Το να ζεις επί 31 συνεχόμενες ημέρες κάτω από το νερό της θάλασσας, σε πίεση τριών ατμοσφαιρών και σε βάθος περίπου 20 μέτρων, μοιάζει περισσότερο με τη ζωή σε μια αποικία στον Άρη, παρά στον πλανήτη Γη -υπό την έννοια ότι η λειτουργία του ανθρώπινου σώματος αλλάζει εντελώς και δεν έχεις άμεση πρόσβαση στη Γη. Το αίμα και ο αέρας είναι πυκνότερα, η αίσθηση της γεύσης μουδιάζει, τα μαλλιά μακραίνουν πιο γρήγορα, τα τραύματα επουλώνονται ταχύτερα, αλλά και οι μολύνσεις εξαπλώνονται σαν τη φωτιά, το σώμα καταναλώνει τρεις φορές περισσότερες θερμίδες, το φρέσκο φαγητό αλλοιώνεται πριν προλάβεις να το απολαύσεις, ενώ αν πάθεις έμφραγμα πρέπει να το αντιμετωπίσεις εκεί κάτω, στο βυθό, γιατί αν αναδυθείς χωρίς την κατάλληλη προσαρμογή, το σώμα θα πάθει σοκ…
Παρόλα αυτά, μέσα σε αυτό το υπερθέαμα της θαλάσσιας ζωής, μέσα στα χρώματα των κοραλλιογενών υφάλων και των αεικίνητων ψαριών, αρχίζεις να μη σκέφτεσαι καθόλου την επιφάνεια κι όταν έρθει η ώρα να επιστρέψεις στον… πάνω κόσμο, νιώθεις σαν να σε αποσπούν με αγένεια από το σπίτι σου, σαν να γίνεσαι πρόσφυγας…
Έτσι περιγράφει τις εμπειρίες του ο Γάλλος δύτης και εξερευνητής Φαμπιέν Κουστό (Fabien Cousteau), που πριν από κάποια χρόνια πέρασε 31 ολόκληρες ημέρες κάτω από τη θάλασσα, μαζί με μια ερευνητική-επιστημονική ομάδα πέντε ατόμων, σπάζοντας το αντίστοιχο ρεκόρ του παππού του, του πασίγνωστου ωκεανογράφου, εξερευνητή και κινηματογραφιστή Ζακ Κουστό, ο οποίος είχε πραγματοποιήσει τον ίδιο άθλο το 1963, μένοντας κάτω από το νερό επί 30 ημέρες.
Όπως λέει σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, «εκεί κάτω σπας τα όρια του χρόνου», παρότι το κακό φαγητό -φαγητό αστροναυτών πρωί, μεσημέρι, απόγευμα και βράδυ- σε κάνει να νοσταλγείς τον «πάνω κόσμο» για τις γαστρονομικές απολαύσεις του.
Ακολουθεί η συνέντευξη του Φαμπιέν Κουστό στο ΑΠΕ-ΜΠΕ
ΕΡ. Η Ελλάδα είναι μια χώρα που βασίζεται πολύ στον τουρισμό, υπό την έννοια ότι ιδίως εν μέσω οικονομικής κρίσης είναι ίσως ο μοναδικός κλάδος που δημιουργεί άμεσα έσοδα χωρίς να χρειάζεται τεράστιες επενδύσεις στην παρούσα φάση. Υπάρχει κάποια χρυσή τομή ανάμεσα στην τουριστική ανάπτυξη και την προστασία της θάλασσας και του περιβάλλοντος;
ΕΡ. Οι Σεϊχέλες αποφάσισαν πρόσφατα να δημιουργήσουν δύο τεράστια θαλάσσια πάρκα, λαμβάνοντας ως αντάλλαγμα τη διαγραφή σημαντικού μέρους του εθνικού τους χρέους. Πιστεύετε ότι τέτοια σχήματα μπορούν τελικά να αποδώσουν τα προσδοκώμενα οφέλη;
ΕΡ. Ο υποβρύχιος κόσμος αντιστοιχεί στο 99% του ζωτικού χώρου του πλανήτη, όπου ζει το 93% της βιοποικιλότητας. Ο άνθρωπος έχει εξερευνήσει μόλις το 5% των θαλασσών και των ωκεανών του πλανήτη. Τι άλλο μπορεί να υπάρχει εκεί κάτω;
