Μετά από μια καραντίνα, το πιο περίεργο καλοκαίρι της σύγχρονης ιστορίας και εν μέσω ενός επικίνδυνου δεύτερου κύματος, η διαΝΕΟσις καταγράφει απόψεις, αντιλήψεις και στάσεις για τη μεγαλύτερη κρίση της εποχής μας.

Πώς έχει αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο οι Έλληνες αντιμετωπίζουμε το φαινόμενο; Πώς αντιδρούμε, πόσο προσέχουμε, πώς αισθανόμαστε και τι περιμένουμε από το μέλλον;

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η έρευνα διενεργήθηκε σε συνεργασία με την Metron Analysis στο διάστημα 15-22 Σεπτεμβρίου 2020, σε πανελλαδικό δείγμα 1.257 ατόμων ηλικίας 17 και άνω.

Ακολουθούν μερικά από τα πιο ενδιαφέροντα ευρήματά της: 

  • Οι Έλληνες εμφανίζονται πολύ πιο συνειδητοποιημένοι και ρεαλιστές και, αναπόφευκτα, πολύ λιγότερο αισιόδοξοι από ό,τι στα εκπληκτικά αποτελέσματα του Απριλίου. 
  • Οι ζωές τους έχουν αλλάξει με συγκεκριμένους τρόπους (στην καθημερινότητα, στην εργασία, στην ψυχολογία, στις ανθρώπινες σχέσεις) και σχεδόν αποκλειστικά προς το χειρότερο.
  • Από την άλλη, οι απαντήσεις δεν αντανακλούν συνθήκες απελπισίας ή κατάρρευσης.
  • Οι πολίτες δηλώνουν ότι τηρούν τα μέτρα προστασίας σε υψηλά ποσοστά.
  • Παρ’ όλο που υπάρχει (και εκφράζεται) φόβος και τα ποσοστά της εμπιστοσύνης έχουν μειωθεί, δεν έχει χαθεί ολοσχερώς η ελπίδα.
  • Σε κάποια από τα κρίσιμα θέματα που μας απασχολούν, υπάρχει ακόμα η ελπίδα ότι στο μέλλον θα βγούμε κερδισμένοι.

Το τέλος της υπέρμετρης αισιοδοξίας 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ένα από τα πιο εντυπωσιακά αποτελέσματα της έρευνας του Απριλίου 2020 εμφανίστηκε στην ερώτηση για το αν τα πράγματα στη χώρα μας κινούνται προς τη σωστή ή προς τη λάθος κατεύθυνση. Είναι μια ερώτηση που η Metron Analysis κάνει στις έρευνές της εδώ και πολλά χρόνια, οπότε είχε ενδιαφέρον να τη μελετήσουμε σε αυτή την πρωτοφανή συγκυρία.

Με τη χώρα σε καραντίνα, λοιπόν, την κοινωνία σε πλήρη ακινησία, και την παγκόσμια ανασφάλεια για έναν νέο, τρομακτικό θανατηφόρο ιό, το ποσοστό των Ελλήνων που θεωρούσαν ότι τα πράγματα κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση τον Απρίλιο του ’20 έφτανε το ιλιγγιώδες 86%. Είναι ένα νούμερο πρωτοφανές στη σύγχρονη ιστορία της χώρας μας. Για να κατανοήσουμε αυτό το εύρημα και, κυρίως, για να ερμηνεύσουμε τα ευρήματα της νέας μας έρευνας σε σχέση με την προηγούμενη, αξίζει να θυμηθούμε για λίγο τις συνθήκες στις οποίες απαντούσαν ερωτήσεις οι Έλληνες στα τέλη του Απρίλη. Τότε ήμασταν ήδη αρκετές εβδομάδες έγκλειστοι στα σπίτια μας. Για να βγούμε έξω στέλναμε ένα SMS σε ειδικό αριθμό, με μία από έξι συγκεκριμένες αιτιολογήσεις της εξόδου μας.

