Ρεπορτάζ: Χρήστος Μαζάνης
Κάμερα: Γιώργος Δαγαλάκης
Παραγωγή: Zougla.gr webTV 2023
Ευθύνεται για την κλοπή του αιώνα η οποία πραγματοποιήθηκε τα ξημερώματα της 9ης Ιανουαρίου του 2012 στην Εθνική Πινακοθήκη με την υπόθεση να παίρνει διεθνείς διαστάσεις. Τότε όλοι είχαν μείνει άφωνοι όταν έγινε γνωστό πως τρία έργα τέχνης, το «Γυναικείο Κεφάλι» του Πάμπλο Πικάσο, ο «Ανεμόμυλος Στάμμερ» του Ολλανδού ζωγράφου Πιετ Μοντριάν και ένα έργο σε χαρτί του Ιταλού Γκουλιέλμο Κάτσια (Μονκάλβο) είχαν κάνει φτερά. Η κινητοποίηση των Αρχών ήταν τεράστια αλλά κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί πως θα ήταν τόσο εύκολο να αφαιρέσει κάποιος πίνακες από έναν χώρο, ο οποίος υποτίθεται πως ήταν πολύ καλά φυλασσόμενος.
Κι όμως ο Γιώργος Σαρματζόπουλος ήταν αυτός που το έκανε και με τέτοιο τρόπο που δικαίως χαρακτηρίστηκε «φαντομάς». Δέχτηκε να μιλήσει στη «Ζούγκλα» και να μοιραστεί με τους θεατές του Youtube αλλά και τους αναγνώστες την περιπέτειά του αλλά και το άγνωστο παρασκήνιο, μέχρι να ομολογήσει και να επιστρέψει τους πίνακες πίσω.
Περιγράφει μεταξύ άλλων με λεπτομέρεια τι ήταν εκείνο που τον ώθησε στο να ρισκάρει αλλά και πώς οργάνωσε μια επιχείρηση την οποία θα ήθελαν να κάνουν ταινία πολλοί σκηνοθέτες του Hollywood. Μπροστά στον φακό θυμάται τα πάντα μέχρι τη σύλληψή του το 2021, – δηλαδή εννέα χρόνια μετά – η οποία όπως αποκαλύπτει έγινε κατόπιν ενός «εκβιασμού» και μιας πληροφορίας που ήρθε από το εξωτερικό. Στην κάμερα μιλά και ο συνήγορος υπεράσπισής του, ο γνωστός ποινικολόγος Σάκης Κεχαγιόγλου ο οποίος έδωσε τη δική του μάχη στην όλη υπόθεση.
Ο 50χρονος Γιώργος Σαρματζόπουλος δεν ήταν συλλέκτης αλλά αγαπούσε και αγαπάει όπως υποστηρίζει την τέχνη καθώς επίσης έχει πολλούς φίλους και γνωστούς που διαθέτουν έργα. Έκανε συχνά ταξίδια την Αγγλία και στην Ολλανδία. Κατά δήλωσή του δεν είχε πρόθεση να πουλήσει τους κλεμμένους πίνακες. Το μόνο που ήθελε – όπως υποστήριξε – ήταν να έχει στην κατοχή του ένα ωραίο έργο τέχνης.
Τους τελευταίους μήνες πριν συλληφθεί μετέφερε τους πίνακες από ένα σπίτι στον Περισσό που τους είχε σε κρύπτη, στην περιοχή της Κερατέας και μετά σε μια ρεματιά, όπου σύμφωνα με τους αστυνομικούς που τους εντόπισαν μετά την ομολογία του ήταν καλά φυλαγμένοι και προσεκτικά τοποθετημένοι. Σημειώνεται πως στην κατοχή του δεν βρέθηκε το τρίτο έργο που είχε αποσπάσει, του Ιταλού Γκλουλιέλμο Κάτσια. Όπως ισχυρίστηκε, κατά την κλοπή το τσαλάκωσε και καταστράφηκε.
Οι κάμερες ασφαλείας της Πινακοθήκης κατέγραψαν τις κινήσεις του αλλά δεν ήταν δυνατόν να δουν το πρόσωπό του επειδή φορούσε σκούφο για να καλύπτει τα χαρακτηριστικά του. Είχε μάλιστα τεθεί υπό παρακολούθηση από την αστυνομία και δεν έχει προκύψει ότι είχε κάποιον συνεργό.
Μετά τη σύλληψή του έμεινε στις φυλακές του Κορυδαλλού για 14 μήνες. Στις 14 Αυγούστου του 2022 με απόφαση του Ανακριτή αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους ενώ στις 20 Ιανουαρίου του 2023 το δικαστήριο τον καταδίκασε σε κάθειρξη 6 ετών με ανασταλτικό χαρακτήρα. Το δικαστήριο αναγνώρισε στον κατηγορούμενο το ελαφρυντικό της καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη και χορήγησε αναστολή στην έφεση του με όρο την ηλεκτρονική επιτήρηση του με συσκευή γεωεντοπισμού (βραχιολάκι) και την απαγόρευση απομάκρυνσης από το σπίτι του πέραν των 3 χιλιομέτρων. Εκκρεμεί το Εφετείο.