Ήταν λίγα  δευτερόλεπτα πριν από τις πέντε τα χαράματα όταν ο ιταλικός όλμος σκότωσε τον πρώτο έλληνα στρατιώτη.

«Γι’ αυτούς η νύχτα ήταν μια μέρα πιο πικρή
Λιώναν το σίδερο, μασούσανε τη γης
O Θεός τους μύριζε μπαρούτι και μουλαροτόμαρο
 
Kάθε βροντή ένας θάνατος καβάλα στον αέρα
Kάθε βροντή ένας άντρας χαμογελώντας άντικρυ
Στο θάνατο ―κι η μοίρα ό,τι θέλει ας πει.
 
Ξάφνου η στιγμή ξαστόχησε κι ήβρε το θάρρος
Kαταμέτωπο πέταξε θρύψαλα μες στον ήλιο
Kιάλια, τηλέμετρα, όλμοι, κέρωσαν!
 
Εύκολα σαν χασές που σκίστηκεν ο αγέρας!
Εύκολα σαν πλεμόνια που άνοιξαν οι πέτρες!
Το κράνος κύλησε από την αριστερή μεριά…
 
Στο χώμα μόνο μια στιγμή ταράχτηκαν οι ρίζες
Ύστερα σκόρπισε ο καπνός κι η μέρα πήε δειλά
Nα ξεγελάσει την αντάρα από τα καταχθόνια
 
Mα η νύχτα ανασηκώθηκε σαν πατημένη οχιά
Mόλις σταμάτησε για λίγο μες στα δόντια ο θάνατος―
Kι ύστερα χύθηκε μεμιάς ώς τα χλωμά του νύχια!

(Απόσπασμα από το «Άσμα ηρωϊκό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας»)

Οι στίχοι αυτοί του Οδυσσέα Ελύτη που πολέμησε στα βουνά εκείνα, συνοδεύουν το «ρεπορτάζ» των ημερών που είναι διαφορετικό από όσα έχουμε συνηθίσει. Καταγράφονται λοιπόν οι πρώτοι νεκροί στο μέτωπο εκείνης της ημέρας, της 28ης Οκτωβρίου, λίγα δευτερόλεπτα μετά την έναρξη της ιταλικής επίθεσης. Ο πρώτος νεκρός στρατιώτης, ο πρώτος νεκρός αξιωματικός και αργότερα, αρχές του Δεκέμβρη, ο πρώτος ανώτερος αξιωματικός που έπεσε στο μέτωπο.

Συνήθως ασχολούμαστε με τις ηρωικές πράξεις, τις νίκες, τα ανδραγαθήματα. Ήρωες όμως είναι όλοι αυτοί που έδωσαν το αίμα τους. Που λαβώθηκε το κορμί τους. Που άφησαν την τελευταία την πνοή τους κυνηγώντας τον εχθρό. Που έμειναν ανήμποροι, ανάπηροι, μισοί άνθρωποι από τις λαβωματιές τους. Αυτές που φαίνονται αλλά και εκείνες που έμειναν κρυφές, θαμμένες μέσα στις ψυχές. Αυτοί είναι οι ήρωες.

Διαβάζουμε λοιπόν στα αρχεία και τις αναφορές εκείνων των πρώτων ημερών του πολέμου. 

«Το 21ο φυλάκιο των Ελληνοαλβανικών συνόρων, στο ύψωμα Γκόλιο κοντά στην Πυρσόγιαννη ήταν ο πρώτος στόχος. Εκεί στο χαράκωμα με το οπλοπολυβόλο στο χέρι ο Βασίλειος Τσιαβαλιάρης από την Πιαλεία Τρικάλων, πέφτει νεκρός. Ήταν ο πρώτος έλληνας στρατιώτης που θυσιάστηκε για την πατρίδα, στο έπος του ΄40».

Ο πρώτος νεκρός στρατιώτης του έπους του 1940.