Τα εστιατόρια, τα καφέ, τα πάρκα και τα καταστήματα -πλην συγκεκριμένων- ήταν κλειστά. Και οι ειδήσεις ήταν ακόμα γεμάτες με την τραγωδία της Βόρειας Ιταλίας, της Γαλλίας και της Ισπανίας, εικόνες με φορτηγά ψυγεία γεμάτα φέρετρα, αναλύσεις με το τι σημαίνει “triage” στις ΜΕΘ. Η Ελλάδα σε εκείνη τη φάση φαινόταν ότι πετυχαίνει κάτι στο οποίο άλλες χώρες αποτύγχαναν: να αποφύγει την ανεξέλεγκτη και ακατάσχετη διασπορά του ιού στην κοινωνία, τους χιλιάδες θανάτους και την κατάρρευση του συστήματος υγείας. Αυτή η για πολλούς αναπάντεχη επιτυχία μεταφραζόταν στο πρωτοφανές 86% -νομίζαμε, τότε, ότι ως χώρα είχαμε γλιτώσει από μια τεράστια εθνική τραγωδία.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Σήμερα τα πράγματα, βεβαίως, είναι διαφορετικά. Αν και όντως η χώρα μας έχει αντέξει πολύ καλύτερα από άλλες πλούσιες χώρες της Δύσης, ωστόσο δεν έχει βγει αλώβητη. Τα κρούσματα αυξάνονται, η αναπόφευκτη οικονομική κρίση βαθαίνει και σιγά σιγά όλοι οι Έλληνες αντιλαμβάνονται τις συνέπειες της κρίσης “στο πετσί τους”. “Ό,τι μέχρι πριν από λίγο καιρό αντιμετωπιζόταν ως μία προσωρινή δυσκολία”, γράφει ο Στρατός Φαναράς στην έκθεση του, “την οποία μάλιστα αντιμετωπίζαμε με σχετική επιτυχία, σήμερα μετατρέπεται σε μια μονιμότερη συνθήκη, που η αντιμετώπιση της, βέβαια, δυσκολεύει εξ ορισμού. Και αυτό αλλάζει τα πάντα”.

Πράγματι, πέντε μήνες μετά, το ποσοστό όσων πιστεύουν ότι πάμε προς τη σωστή κατεύθυνση έχει μειωθεί στο 57%.

Έχει, πάντως, ενδιαφέρον να σημειώσουμε πως το ότι η άποψη “τα πράγματα πάνε προς τη σωστή κατεύθυνση” είναι πλειοψηφική είναι εξαιρετικά σπάνιο φαινόμενο. Μόνο σε 15 από τους τελευταίους 59 μήνες έχει εμφανιστεί, και μάλιστα οι 11 από αυτούς είναι οι 11 τελευταίοι -ένα πρωτοφανές σερί.

Το αν ο κόσμος πιστεύει ότι η χώρα πηγαίνει προς τη σωστή κατεύθυνση επηρεάζεται από τις πολιτικές προτιμήσεις του καθενός, βεβαίως, αλλά επηρεάζεται και από άλλους παράγοντες. Οι άνω των 65 και οι οικονομικά ευκατάστατοι θεωρούν ότι τα πράγματα πηγαίνουν προς της σωστή κατεύθυνση σε ποσοστό άνω του 70%. Από αυτούς που δηλώνουν ότι ενημερώνονται κυρίως από την τηλεόραση, το 70,5% θεωρούν ότι τα πράγματα πηγαίνουν καλά. Από αυτούς που ενημερώνονται από τα social media, όμως, μόνο το 39,4% συμφωνούν.

Η αλλαγή της στάσης των Ελλήνων ως προς τις διάφορες πτυχές της κρίσης γίνεται εμφανής και σε άλλες ερωτήσεις όπως, για παράδειγμα, στην ερώτηση περί μακροχρόνιων επιπτώσεων της πανδημίας. Τον Απρίλιο οι ερωτηθέντες εκτιμούσαν ότι οι θετικές συνέπειες στην εμπιστοσύνη στο σύστημα υγείας, την αλληλεγγύη της κοινωνίας, τις οικογενειακές σχέσεις αλλά και άλλους παράγοντες θα ήταν περισσότερες από τις αρνητικές. Τώρα οι εκτιμήσεις για θετικές επιπτώσεις σε όλους τους παράγοντες έχουν μειωθεί δραματικά, ενώ οι εκτιμήσεις για αρνητικές επιπτώσεις έχουν αυξηθεί πολύ.

Η αλλαγή αυτή αποτυπώνεται δραματικά στην ερώτηση περί συναισθημάτων. Τον Απρίλιο το πρώτο συναίσθημα που επέλεγαν οι ερωτηθέντες, αυτό που δήλωναν ότι νιώθουν πιο έντονα, ήταν η αισιοδοξία: το 26,5% επέλεγαν αισιοδοξία. Το Σεπτέμβριο, μόνο το 8,5% την επιλέγουν -είναι πια το έκτο συχνότερο συναίσθημα, πίσω από τον φόβο, την απογοήτευση, το άγχος, την ανασφάλεια και, πρώτη απ’ όλα, την αβεβαιότητα (20,7%).