ΕΡ. Παρότι ο ωκεανός είναι στο μεγαλύτερο μέρος του ανεξερεύνητος και παρότι βρίσκεται στη γη, τα τελευταία χρόνια μιλάμε περισσότερο για την εξερεύνηση του Διαστήματος. Επιχειρηματίες όπως ο Elon Musk επενδύουν τεράστια κεφάλαια στο Διάστημα και συζητιέται ήδη η δημιουργία αποικιών, π.χ., στον άρη. Τι πιστεύετε εσείς; Μπορεί το μέλλον της ανθρωπότητας να βρίσκεται στο διάστημα και όχι στους ωκεανούς;
ΕΡ. Το 2014, στο πλαίσιο της επιστημονικής αποστολής «Mission 31», μείνατε στον βυθό για 31 ημέρες, σε βάθος 19 μέτρων, ανοιχτά της Φλόριντα των ΗΠΑ, μέσα στο «Aquarius», το μοναδικό υποβρύχιο εργαστήριο στον κόσμο. Ποια ήταν η πιο έντονη εμπειρία που βιώσατε εκεί;
ΑΠ. Πρώτα πρέπει να φανταστείτε ότι η «Aποστολή 31» δεν είχε τη βάση της μέσα σε ένα υποβρύχιο, αλλά σε έναν βιότοπο, ένα ενδιαίτημα (habitat). Και τα δύο είναι καλά οχήματα για μια εξερεύνηση, αλλά το υποβρύχιο σε απομονώνει και σε προστατεύει από το περιβάλλον, οπότε δεν μπορείς να είσαι μέσα στο περιβάλλον. Όταν αντίθετα βρίσκεσαι σε ένα εργαστήριο σε έναν βιότοπο, καταδύεσαι στο περιβάλλον, το σώμα σου προσαρμόζεται στην πίεση και το κυριότερο μπορείς να σπάσεις τα δεσμά του χρόνου. Κι αυτό είναι πολύ σπάνια πολυτέλεια. Επειδή δεν υπήρχε η ανάγκη να βουτάμε από την επιφάνεια, μπορέσαμε να κάνουμε επιστημονικές έρευνες αξίας τριών ετών σε 31 ημέρες… Χάρη σε αυτή την πολυτέλεια του χρόνου. Μπορούσαμε να βουτάμε 10-12 ώρες την ημέρα χωρίς να χρειάζεται πρόσθετη αποσυμπίεση… Μπορούσαμε να καταδυθούμε στα 50-60 μέτρα για ώρες κάθε φορά. Όλα αυτά διευκολύνονταν εκθετικά από το γεγονός ότι το ερευνητικό μας εργαστήριο ήταν στον πάτο της θάλασσας στις συγκεκριμένες συνθήκες πίεσης…. Υπάρχουν βέβαια «ρήτρες». Είναι ακραίο περιβάλλον. Ό,τι πάει στραβά πρέπει να το αντιμετωπίσεις υποβρύχια, στον πάτο, δεν μπορείς να πας στην επιφάνεια, το να πας στην επιφάνεια θα προκαλούσε πολλά προβλήματα. Το εργαστήριο ήταν σε βάθος τριών ατμοσφαιρών. Εκεί η πίεση στο κορμί σου τριπλασιάζεται, η καρδιά σου λειτουργεί με πυκνότερο αίμα, αναπνέεις πυκνότερο αέρα, η αίσθηση της γεύσης μουδιάζει, τα μαλλιά σου μακραίνουν γρηγορότερα, τα τραύματα επουλώνονται ταχύτερα, αλλά και οι μολύνσεις γίνονται ανεξέλεγκτες πολύ πιο εύκολα, αν πάθεις έμφραγμα πρέπει να το αντιμετωπίσεις εκεί κάτω… Το υποβρύχιο περιβάλλον λοιπόν μοιάζει πολύ σαν μια αποικία στον Άρη, είναι σαν ένας διεθνής διαστημικός σταθμός κάτω από τη θάλασσα…
ΕΡ. Νιώθεις περισσότερο άνθρωπος, πιο θνητός εκεί κάτω;
ΑΠ. Ένιωσα περισσότερο ψάρι εκεί κάτω (γελάει δυνατά)… Σαν ένα υδρόβιο θηλαστικό που επέστρεψε εκεί από όπου όλοι ξεκινήσαμε, όπου όλοι γεννηθήκαμε… Για μένα προσωπικά -και ίσως είμαι απλά παράξενος, αλλά όποιος έχει σύνδεση με τον ωκεανό θα με καταλάβει- ήταν το σπίτι μου. Είχα μια πολύ ισχυρή αίσθηση ύπαρξης εκεί κάτω, ήταν το μέρος όπου ένιωσα περισσότερο άνετα. Ήθελα να καθίσω άλλον ένα μήνα, ίσως και περισσότερο. Δεν σκεφτόμουν καν την επιφάνεια πια.