Αποδελτιώνοντας την έκδοση της ιστορίας Στρατού με τίτλο «Αγώνες και Νεκροί του Ελληνικού Στρατού κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο 1940-45» και σύμφωνα με μαρτυρίες συμπολεμιστών και συγχωριανών, ο πρώτος νεκρός του έπους του 1940 που είναι στρατιώτης, είναι ο Βασίλειος Τσιαβαλιάρης του Ιωάννη, σκοπευτής πολυβόλου. Το τέταρτο από τα πέντε παιδιά της οικογένειας γεννήθηκε το 1912 στην Πιαλεία Τρικάλων, ένα χωριό που βρίσκεται στα ριζά του Κόζιακα.

Όσοι τον πρόλαβαν στη ζωή, προσθέτει ο κ. Παπαβασιλείου, – ο οποίος κατάγεται από το ίδιο χωριό- τον θυμούνται πολύ εργατικό, υπόδειγμα υπομονής, ήθους και καλοσύνης. Ανατράφηκε, συνεχίζει, εδώ στην Πιαλεία, με λιγοστά υλικά αγαθά, αλλά με ξεκάθαρες και πατροπαράδοτες αξίες, που είναι η πεμπτουσία του Έλληνα, την αγάπη για τη δικαιοσύνη, την εκτίμηση προς την οικογένεια, τον σεβασμό προς την πατρίδα, την πίστη στην Ορθοδοξία.

Ο Βασίλειος Τσαβαλιάρης έπεσε χτυπημένος από βλήμα όλμου στις 5.00 το πρωί με τα πρώτα πυρά των Ιταλών, υπερασπιζόμενος το 21ο φυλάκιο στο ύψωμα 1934 στα ελληνοαλβανικά σύνορα που ανήκε στο 51ο Σύνταγμα Πεζικού. Το 21ο φυλάκιο, που ασφαλώς είχαν επισημάνει από προηγούμενες αναγνωρίσεις οι Ιταλοί, δέχθηκε νωρίς το πρωί αιφνιδιαστικά τα πρώτα πυρά από πυροβολικό και βαρείς όλμους.

Συμπολεμιστές του στο 21ο φυλάκιο, από το Γοργογύρι Τρικάλων και το φανάρι Καρδίτσας, μετέφεραν την είδηση στη χήρα σύζυγό του Ελένη και τα τρία ορφανά πλέον παιδιά του Νικόλαο, Γεώργιο και Αλέξανδρο, ότι «ο Βασίλης χτυπήθηκε από όλμο νυχτούλα, με τα πρώτα πυρά, πάνω από το μάτι. Τον μετέφεραν λίγο πιο πίσω όπου ξεψύχισε».

Στο 51ο Σύνταγμα Πεζικού υπηρετούσε και ο συγχωριανός του λοχίας Χρήστος Γιαννιός του Αποστόλου, γεννηθείς το 1910, ο οποίος στις 18-7-1999 είχε δηλώσει: «Εγώ ήμουν λίγο πιο πίσω. Ο Βασίλης ήταν στο φυλάκιο μπροστά. Διοικητή είχαμε τον Δαβάκη και μετά τον Κετσέα. Νύχτα, μπροστά από τις 5.00 ακούσαμε να πέφτουν βλήματα στο φυλάκιο. Ήρθε ένας και μου είπε: Πάει ο χωριανός σου, τον έφαγαν με τους όλμους, τον χτύπησε το βλήμα πάνω από το μάτι, τον φέραμε. παραπίσω… Ήμουν ο πρώτος που τον έκλαψα. Είπαν τον παπά να τον διαβάσει. Τι τα θέλεις ο Βασίλης ήταν παλικάρι, τον έκλαψα καλά. Που τέτοια παιδιά σήμερα». Την ίδια πληροφορία κατέθεσε και άλλος συμπολεμιστής στον Κωνσταντίνο Ντάκο του Αποστόλου, με την προσθήκη ότι οι τελευταίες του λέξεις ήταν: « Πάν’ τα παιδούλια μ’».