Όπως είναι αναμενόμενο, οι Έλληνες ηλικίας 65+ είναι αυτοί που φοβούνται πιο πολύ απ’ όλους -αλλά ταυτόχρονα είναι και οι πιο αισιόδοξοι από όλους. Αυτοί που δηλώνουν έσοδα πάνω από 3.000 ευρώ τον μήνα δηλώνουν και το μεγαλύτερο ποσοστό αβεβαιότητας (29,1%). Αυτοί που δηλώνουν εισόδημα κάτω από 500 ευρώ μηνιαίως, τη μικρότερη (15,7%).

Παράλληλα, το 50,2% των ερωτηθέντων δηλώνουν “νιώθω περισσότερο φόβο απέναντι στους συνανθρώπους μου”, ενώ το 55,4% δηλώνουν “η ψυχολογική μου διάθεση είναι χειρότερη από ό,τι πριν από την πανδημία”. Πιο ευάλωτες και εδώ, οι μεγαλύτερες ηλικίες και όσοι βρίσκονται σε κακή οικονομική κατάσταση.

Και, παραδοσιακά, όπως συμβαίνει σε όλες μας τις σχετικές έρευνες, το συναίσθημα που αισθάνονται λιγότερο από όλα όλες οι ομάδες του πληθυσμού της Ελλάδας είναι η ντροπή.

Πόσο φοβόμαστε όμως, πραγματικά;

Ο φόβος για το γνωστό και το άγνωστο

Από ότι φαίνεται, καθώς μαθαίνουν όλο και περισσότερα πράγματα για την υγειονομική απειλή, οι Έλληνες σήμερα φοβούνται λίγο περισσότερο από ότι τον Απρίλιο. Το 67,4% των ερωτηθέντων πιστεύουν ότι κοντινοί τους άνθρωποι (φίλοι ή συγγενείς) κινδυνεύουν από τον κορωνοϊό -ποσοστό ελαφρώς αυξημένο από το 62% του Απριλίου. Σήμερα, τρεις στους τέσσερις Έλληνες ηλικίας από 17 μέχρι 54 πιστεύουν ότι κοντινοί τους άνθρωποι κινδυνεύουν.

Πλέον σχεδόν ένας στους τρεις Έλληνες (31,9%) θεωρούν ότι κινδυνεύουν οι ίδιοι προσωπικά από τον κορωνοϊό. Το αντίστοιχο ποσοστό πέντε μήνες πριν ήταν 23,7%. Στους ηλικιωμένους 65+ πλέον το 42% θεωρούν ότι κινδυνεύουν -από 33% τον Απρίλιο.

Είναι αξιοσημείωτο το ότι ένα θεαματικό 23% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι γνωρίζουν κάποιον ή κάποια που έχει προσβληθεί από τον κορωνοϊό. Αυτό είναι αποτέλεσμα που χρίζει ερμηνείας, δεδομένου ότι σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες σε τυχαία δείγματα λιγότερο από 1% του πληθυσμού έχει όντως προσβληθεί από τον ιό.

Ένα 23,3%, εξάλλου, θεώρησαν ότι κάποια στιγμή ίσως να είχαν προσβληθεί οι ίδιοι από τον ιό, ένα ποσοστό παρόμοιο με του περασμένου Απριλίου.

Πάντως, μόνο το 25,7% των ερωτηθέντων θεωρούν ότι ανήκουν στις “ευάλωτες” ομάδες του πληθυσμού (ηλικιωμένοι, άτομα σε ανοσοκαταστολή, άτομα με αναπνευστικά προβλήματα κ.ά.), ένα ποσοστό πολύ χαμηλότερο από το πραγματικό ποσοστό στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Είναι ενδιαφέρον ότι μόνο το 58,5% των ερωτηθέντων ηλικίας 65+ θεωρούν εαυτούς “ευάλωτους”.

Επιστροφή στον ρεαλισμό

Μια σειρά από ερωτήσεις αποτυπώνει το ότι οι Έλληνες έχουν αρχίσει να αντιμετωπίζουν το φαινόμενο της πανδημίας με ρεαλισμό. Τον Απρίλιο μέρος της αισιοδοξίας πήγαζε από την άγνοια (πολλά πράγματα ήταν ακόμα άγνωστα για τη φύση του ιού και τις επιπτώσεις της ασθένειας στη δημόσια υγεία), πράγμα που, όπως είδαμε, αποκρυσταλλωνόταν σε απόψεις φαινομενικά παράλογες. Όπως είπαμε στην αρχή, τον Απρίλιο, εν μέσω καραντίνας, το 67,9% των Ελλήνων πίστευαν ότι θα επανέλθουμε “σε μια φυσιολογική καθημερινότητα” μέχρι τον Σεπτέμβριο. Είναι Οκτώβριος τώρα και, βεβαίως, καμία κανονικότητα δεν έχει επανέλθει. Και οι ίδιοι Έλληνες μοιάζουν να το έχουν καταλάβει. Σήμερα, μόλις το 5% του πληθυσμού πιστεύει ότι θα επανέλθουμε σε κάποια κανονικότητα “μέχρι το τέλος του χρόνου”. Το 87,4% θεωρεί ότι θα επανέλθουμε από το 2021 και μετά. Ένας στους τρεις (32,4%), θεωρούν ότι θα επανέλθουμε μετά από το 2021.