ΕΡ. Δεν σου λείπουν τα γήινα πράγματα σε τέτοιες συνθήκες, ο καθαρός αέρας για παράδειγμα ή το φως;
ΑΠ. Για μένα το πιο δύσκολο πράγμα δεν ήταν η στρατιωτικού τύπου εκπαίδευση, δεν ήταν το περιβάλλον υψηλού ρίσκου, οι κίνδυνοι της καθημερινότητας, ούτε η απομόνωση από φίλους και οικογένεια, αλλά η έλλειψη καλού φαγητού! Τρώγαμε φαγητό αστροναυτών, αυτό το κατεψυγμένο κι αποξηραμένο φαγητό, πρωί, μεσημέρι, για σνακ, βράδυ, κατεψυγμένο αποξηραμένο φαγητό… Ένα από τα πράγματα που προσέξαμε ήταν ότι λόγω των πολλαπλών ατμοσφαιρών πίεσης, ακόμη και τα ελάχιστα φρέσκα φρούτα που είχαμε μαζί μας, αλλοιώνονταν πολύ εύκολα. Ένα μήλο, π.χ., που μπορεί να κρατήσει ακόμη και εβδομάδες στο ψυγείο, εκεί κρατούσε το πολύ δύο μέρες. Όταν όμως γευόμασταν ένα μήλο ήταν σαν να τρώγαμε το πιο νόστιμο γεύμα στον κόσμο… Απλά πράγματα! Επιπλέον, καίγαμε τρεις φορές περισσότερες θερμίδες από όσες στη «γη». Έτρωγα τριπλάσιο φαγητό και έχασα περίπου τέσσερα κιλά σε 31 ημέρες.
ΕΡ. Πόσο εύκολα προσαρμόζεται το σώμα κατά την επάνοδο και ανάδυση στην ξηρά;
ΑΠ. Κάναμε αποκορεσμό (desaturation) με αρκετό οξυγόνο για 24 ώρες και μετά αναδυθήκαμε στην επιφάνεια. Ήμασταν υπό επίβλεψη γιατρού για 72 ώρες. Η αίσθηση τη γεύσης μου δεν επανήλθε για σχεδόν δύο εβδομάδες. Τις πρώτες ημέρες μπορείς μεν να γευτείς τα πράγματα καλύτερα από ό,τι εκεί κάτω, αλλά η γεύση δεν έχει επανέλθει πλήρως… Τα αυτιά μου επίσης χρειάστηκαν χρόνο για να επανέλθουν. Το πιο σοκαριστικό όμως ήταν ότι ένιωθα σαν να βγήκα ξαφνικά μέσα από μια επίδειξη πυροτεχνημάτων διαρκείας. Το υποβρύχιο εργαστήριο ήταν σε ένα θαλάσσιο άδυτο… Πανέμορφο! Κοραλλιογενείς ύφαλοι, ψάρια παντού, όλη αυτή η θαλάσσια ζωή, όλη αυτή η δυναμική κίνηση και ζωή, τόσο χρώμα, ένα υπέροχο show πυροτεχνημάτων. Και την ώρα που ανεβήκαμε, μετά από 31 ημέρες, υπήρχε ησυχία και ξαφνικά σιωπή, ερημιά, μόνο ο ουρανός και ένα δύο πουλιά και μια ομάδα ανθρώπων σε μια βάρκα που περίμεναν να μας μαζέψουν με αγένεια από το νερό…
ΕΡ. Με αγένεια; Αυτό ήταν το συναίσθημα;
ΑΠ. Ναι! Ένιωθα θαρρείς και με έπαιρναν με το ζόρι από το σπίτι μου, θαρρείς και έγινα ξαφνικά πρόσφυγας…
ΕΡ. Έχετε δηλώσει ότι οι όρκες είναι το καναρίνι της ανθρωπότητας στο ανθρακωρυχείο. Πώς τα πηγαίνει σήμερα αυτό το καναρίνι στο περιβάλλον του «ανθρακωρυχείου»;