Ο πρώτος τραυματίας αξιωματικός

Είναι ο διοικητής του 3ου τάγματος του 51ου Συντάγματος Πεζικού, Ταγματάρχης Νικήτας Θωμάς ο οποίος τραυματίστηκε τις απογευματινές ώρες της 29ης Οκτωβρίου 1940 στην προσπάθεια ανακατάληψης από τη μονάδα του των υψωμάτων Μούκα και Καζάνι.

«… Κατά την φάσιν ταύτην του αγώνος τραυματίζεται ο διοικητής του 3ου/51 Τάγματος, πρώτος τραυματίας αξιωματικός των μαχών της Πίνδου. Ούτος δεν αποχωρεί του αγώνος αλλά παραμένει επί του πεδίου της μάχης μέχρις ου οι Ιταλοί τελικώς αποκρούονται».

Ο πρώτος νεκρός έφεδρος αξιωματικός και ο πρώτος νεκρός αξιωματικός.

Δύο ημέρες αργότερα, την 1-11-1940, έπεσε νεκρός ο πρώτος αξιωματικός υπολοχαγός, Αλέξανδρος Διάκος του Ιωάννη, που γεννήθηκε στη Χάλκη Δωδεκανήσου το 1911, διοικητής του 2ου Λόχου του 4ου Συντάγματος Πεζικού, στην προσπάθειά ανακατάληψης του υψώματος Τσούκα.

Η έκδοση της ιστορίας Στρατού αναφέρει: «Κατά την τελευταίαν προσπάθειαν, ο εκ Δωδεκανήσου ηρωικός διοικητής του Λόχου Υπολοχαγός Διάκος Αλέξανδρος δέχεται ριπήν πολυβόλου και πίπτει νεκρός επικεφαλής του Λόχου του».

Τη διοίκηση του Λόχου αναλαμβάνει αμέσως ο Έφεδρος Ανθυπολοχαγός Ελευθέριος Ντάσκας του Χρήστου από τη Βάνια (Πλάτανος) Τρικάλων, γεννηθείς το 1912. Πέφτει και αυτός νεκρός λίγες στιγμές αργότερα στην ίδια επιχείρηση του Λόχου του. 

Ο πρώτος νεκρός ανώτερος αξιωματικός

Στις 5 Δεκεμβρίου του 1940, πέφτει νεκρός στα βουνά της Ηπείρου ο πρώτος έλληνας ανώτερος  αξιωματικός. Ήταν ο αντισυνταγματάρχης Μαρδοχαίος Φριζής, ρωμανιώτης εβραίος από τη Χαλκίδα, ο οποίος δεν σκοτώθηκε από εχθρικά πυρά στο έδαφος αλλά από βόμβα ιταλικού αεροσκάφους και ενώ ήταν έφιππος, εμψυχώνοντας τους στρατιώτες του.

Ελλείψει ραβίνου ενταφιάστηκε στην Πρεμετή παρουσία ορθόδοξου ιερέα, ενώ προήχθη σε συνταγματάρχη μετά θάνατον. Το 2002 τα οστά του, μετά από εξέταση DNA, μεταφέρθηκαν στη Θεσσαλονίκη και ενταφιάστηκαν στο ισραηλιτικό νεκροταφείο της πόλης.

Ο Μαρδοχαίος Φριζής είχε πολεμήσει στο Μακεδονικό Μέτωπο κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου και διακρίθηκε. Πολέμησε επίσης στην ατυχέστατη εκστρατεία στην Ουκρανία εναντίων των μπολσεβίκων το 1919 όπου είχε διοικητή τον Νικόλαο Πλαστήρα.

Υπηρέτησε επίσης κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία, όπου πιάστηκε αιχμάλωτος το 1922 και, παρότι συγκεντρώθηκαν χρήματα για την απελευθέρωσή του, αρνήθηκε και έμεινε με τους στρατιώτες του μέχρι την απελευθέρωσή του τον Αύγουστο του 1923, με την ανταλλαγή αιχμαλώτων.

Συνολικά, 12.898  Έλληνες Εβραίοι πολέμησαν στον πόλεμο κατά των Ιταλών και είχαν 513 νεκρούς και 3743 τραυματίες.