Μια παλιά αρμένικη παροιμία λέει πως «μέσα στην καρδιά κάθε ανθρώπου κοιμάται ένα λιοντάρι».

Όταν οι ηγέτες αποτυγχάνουν λοιπόν και η διπλωματία σηκώνει τα χέρια, αυτό το λιοντάρι πρέπει να ξυπνήσει για να ξαναφέρει την ανθρωπιά στον κόσμο μας.

Και το λιοντάρι Έισα Τζένινγκς το ξύπνησε η ίδια η Ιστορία, μια ιστορία φρίκης και ολέθρου που εκτυλίχθηκε στη Σμύρνη το 1922 μέσα στην απάθεια και τα αλλότρια συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων.

Πως κατάφερε να διασώσει 250.000 – 300.000 Έλληνες από την τουρκική θηριωδία 

Ήταν 13 Σεπτεμβρίου 1922. Η αρμένικη συνοικία της Σμύρνης πυρπολείται (ένας τρόπος πιθανότατα να εξαφανιστούν και τα πτώματα που κείτονταν στα σοκάκια) και η φωτιά επεκτείνεται σταδιακά σε ολόκληρη την πόλη.

Η προκυμαία της Σμύρνης μετατρέπεται σύντομα σε μια μακρόστενη λωρίδα πανικού και μαρτυρίου για αβοήθητους ανθρώπους: μπροστά τους η θάλασσα (τα πληρώματα των θωρηκτών των Μεγάλων Δυνάμεων είχαν λάβει σαφείς εντολές να μην εμπλακούν) και πίσω τους, με την κατάρρευση του ελληνικού στρατιωτικού μετώπου στη Μικρά Ασία, μια σφαγή εν εξελίξει.

Μέσα από τους καπνούς της λεηλασίας και τα ουρλιαχτά των βιαιοπραγιών, με την απόγνωση και την απελπισία να κυριαρχούν στην ιωνική γη, αναδύεται η ηρωική μορφή του Αμερικανού Εϊσα Κεντ Τζένινγκς (Asa K. Jennings) που είχε αποφασίσει να μην εγκαταλείψει τους συνανθρώπους του.
Μέσα από τους καπνούς της λεηλασίας και τα ουρλιαχτά των βιαιοπραγιών, με την απόγνωση και την απελπισία να κυριαρχούν στην ιωνική γη, αναδύεται η ηρωική μορφή του Αμερικανού Έισα Κεντ Τζένινγκς (Asa K. Jennings) που είχε αποφασίσει να μην εγκαταλείψει τους συνανθρώπους του. Μέσα στις επόμενες επτά ημέρες θα έγραφε ιστορία (ασχέτως αν αυτή η ιστορία δεν είναι και τόσο γνωστή). Ο μεθοδιστής πάστορας από τη Νέα Υόρκη (καμπούρης και εν γένει φιλάσθενος από τη νεότητά του) είχε φθάσει στη Σμύρνη με την οικογένειά του, περίπου έναν μήνα πριν, για να υπηρετήσει στην τοπική Χριστιανική Αδελφότητα Νέων (YMCA).

Η εκτεταμένη βία με την οποία ήλθε αντιμέτωπος ήταν πρωτοφανής. Ο ίδιος ανέλαβε τότε ζωτικής σημασίας πρωτοβουλίες: μετέτρεψε πολλά κτίρια (που είχαν εγκαταλείψει οι εύποροι ιδιοκτήτες τους όταν πλησίαζαν οι Τούρκοι) σε αυτοσχέδια κέντρα βοήθειας για τις ανήμπορες γυναίκες – πολλές από αυτές εγκυμονούσες, άλλες βιασμένες, άλλες σοβαρά τραυματισμένες – και συμμάζεψε αρκετά ορφανά που είχαν δει τους γονείς τους να δολοφονούνται. Ο Έισα Κ. Τζένινγκς χρησιμοποιώντας «μια δωροδοκία, ένα ψέμα και μια κενή απειλή», και αφού συναντήθηκε με τον ίδιο τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, ο οποίος έθεσε προϋποθέσεις και όρισε προθεσμίες, κατάφερε να ηγηθεί μιας εντυπωσιακής επιχείρησης διάσωσης τουλάχιστον 250.000 – 300.000 προσφύγων από θαλάσσης, από τη φλεγόμενη Σμύρνη προς τα νησιά του Αιγαίου, τον Πειραιά και τη Θεσσαλονίκη.

