Με τίτλο «Τα κοινωνικά δεινά πλήττουν την χτυπημένη από την κρίση Ελλάδα», οι New York Times παραθέτουν ένα φωτορεπορτάζ άκρως αποκαλυπτικό για τη δυστυχία της καθημερινότητας στην αθηναϊκή πρωτεύουσα. Άστεγοι ναρκομανείς και εθισμένες πόρνες έγιναν μέσα σε λίγα χρόνια, κομμάτια άρρηκτα συνδεδεμένα με το περιβάλλον της Αθήνας, κάτι σαν τα Προπύλαια ή το Μοναστηράκι. Οι άνθρωποι αυτοί μετατράπηκαν σε «res», μόνο που δεν αποτελούν τουριστική ατραξιόν, όπως οι Στύλοι του Ολυμπίου Διός, αλλά «σκουπίδια» που περιμένουν τα απορριμματοφόρα – εν προκειμένω, τις αστυνομικές επιχειρήσεις – να τους μαζέψουν.
Οι φωτογραφίες του Άγγελου Τζωρτζίνη, όλες ασπρόμαυρες, δείχνουν με τον πιο αποκαλυπτικό τρόπο στους Νεοϋρκέζους αναγνώστες τη μαύρη πλευρά της Αθήνας. Δυστυχώς, όμως, αυτή η πλευρά, διογκώνεται ολοένα και περισσότερο.
(Το θέαμα ενός άστεγου ναρκομανή έχει γίνει οικείο στους Αθηναίους τα τελευταία χρόνια)
(Η down town πλευρά της Αθήνας, όπου κλείνονται τα ντιλ του θανάτου και του trafficking)
«Πέντε ευρώ, μόνο πέντε ευρώ» ψιθυρίζει η Μαρία, η οποία πωλεί το κορμί της έναντι πινακίου φακής, προκειμένου να αγοράσει ένα σάντουιτς. Η Μαρία η οποία εθίστηκε στα ναρκωτικά κι έπεσε στην πορνεία αποτελεί μόνο ένα από τα εκατοντάδες παραδείγματα της ραγδαίας αύξησης των ναρκωτικών κατά τα χρόνια της κρίσης στην Ελλάδα, αναφέρει η αμερικάνικη εφημερίδα.
(Ένα χαρτόκουτο και ένα μπουφάν, η περιουσία ενός αστέγου)
(Η 24χρονη Μαρία πωλεί το κορμί της στα δωμάτια φτηνών ξενοδοχείων)
Με τη χώρα να διανύει επίσημα τον πέμπτο χρόνο της ύφεσης και την ανεργία των νέων να σκαρφαλώνει στο 60%, τα ποσοστά των ανθρώπων – ανδρών και γυναικών – που προσφέρουν τα κορμιά τους για μια χούφτα ευρώ, αυξάνονται ολοένα και περισσότερο, επισημαίνει ο αρθρογράφος. Μάλιστα, σύμφωνα με το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, το ποσοστό των εκδιδόμενων ανθρώπων τα τελευταία δύο χρόνια αυξήθηκε κατά 150%!
Σε αυτά τα νούμερα, έρχονται να προστεθούν και οι υγειονομικής φύσεως κίνδυνοι, καθώς οι εκδιδόμενοι είναι διατεθειμένοι για 10 ευρώ παραπάνω να προχωρήσουν σε σεξουαλική επαφή χωρίς προφύλαξη. Παράλληλα, βιασμοί και βία παίρνουν την ανιούσα.
(Η φωτογραφία μιας πόρνης με την κόρη της. Έχει να την δει πολλούς μήνες, καθώς θέλει να κρατήσει μυστική από εκείνη την κατάστασή της)
(Εθισμένος στα ναρκωτικά άστεγος στο κέντρο της Αθήνας)
Η «κοκαΐνη του φτωχού»
Τώρα, εν έτει 2013, μία νέα απειλή έκανε την εμφάνισή της, η επονομαζόμενη «κοκαΐνη του φτωχού». Πρόκειται για ένα είδος κρυσταλλικής μεθαμφεταμίνης – που στην πιάτσα την ονομάζουν σίσα (δηλαδή ναργιλέ), καθώς ο σωλήνας με τον οποίο καταναλώνεται από τους χρήστες θυμίζει σε πολύ τον τούρκικο ναργιλέ – και παρασκευάζεται από ένα κοκτέιλ βαρβιτουρικών και άλλων συστατικών, όπως αλκοόλ, χλώριο και οξύ μπαταρίας. Είναι κάτι σαν το «πάκο», ένα πολύ φτηνό ναρκωτικό το οποίο, μεταξύ άλλων, περιέχει και απορρυπαντικό, κληρονομιά της οικονομικής κρίσης που έπληξε την Αργεντινή στις αρχές του 2000.
Για την ιστορία, μία δόση του σίσα, που παρασκευάζεται σε πρόχειρα εργαστήρια στην Αθήνα, κοστίζει περίπου τρία με τέσσερα ευρώ. Η δόση είναι της τάξης του 0,01 γραμμαρίου και δίδεται σε μορφή μπάλας. Με αυτή τη μπάλα του σίσα, ο χρήστης μπορεί να βγάλει και μία ολόκληρη μέρα, αναφέρεται στο ρεπορτάζ. Αν και το σίσα ξεκίνησε να καταναλώνεται σε μορφή τσιγάρου (εξ ου και το όνομά του), ωστόσο τώρα τελευταία λόγω των δραστικών χημικών ουσιών που περιέχει, λαμβάνεται ενδοφλέβια. Άλλη μία παράμετρος που συμβάλλει στην αύξηση των φορέων του ιού HIV, αφού πολλοί χρήστες λόγω της ανέχειας μοιράζονται την ίδια σύριγγα. Τα νούμερα μιλούν από μόνα τους: το 2012 παρατηρήθηκε 50% αύξηση των κρουσμάτων του AIDS σε σχέση με το 2011.
(Ναρκομανής που ετοιμάζεται να πάρει τη δόση του. Σίσα το ναρκωτικό του)
(Η Μαρία)
Οι φωτογραφίες που δημοσιεύονται στο φωτογραφικό blog lens των Νew York Times, έχουν τραβηχτεί στη συντριπτική τους πλειοψηφία γύρω από την πλατεία Ομονοίας, ακόμα και δίπλα από το αστυνομικό τμήμα, εκεί που μέχρι πριν από λίγα χρόνια, άφοβα κάθε ξημέρωμα Σαββάτου έσπευδαν κατά εκατοντάδες οι Αθηναίοι να προμηθευτούν τις Κυριακάτικες εφημερίδες. Τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει. Η πλατεία έχει ερημώσει και τη θέση των κοινωνικών συναναστροφών πήραν τα ντιλ του θανάτου.
Μετά από τη δραστική μείωση από την κυβέρνηση στις δαπάνες της υγείας, το αποτέλεσμα είναι οι γυναίκες αυτές – και οι άνδρες, σε μικρότερο βέβαια ποσοστό – να βρίσκονται απομονωμένοι και στο έλεος της μοίρας τους. Κάθε τόσο συλλαμβάνονται κατά τις επιχειρήσεις – σκούπες της αστυνομίας, χωρίς καμία δυνατότητα κοινωνικής επανένταξης και ιατροφαρμακευτικής φροντίδας. «Αυτές οι γυναίκες χρειάζονται βοήθεια. Αλλά δεν μπορούν οι ίδιες να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Κανείς δεν μπορεί να τις βοηθήσει» αναφέρει ο Άγγελος Τζωρτζίνης στους New York Times.
(Η Μαρία)
(Το στρώμα ενός αστέγου «κοσμεί» την είσοδο ενός καταστήματος. Το κατάστημα έκλεισε εν καιρώ κρίσης)