Ένας ιερέας που μέχρι πρόσφατα λειτουργούσε σε ιερό ναό χωριού που βρίσκεται στον οδικό άξονα Λάρισας – Βόλου κρίθηκε ένοχος από το Επισκοπικό Δικαστήριο της Ιεράς Μητρόπολης Λάρισας για θέματα ηθικής φύσεως, για αντικανονικά παραπτώματα αλλά και ζητήματα διαχειριστικής ατασθαλίας.
Πρόκειται για μια υπόθεση που απασχόλησε την Ιερά Μητρόπολη για αρκετούς μήνες, ενώ ο ίδιος τέθηκε σε αργία από τα τέλη του περασμένου έτους. Μεγάλο ενδιαφέρον όμως έχει και το γεγονός πως ο εν λόγω ιερέας σχετίζεται με μια υπόθεση ληστείας που εκδικάστηκε από δικαστήριο της Λάρισας και στο οποίο από κατήγορος μετατράπηκε σε… κατηγορούμενος. Όλα αυτά μέσω των καταθέσεων που τότε είδαν το φως της δημοσιότητας.
Ο ιερέας αρχικά ανακρίθηκε από τις αρμόδιες εκκλησιαστικές ανακριτικές αρχές και τα ευρήματα της διαδικασίας κρίθηκαν ικανά για να παραπεμφθεί σε δίκη στο αντίστοιχο δικαστήριο. Σε πρώτη φάση αυτό ήταν το Επισκοπικό Δικαστήριο της Ιεράς Μητρόπολης, όπου κρίθηκε ένοχος για τριών ειδών πράξεις. Η μια αφορούσε σε θέματα ηθικής φύσεως, η δεύτερη σε αντικανονικά παραπτώματα και η τρίτη σε κινήσεις διαχειριστικής ατασθαλίας που έχουν άμεση σχέση με τη διοίκηση της ενορίας στην οποία λειτουργούσε.
Με αυτήν την απόφαση ο ιερέας παραπέμπεται πλέον στο Συνοδικό Δικαστήριο της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδας, που είναι το ανώτερο δικαστήριο, λόγω της σοβαρότητας των πράξεών του.
Ο ιερέας είναι σε αργία από τον περασμένο Δεκέμβριο μετά την εκδίκαση μιας υπόθεσης με… ροζ απόχρωση. Επρόκειτο για υπόθεση ληστείας που εκδικαζόταν στο Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων με θύμα τον συγκεκριμένο ιερέα από τη Λάρισα και κατηγορούμενους δύο νεαρούς από τον Βόλο. Το αποτέλεσμα μπορεί να ήταν πως καταδικάστηκε ο ένας εκ των δύο σε φυλάκιση, όμως το περιεχόμενο των απολογιών ήταν αυτό που προκάλεσε έκπληξη, τόσο στην έδρα όσο και στο ακροατήριο.
Απολογούμενος ο κατηγορούμενος τόσο ενώπιον της ανακρίτριας όσο και στην αίθουσα του δικαστηρίου, ανέφερε μεταξύ άλλων πως ντρέπεται που το λέει, αλλά διατηρούσε σχέση επί πληρωμής με τον ιερέα. Περιέγραψε πώς τον γνώρισε και σε ποια ξενοδοχεία πήγαιναν, ενώ κατέθεσε μεταξύ άλλων πως ο ιερέας πήγαινε στον Βόλο χωρίς ράσα γιατί στη Λάρισα δεν μπορούσε να το κάνει αυτό, καθώς θα τον αναγνώριζαν. Υποστήριζε πως τον εφοδίαζε με δώρα, κινητά τηλέφωνα και playstation ως μορφή ανταλλαγής της «σχέσης» που προσέφερε ο νεαρός τα τελευταία χρόνια. Για τη βραδιά της ληστείας υποστήριξε πως δεν έγιναν έτσι όλα αυτά για τα οποία κατηγορούνταν, ενώ τόνισε πως ο συγκατηγορούμενός του δεν είχε καμία σχέση.
Ο 24χρονος Βολιώτης είχε κριθεί ένοχος για την πράξη της ληστείας και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών με τριετή αναστολή, ενώ ο δεύτερος κατηγορούμενος αθωώθηκε.
Λίγο μετά τη δημοσίευση της συγκεκριμένης δίκης από την «Ε», ο ιερέας τέθηκε σε αργία με αφορμή τις καταθέσεις του κατηγορουμένου, χωρίς να παύει να είναι ιερέας. Ακολούθησαν όλες οι προβλεπόμενες και νόμιμες εκκλησιαστικές διαδικασίες και η υπόθεση εν τέλει οδηγείται στο ανώτερο εκκλησιαστικό δικαστήριο.
ΠΗΓΗ: eleftheria.gr