Όταν ολοκλήρωσε το απίθανο έργο του, το Ορθόδοξο Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης αναγνώρισε στο πρόσωπό του τη σωτηρία ενός εκατομμυρίου ανθρώπινων ψυχών ενώ το ελληνικό κράτος τού απένειμε (εγκαίρως) τις ύψιστες τιμές για την προσφορά του στη χώρα.Πριν ένα χρόνο περίπου στα μέσα Φεβρουαρίου 2016,  έγιναν και τα αποκαλυπτήρια μιας αναθηματικής πλάκας προς τιμήν του Έισα Κ. Τζένινγκς στην πόλη του Βόλου, έπειτα από απόφαση της εκεί δημοτικής αρχής, όπου παρέστη και ο εγγονός του.

Τη δράση αυτού του ξεχωριστού ατόμου αποφάσισε να αναδείξει ένας συμπατριώτης του, ο Αμερικανός Λου Γιουρένεκ, καθηγητής Δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης και συγγραφέας.

Το (τρίτο) καλογραμμένο βιβλίο του υπό τον τίτλο «Η Μεγάλη Φωτιά – Η αποστολή ενός Αμερικανού που διέσωσε θύματα της πρώτης γενοκτονίας του 20ου αιώνα» είναι μια αφήγηση καθηλωτική.

Ποιος ήταν ο Έισα Κεντ Τζένινγκ

Ο Έισα Κεντ Τζένινγκς γεννιέται το 1877 σε κομητεία της Νέας Υόρκης. Για τα παιδικά του χρόνια δεν είναι και πολλά γνωστά, καθώς οι βιογράφοι τού αφιέρωσαν λιγοστές γραμμές. Ξέρουμε πάντως ότι το φιλάσθενο παιδί χτυπήθηκε στην τρίτη δεκαετία της ζωής του (στα 28 του) με έναν σπάνιο τύπο φυματίωσης που πλήττει τη σπονδυλική στήλη.

Εξαιτίας της νόσου, έφτανε δεν έφτανε τώρα το 1,60 μ., καθώς η ευδιάκριτη καμπούρα τον κρατούσε μονίμως σκυμμένο. Ξέρουμε επίσης ότι το αγόρι μεγάλωσε στη Νέα Υόρκη και φόρεσε κάποια στιγμή το σχήμα, γινόμενος μεθοδιστής πάστορας, αλλά ως εκεί.

Ως περιπλανώμενος ιερωμένος καριέρας βρέθηκε στη Γαλλία το 1918 και κατόπιν στην Τσεχοσλοβακία. Τον Τζένινγκς τον ξαναβρίσκουμε τον Αύγουστο του 1922 στη Σμύρνη να υπηρετεί σε διοικητική θέση της YMCA (Xριστιανική Ένωση Nέων Aνθρώπων), μια μετάθεση καθόλου κολακευτική για το βιογραφικό του. Ο γραμματέας της Ένωσης ανέλαβε επικεφαλής εκείνες τις μοιραίες εβδομάδες, καθώς ήταν καλοκαίρι και τα μεγάλα κεφάλια είχαν φύγει διακοπές. Κατέφτασε μάλιστα στη Σμύρνη δύο εβδομάδες πριν νικηθεί ο ελληνικός στρατός από τις δυνάμεις των Νεότουρκων.

Όπως έγινε γνωστό από ανθρώπους που τον γνώριζαν προσωπικά, ο πάστορας ήταν ένας δυναμικός χαρακτήρας, τον οποίο συνταίριαζε με έναν άκρατο ανθρωπισμό και μια θρησκευτική αγάπη για όλους. Ο αμερικανικός προτεσταντισμός συνοδευόταν εξάλλου διαχρονικά από αυξημένη κοινωνική συνείδηση και στο πλαίσιο αυτό πρέπει να αναζητηθεί η απίστευτη δράση του τις μοιραίες μέρες του 1922.