Πλέον, το 73% των Ελλήνων πιστεύουν ότι “έρχονται δυσκολότερες ημέρες” και μόλις το 18,8% θεωρούν ότι “τα χειρότερα έχουν περάσει”. Ποιες ομάδες του πληθυσμού είναι οι πιο αισιόδοξες; Αυτοί που δηλώνουν ότι κατά τη διάρκεια της πανδημίας έχει βελτιωθεί η οικονομική τους κατάσταση (44,2%) και οι νέοι ηλικίας 17-24 (35,4%). Σε καμία πληθυσμιακή ομάδα, πάντως, η πεποίθηση ότι “τα χειρότερα έχουν περάσει” δεν είναι πλειοψηφική.

Πώς ζουν οι Έλληνες στην πανδημία;

Οι ζωές μας, φυσικά, έχουν αλλάξει. Πολύ. Το 73,9% παραδέχονται ότι η ζωή τους έχει αλλάξει “πάρα πολύ” ή “αρκετά”. Δεν υπάρχει πληθυσμιακή ομάδα, ηλικιακό γκρουπ, κοινωνική τάξη ή ιδεολογικό γκρουπ που να δηλώνει κατά πλειοψηφία ότι δεν έχει αλλάξει η ζωή τους. Και, βέβαια, αυτό δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Αντίστοιχα ποσοστά σε πρόσφατη έρευνα του Pew είναι 71% για την Σουηδία, 67% για τις ΗΠΑ, 66% για τη Βρετανία και 60% για την Ισπανία.

Για να καταλάβουμε τι εννοούμε όταν λέμε “η ζωή έχει αλλάξει” κρατήστε τα εξής ευρήματα:

  • Το 76,3% δηλώνουν ότι πηγαίνουν σε λιγότερες κοινωνικές εκδηλώσεις (γάμους, βαφτίσια) από ό,τι πριν από την πανδημία
  • Το 62,9% ότι τρώνε λιγότερο συχνά σε εστιατόρια και ταβέρνες
  • Το 60,5% ότι βγαίνουν σπανιότερα σε μπαρ
  • Το 59,5% ότι ταξιδεύουν σπανιότερα με αεροπλάνο
  • Το 56% ότι συναντούν λιγότερο τους φίλους τους
  • Το 54,3% ότι ψωνίζουν σπανιότερα σε εμπορικά καταστήματα
  • Το 53,8% ότι ταξιδεύουν σπανιότερα με πλοίο
  • Το 51,3% ότι χρησιμοποιούν λιγότερο τα ΜΜΜ

Οι μόνες δραστηριότητες στις οποίες η πλειοψηφία των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι το κάνουν “το ίδιο” με ό,τι πριν από την πανδημία, είναι η χρήση ταξί (53,1%) και το να “βλέπουν μέλη της οικογένειάς τους” (64,4%).

Επιπλέον, οι μισοί Έλληνες (53,1%) δηλώνουν ότι φέτος το καλοκαίρι πήγαν λιγότερες διακοπές από ό,τι τις προηγούμενες χρονιές. Ένας στους τρεις (36,3%) δηλώνει ότι στις φετινές διακοπές πέρασε χειρότερα, εξαιτίας της πανδημίας.

Εξάλλου, το 60,6% δηλώνουν ότι στην καθημερινότητά τους συναντιούνται και συνομιλούν με λιγότερους ανθρώπους από ό,τι θα έκαναν αν δεν υπήρχε πανδημία. Οι μισοί (50,5%) δηλώνουν ότι ο τρόπος δουλειάς τους έχει αλλάξει κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Σχεδόν οι μισοί (45,5%) δηλώνουν ότι οι σχέσεις τους με τους φίλους και τους γνωστούς τους έχουν αλλάξει.

Όπως αντιλαμβανόμαστε όλοι, οι οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες όλων των παραπάνω είναι τεράστιες, και θα γίνονται όλο και πιο εμφανείς, καθώς η κρίση βαθαίνει. Η κατάρρευση της κατανάλωσης και ο περιορισμός των κοινωνικών επαφών θα αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η χώρα μας με συγκλονιστικούς, ελάχιστα προβλέψιμους και ενδεχομένως μη αναστρέψιμους τρόπους.

Διαβάστε ολόκληρη την έρευνα ΕΔΩ 

 

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης