προδιαγραφεί με αρτιότερα και επαρκέστερα γεωμετρικά δεδομένα, λόγω των δυσμενέστερων γεωμετρικών χαρακτηριστικών των βαρέων οχημάτων.

Ακόμη, στο νομοσχέδιο δεν υπάρχει αναφορά για την έναρξη του άμεσου τεχνικού ελέγχου σε ό,τι αφορά στα βαρέα οχήματα και τις μοτοσικλέτες άνω των 50cc. Ο έλεγχος αυτός έχει καθυστερήσει πλέον των επτά μηνών με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οδική ασφάλεια.

Όσον αφορά στις διατάξεις που αναφέρονται στα πρατήρια υγρών καυσίμων, το ΤΕΕ-ΠΟΑ ζητεί να διατηρηθούν σε ισχύ οι αποστάσεις που έχουν να κάνουν με την ασφάλεια της αστικής συγκοινωνίας, στην περίπτωση που αυτό έχει και άλλη χρήση, η ελάχιστη απόσταση θα πρέπει να καθοριστεί με βάση τον κίνδυνο ανάφλεξης και υποχρεωτικά πρέπει να προβλέπεται άλλη είσοδος και έξοδος. Ως προς τη μεταβατική περίοδο προσαρμογής θα πρέπει να περιοριστεί το πολύ σε 5 από 12 χρόνια, αλλά και να επανεξεταστεί η πρόβλεψη ότι η μεταστέγαση θα γίνει σε περιοχή του συγκεκριμένου δήμου, αρκεί σ’ αυτή να μην απαγορεύεται η χρήση πρατήριου υγρών καυσίμων.