Μέσα στη βουή της Ερμού νότες υπέροχες ξεπηδούν από το μακρινό παρελθόν μέσω μιας καλοκουρδισμένης λατέρνας. Ο Γιώργος Κιζιλής είναι ένας από τους τελευταίους που παίζουν με την λατέρνα του και μας προκαλεί αισθήματα στους περαστικούς που νιώθουν μια γλυκιά νοσταλγία.
Ρεπορτάζ: Λευτέρης Χ. Θεοδωρακόπουλος
Βίντεο-Φωτογραφίες: Γιώργος Δαγαλάκης
Ο ίδιος μιλώντας στη «Ζούγκλα» θεωρεί πως η λατέρνα του αποτελεί μια γέφυρα που συνδέει το σήμερα με μια Αθήνα που ήταν πιο ρομαντική, πιο φιλότιμη, μια Αθήνα που νοσταλγούμε όλοι βλέποντας την στις μαυρόασπρες ελληνικές ταινίες.
Ο Γιώργος ήταν από τους ανθρώπους που αντιμετώπισε το τέρας της ανεργίας, βρέθηκε ξαφνικά σε αδιέξοδο . Ένας από τους δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους θύματα της κρίσης που συνέθλιψε ζωές σε μια στιγμή στο όνομα της εξυγίανσης της ελληνικής οικονομίας.
Όμως στο σπίτι υπήρχε ένα οικογενειακό κειμήλιο, μια κληρονομιά βαριά, που εκπέμπει πολιτισμό. Η λατέρνα. Ο Γιώργος έπρεπε να σταθεί στα πόδια του, πήρε την λατέρνα του και κατέβηκε στους δρόμους προσδίδοντας με τις νότες του την χαρά της μουσικής στην ζωή όλων μας.
«Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που αγαπάνε την λατέρνα, σήμερα», λέει χαρακτηριστικά στη «Ζούγκλα» και συνεχίζει, «Η κυρία που στολίζει την λατέρνα μου είναι η Μαρία η Πενταριώτισσα από το μακρινό 1890. Η λατέρνα είναι κομμάτι της παράδοσης μας. Εγώ είχα βιώματα με την λατέρνα από μικρή ηλικία. Όταν ήμουν μικρός κατέβαινα με τον πατέρα μου στο Μοναστηράκι και ακούγαμε τις λατέρνες να παίζουν… Τώρα έχουμε μείνει δύο. Θεωρώ ότι μέσα από τη μουσική της λατέρνας μου εκπέμπω Πολιτισμό,είναι κάτι το παραδοσιακό, είναι σπάνιο να δει κανείς και να ακούσει πια λατέρνα».
«Η λατέρνα αυτή δεν είχε βγει ποτέ στο δρόμο»
«Έμεινα άνεργος και αποφάσισα να παίξω λατέρνα. Αυτή η λατέρνα δεν είχε βγει ποτέ στους δρόμους. Ήταν στην οικογένεια μας, σπίτι μας από το 1894, έχει έρθει από την Κωνσταντινούπολη. Παίζω μελωδίες του Χατζηδάκι, του Πλέσσα, τις θαλασσιές τις χάντρες, το σογιούλ, Τσιτσάνη παίζω, ένα τραγούδι του Ζαμπέτα. Υπάρχει και κόσμος που κάνει παραγγελιές. Πριν από λίγο πέρασε μια κυρία και ζήτησε να της παίξω το «Γαρύφαλλο στο αυτί».
Η άποψη του για την τραπ
Ο Γιώργος Κιζιλής μιλώντας στη «Ζούγκλα» σχολίασε και για την τάση της εποχής που έχουν οι νέοι να ακούνε την τραπ. «Δεν με τρομάζει το γεγονός ότι τα παιδιά ακούνε τραπ ο κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα της επιλογής. Ωστόσο το γεγονός ότι ακούγονται βρισιές, ναρκωτικά και άλλα ακατάλληλα μπλεγμένα με νότες με βρίσκει αντίθετο».
Γνωστοί που περνάνε
Από την λατέρνα του μαγεύονται και πολλοί αναγνωρίσιμοι άνθρωποι, πριν λίγες ημέρες ο Γιώργος Πρίντεζης του ζήτησε να παίξει τα παιδιά του Πειραιά. «Ο Πρίντεζης παλιός μπασκετμπολίστας του Ολυμπιακού μου ζήτησε να παίξω «Τα παιδιά του Πειραιά», με τράβηξε και βίντεο κιόλας».
Υπήρξαν 5.000 λατέρνες και τώρα είναι μετρημένες στα δάχτυλα
Η λατέρνα εξαπλώθηκε με πολύ γρήγορο ρυθμό στην Αμερική και την Ευρώπη, ακόμη και στην Ασία και την Αφρική (κυρίως σε ελληνικές παροικίες και κέντρα). Ειδικά στις ελληνικές παροικίες και κέντρα, όπως η Κωνσταντινούπολη, η Αθήνα, ο Πειραιάς, η Θεσσαλονίκη, το Κάιρο, η Αλεξάνδρεια η Σμύρνη και το Βουκουρέστι εδραιώθηκε με μεγάλη ταχύτητα ως μέσο ψυχαγωγίας και διασκέδασης. Στις τρεις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα ο αριθμός των λατερνών έφτανε τις 5.000 περίπου στην Κωνσταντινούπολη, την Αθήνα και τον Πειραιά.