ΑΠ. Δεν δίνουν αρκετοί άνθρωποι τη δέουσα προσοχή σε αυτό… Οι όρκες είναι στον ωκεανό ό,τι είμαστε εμείς στη γη. Είναι το αρπακτικό «άλφα», τρώνε τα πάντα και τίποτα δεν τρώει εκείνες. Έχουν ουσιαστικά τις ίδιες πηγές τροφής με εμάς και σε πολλές περιπτώσεις οι πληθυσμοί τους αρρωσταίνουν, αδυνατούν να αναπληρωθούν, δεν γεννούν υγιή μικρά και πολλές τελικά πεθαίνουν. Εξετάσαμε την πηγή της τροφής τους, τους σολωμούς για παράδειγμα. Στα βορειοδυτικά του Ειρηνικού, ΗΠΑ και Καναδά, οι όρκες τρώνε το ίδιο είδος σολωμού (chinook salmon) που τρώνε οι άνθρωποι, και τα μικρά τους έχουν φυσικές αναπηρίες, προβλήματα στη μάθηση και τη συμπεριφορά, οι μάνες κάνουν ακούσιες αποβολές, όλα αυτά μειώνουν τον πληθυσμό τους σε βαθμό που κάποτε πιθανώς θα εξαφανιστεί. Αν δεις τα δείγματα αίματος των ενηλίκων και των μικρών που επιβιώνουν και τα συγκρίνεις με δείγματα από ανθρώπους, θα δεις ότι έχουμε παρόμοια περιεκτικότητα σε ανθρωπογενείς χημικές ουσίες: χημικά που χρησιμοποιούνται ως επιβραδυντικά φλόγας, φυτοφάρμακα όπως το DDT, που απαγορεύτηκε στη δεκαετία του ΄70, μόλυβδο, υδράργυρο, βαρέα μέταλλα γενικώς. Δεν γεννιέται ούτε ένας άνθρωπος σήμερα, όσο απομακρυσμένος και να είναι από τον πολιτισμό, που να μην έχει τουλάχιστον 12 ανθρωπογενείς χημικές ουσίες στο αίμα του… Ό,τι συμβαίνει στις όρκες συμβαίνει και σε εμάς, και εμείς εξακολουθούμε να αναρωτιόμαστε γιατί αρρωσταίνουμε συχνότερα οι άνθρωποι, γιατί αρρωσταίνουμε από ασθένειες που παλιά δεν μας «έριχναν» στο κρεβάτι ή δεν τις περνούσαμε τόσο σοβαρά. Ξοδεύουμε ολοένα περισσότερα χρήματα για επεμβάσεις, για φαρμακευτική αγωγή… Ενώ αν συμπεριφερόμασταν στον πλανήτη και τον ωκεανό με τρόπο που θα ήταν αντίστοιχος με το πόσο εξαρτάται η ζωή μας από αυτούς, δεν θα χρειαζόταν να ξοδεύουμε τόσα λεφτά για να μείνουμε ζωντανοί.
ΕΡ. Κατά μια θεωρία των ανθρωπολόγων, όπου μετανάστευσε ο Homo Sapiens χιλιάδες χρόνια πριν, πολλά μεγα-θηλαστικά εξαφανίστηκαν λίγο μετά την εμφάνισή του, ενώ ο ωκεανός «σώθηκε», γιατί πέραν του ότι ήταν απέραντος, ήταν και ουσιαστικά απρόσιτος στον άνθρωπο με τα τότε διαθέσιμα μέσα. Φοβόσαστε ότι η τεχνολογία μπορεί να το αλλάξει αυτό;
ΑΠ. Είμαι μεγάλος υποστηρικτής της τεχνολογίας όταν χρησιμοποιείται σωστά. Η τεχνολογία δημιουργεί νέες δουλειές, νέες προσεγγίσεις, νέο τρόπο σκέψης. Αν όμως δεν χρησιμοποιείται σωστά, μπορεί να έχει τεράστιο αρνητικό αντίκτυπο. Ας δούμε τη βιομηχανία αλιείας. Είμαι μεγάλος υποστηρικτής της βιοτεχνικής, της τοπικής αλιείας, αν γίνεται σωστά, που συχνά γίνεται σωστά, γιατί αυτοί οι άνθρωποι έχουν τη γνώση επί γενιές, κι αντιλαμβάνονται ότι δεν μπορείς να πάρεις τα πάντα από τη θάλασσα. Δυστυχώς, αξιοποιώντας την πρόοδο της τεχνολογίας, η βιομηχανική αλιεία χρησιμοποιεί ελικόπτερα, αεροπλάνα εντοπισμού, ώστε να παρακολουθεί τα αλιεύματα και το αποτέλεσμα είναι ότι σήμερα περίπου το 80% των αλιευμάτων το εκμεταλλευόμαστε ήδη και πάνω από το 50% το υπερεκμεταλλευόμαστε και έχει πλέον φτάσει στο σημείο που βρίσκεται κοντά ή εκτός ορίων αποκατάστασης. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του γαλαζόπτερου τόνου, που είναι κάτι σαν το λιοντάρι ή την τίγρη των θαλασσών. Ο τόνος αυτός ταξιδεύει από Μεσόγειο μέχρι τον Κόλπο του Μεξικού και ξανά πίσω. Στη διάρκεια αυτής της μετανάστευσης παρακολουθείται από τα spotter planes, που ειδοποιούν τα αλιευτικά. Το αποτέλεσμα; Τώρα είμαστε μόλις στο 2% του αρχικού πληθυσμού του γαλαζόπτερου τόνου στο Βόρειο Ατλαντικό και αυτό συνέβη σε λίγες δεκαετίες, από το 1950. Καθώς οι πληθυσμοί μειώνονται, η απελπισία των βιομηχανικών αλιέων αυξάνεται και επιδιώκουν να πιάσουν ακόμη και το τελευταίο ψάρι, ενώ αυτό είναι το μεγαλύτερο λάθος, έτσι χρεοκοπούμε.
Την ίδια στιγμή, οι εξορύξεις (πετρελαίου) σε βαθιά νερά δηλητηριάζουν τους γόνους και όλο το σύστημα, από τον βυθό και πάνω (…) Και μετά εμείς τρώμε τα ψάρια που έχουν φάει τα σκουπίδια μας. Ναι, είμαστε τρελοί, τρώμε τα σκουπίδια μας. Δεν είμαι υπέρ των λουκέτων στις επιχειρήσεις αλλά υπέρ των καλών πρακτικών. Δεν έχει νόημα να κυνηγάμε και να τρώμε τις τίγρεις και τα λιοντάρια της θάλασσας, ας κάνουμε βιώσιμη αειφόρο υδατοκαλλιέργεια.
ΕΡ. Φαντάζομαι ότι το να έχεις παππού τον Ζακ Ιβ Κουστό είναι μια ανάμνηση που κρατάει για πάντα. Ποια ήταν η πιο πολύτιμη συμβουλή του;
ΑΠ. Ο παππούς μου για πολλά χρόνια ενέπνευσε πολλούς ανθρώπους. Για εμένα βέβαια ήταν απλά ο παππούς μου, μιας και δεν ήξερα τίποτε περισσότερο για εκείνον, μέχρι που άρχισα να βλέπω τηλεόραση και κατάλαβα ότι εκατομμύρια άνθρωποι σε όλον τον κόσμο γνώριζαν ποιος είναι. Θα μας έλεγε πάντα ιστορίες για τις περιπέτειές του, θα μας εξηγούσε γιατί ένας πλεισιόσαυρος ήταν σημαντικός και έπρεπε να γνωρίζουμε πράγματα για αυτόν, σε σχέση με εμάς ως είδος. Θυμάμαι και τις διηγήσεις για τις ελληνικές περιπέτειές του, ήρθε εδώ για αποστολές και εξερευνήσεις. Αυτές οι ιστορίες με ενέπνεαν πάρα πολύ.
Ο παππούς μου, αλλά και η γιαγιά μου, η μητέρα μου και ο πατέρας μου, όλη η οικογένειά μου ήταν η αιτία που ερωτεύτηκα τον ωκεανό. Όταν ως παιδί εκτίθεσαι σε αυτά τα θαύματα που η φύση προσφέρει, αποκτάς πολύ βαθύτερη σχέση με αυτά. Άρχισα να βουτάω στα τέσσερα, πήγα την πρώτη αποστολή στα επτά και από τότε δεν κοίταξα ποτέ πίσω. Δεν ενθαρρύνθηκα ποτέ, ούτε ποτέ πιέστηκα να ακολουθήσω την πορεία της οικογένειας, αυτό ήρθε φυσικά και έγινε υγιής εθισμός. Το πιο σημαντικό πράγμα που μας είχε πει πάρα πολλές φορές ήταν «οι άνθρωποι προστατεύουν ότι αγαπούν. Αγαπούν ό,τι καταλαβαίνουν. Και καταλαβαίνουν ό,τι διδάσκονται»…