Την ενοχή όλων των κατηγορουμένων για τις χρυσές μίζες από τα εξοπλιστικά προγράμματα, πλην δύο εξ αυτών, πρότεινε η εισαγγελέας της έδρας Γεωργία Αδειλίνη.
Κλείνοντας την αγόρευσή της, η εισαγγελέας εμφανίστηκε βέβαιη για την ενοχή των κατηγορουμένων και ζήτησε να απαλλαγούν μόνον ο επιχειρηματίας Παντελής Ζαχαριάδης και ο Κύπριος δικηγόρος Σπύρος Χατζηνικολάου.
Συγκεκριμένα, ζήτησε να κηρυχθούν ένοχοι για το αδίκημα του ξεπλύματος μαύρου χρήματος κατ’ επάγγελμα οι: Άκης Τσοχατζόπουλος, Αστέριος Οικονομίδης, Ευφροσύνη Λαμπροπούλου, Νικόλος Ζήγρας, Γιώργος Σαπχατζίδης, Αρετή Τσοχατζοπούλου, Ιωάννης Σμπώκος, Βασιλική Σταμάτη, Μαρία Ταλίτα Τσεκούρα, Οράτιος Μελάς, Κων/νος Αντωνιάδης, Γεώργιος Κωνσταντάτος, για τους οποίους ανέφερε πως «οι μεθοδεύσεις που χρησιμοποιήθηκαν και η μακρά ενασχόλησή τους με τις εταιρείες του Άκη Τσοχατζόπουλου δείχνουν ότι διέπραξαν το αδίκημα κατ’ επάγγελμα».
Για κάποιους από τους κατηγορουμένους ζήτησε να απαλλαγούν για επιμέρους ήσσονος σημασίας πράξεις.
Ζήτησε να κηρυχθούν ένοχοι χωρίς την επιβαρυντική περίσταση της κατ΄ επάγγελμα τέλεσης του αδικήματος, γεγονός που μειώνει την ποινική τους μεταχείριση, οι: Νικόλας Γεωργουλάκης, Παναγιώτης Σταμάτης, Φώτιος Αρβανίτης, Γκούντρουν Τσοχατζοπούλου και Νικόλαος Καρατζάς, για τους οποίους είπε πως είχαν «ευκαιριακή σχέση με τα εγκλήματα του Τσοχατζόπουλου».
Σύμφωνα με την εισαγγελέα, προέκυψαν συντριπτικές αποδείξεις ότι ο Άκης Τσοχατζόπουλος «πήρε τόσες μίζες, που ούτε ο ίδιος δεν μπορούσε να υπολογίσει το ύψος τους, αναγκαζόταν μάλιστα να τις διαχειρίζεται με τη βοήθεια των άλλων, αφού ο ίδιος δεν μπορούσε να κρατήσει λογαριασμό. Μίζες σε βαλίτσες, σε τσάντες που μεταφέρονταν από λογαριασμό σε λογαριασμό, από εταιρεία σε εταιρεία και μετατρέπονταν σε ακίνητα ή επενδύονταν με άγνωστο σε μας τρόπο». Μόνο ένα ελάχιστο τμήμα από τους λογαριασμούς που ανοίχθηκαν για να καλυφθεί η διαδρομή του βρόμικου πολιτικού χρήματος έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να εντοπίσει η Δικαιοσύνη.
Ο πρώην υπουργός, σύμφωνα με την εισαγγελέα, είχε σχεδιάσει όσα διέπραξε και για αυτόν τον λόγο χρειάστηκε άτομα της απολύτου εμπιστοσύνης του, που μέσω ενός καλοστημένου δικτύου εξωχώριων εταιρειών και τραπεζικών λογαριασμών θα μπορούσαν να καλύψουν τα ίχνη των τεράστιων ποσών που διακινήθηκαν. Μάλιστα, οι επιχειρηματικές του βλέψεις ξεπερνούσαν ακόμα και τα σύνορα της χώρας.
Όσον αφορά στους ισχυρισμούς του περί σκευωρίας εις βάρος του, η εισαγγελέας χαρακτήρισε όλη τη στάση του αλαζονική και περιφρονητική, αφού -όπως είπε- ακόμη και τώρα υποτιμά το κοινό του, το οποίο προσπαθεί να παραπλανήσει πιστεύοντας ότι μπορεί να το πείσει. Ο παρ’ ολίγον πρωθυπουργός της χώρας, όπως χαρακτηριστικά τόνισε η κα Αδειλίνη, ανεξάρτητα από το ότι οι αποδείξεις εις βάρος του βοούν και ότι ούτε ένας άνθρωπος από τον πολιτικό κόσμο δεν ήρθε αυτόκλητα να τον υπερασπίσει, συμπεριφέρεται υβριστικά στο δικαστήριο και καταφέρεται κατά πάντων. Η εισαγγελική λειτουργός ανέφερε πως αποδέκτης των μιζών ήταν μόνο ο ίδιος ο πρώην υπουργός, προκαλώντας την αντίδραση του Άκη Τσοχατζόπουλου, ο οποίος ρώτησε «για μένα το λέτε αυτό;».
Η συνεχής επίκλησή του μάλιστα στα μέλη του ΚΥΣΕΑ και τους υπουργούς που τον διαδέχθηκαν δεν ήταν καθόλου τυχαία, όπως είπε η εισαγγελέας. «Στόχος του είναι αφενός η διάχυση της ευθύνης σε πολιτικά πρόσωπα και αφετέρου να πείσει τον λαό ότι όλοι τα παίρνουν. Δεν είναι, όμως, έτσι. Δεν τα παίρνουν όλοι». Για την εισαγγελική λειτουργό, η περίπτωση του Άκη Τσοχατζόπουλου μπορούσε να σηματοδοτήσει την απόφαση του πολιτικού συστήματος να αυτοκαθαρθεί. Για να γίνει, όμως, αυτό θα πρέπει να υπάρξει συνέχεια, όπως είπε με νόημα, και να πείσει ότι δεν λειτούργησε ως φωτοβολίδα. Χρησιμοποιώντας τη φράση του Γάλλου φιλόσοφου Πολ Σαντρ απευθυνόμενη στον Άκη Τσοχατζόπουλο είπε η κα Αδειλίνη πως ο άνθρωπος είναι οι επιλογές του.
Ανάμεσα στους κατηγορουμένους των οποίων ζήτησε την ενοχή είναι και η πρώην σύζυγος του Άκη Τσοχατζόπουλου Γκούντρουν, η οποία -όπως είπε- γνώριζε την προέλευση των παράνομων χρημάτων και γι’ αυτό απαίτησε χρήματα για το διαζύγιο. Εκείνη και η οικογένειά της γίνονταν αποδέκτες των παράνομων χρημάτων του πρώην υπουργού.
Ο αναπληρωτής εισαγγελέας Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος ζήτησε από το δικαστήριο η απόφασή του να λάβει υπ’ όψιν της το ηθικό συναίσθημα του λαού, αφού ο πυρήνας αυτής της δίκης είναι πνευματικός και ηθικός. «Η δίκη δεν είναι πολιτική, είναι καθαρά ποινική» ξεκαθάρισε ο κ. Παναγιωτόπουλος. Ο Άκης Τσοχατζόπουλος για άλλη μια φορά διαμαρτυρήθηκε πως το δικαστήριο εξετάζει αποφάσεις πολιτικών.
«Διέπραξε ύβρη ο Άκης Τσοχατζόπουλος. Η αυθάδης και αλαζονική συμπεριφορά οδηγεί, όμως, πάντα αναπόφευκτα στην πτώση και καταστροφή του υβριστή» τόνισε ο αναπληρωτής εισαγγελέας.
Διαβάστε επίσης:
Ο “βοσκός” φυλούσε τις μίζες, Πρώτη καταχώρηση: Πέμπτη, 12 Σεπτεμβρίου 2013, 10:55