Βαθύτατα πνευματικός και θρησκευόμενος, ο πάστορας ήθελε να κάνει κάτι σημαντικό στη ζωή του από πολύ μικρός. Το ασθενικό του σώμα ήταν ωστόσο πάντα εμπόδιο, καθώς υπέφερε από χρόνιους πόνους που δεν τον εγκατέλειπαν ποτέ. Ακόμα και στην επιχείρηση διάσωσης που οργάνωσε, υπέμενε τον πόνο καθ’ όλη τη διάρκειά της. 

Η συνάντηση με τον Κεμάλ Αττατούρκ , η μπλόφα του στην ελληνική κυβέρνηση

Στις 13 Σεπτεμβρίου 1922, οι χειρότεροι φόβοι του Έισα επιβεβαιώνονται: η πόλη καίγεται από άκρη σε άκρη, πιθανότατα για να χαθούν τα τόσα πτώματα από τους δρόμους, σκέφτεται. Οι Αμερικανοί και οι Βρετανοί της Σμύρνης ειδοποιούνται να μεταβούν αμέσως στα συμμαχικά πολεμικά.

Ο Χόρτον είναι από τους πρώτους που εγκαταλείπει την πόλη, λέγοντας μεγαλόστομα «ντρέπομαι που ανήκω στο ανθρώπινο είδος» και αφήνοντας πίσω 300.000 Έλληνες και 50.000 Αρμένιους, εβραίους και πολλούς ακόμα στις δολοφονικές ορέξεις των Νεότουρκων. Όταν μπαίνει και ο τελευταίος αμερικανός πολίτης στις βάρκες, έχει απομείνει μόνο ο πάστορας πίσω να παλεύει κάτω από αντίξοες συνθήκες.


Δεν έχει απομείνει όμως επικεφαλής διπλωμάτης στη Σμύρνη, κι έτσι είναι ελεύθερος να αναλάβει πρωτοβουλίες όπως ο ίδιος τις καταλαβαίνει. Το στρατόπεδο του τουρκικού στρατού φαίνεται εξάλλου από το σπίτι του στο Διεθνές Κολλέγιο και τα παιδιά του είχαν δει από το παράθυρο τις μάχες σώμα με σώμα Ελλήνων και Τούρκων λίγο πρωτύτερα.

Πήρε λοιπόν το αυτοκίνητο της Χριστιανικής Αποστολής και πετάχτηκε στο στρατόπεδο για να δει τον ίδιο τον Κεμάλ Ατατούρκ! Ήρωας των Τούρκων και θρύλος για τον λαό του ο ένας, είχε ήδη νικήσει τους Βρετανούς στην Καλλίπολη και ο λόγος του ήταν τώρα νόμος. Από την άλλη ο καμπουριασμένος και ασθενικός πάστορας, χωρίς τίτλους και ακολούθους ξοπίσω του, μα με μια αποφασιστικότητα που θα λύγιζε ακόμα και τον αδίστακτο Κεμάλ.

Ο Έισα  ήθελε να μπορούν να εγκαταλείψουν οι πρόσφυγες την Τουρκία με ασφάλεια. Είδε, όπως είπε, ότι και ο Κεμάλ δεν επιθυμούσε τον φόνο τους, υπαινίχθηκε πάντως ότι δεν είχε τη δύναμη να σταματήσει τις βιαιοπραγίες κατά των Ελλήνων. Με το αφοπλιστικό του χαμόγελο, μιας και δεν είχε κανένα διαπραγματευτικό χαρτί στα χέρια του, πείθει τον Μουσταφά Κεμάλ να του επιτρέψει να εκκενώσει τις μειονότητες από τη χώρα. Πώς; Αυτό το ήξερε ο ίδιος!

Ο Ατατούρκ συμφωνεί, θέτει ωστόσο περιορισμούς: τώρα ο Τζένινγκς έχει μόλις εφτά μέρες στα χέρια του για να εκτελέσει την απίστευτη σε έκταση διάσωση 350.000 ανθρώπων από τη Σμύρνη. Ανθρώπων που υπέφεραν από την πείνα, τη δίψα, την έλλειψη υγιεινής και τη διάσπαρτη βία. Διαφορετικά θα μεταφέρονταν στο εσωτερικό της Τουρκίας για να εξοντωθούν σταδιακά στις πορείες του θανάτου, όπως είχε γίνει εξάλλου πριν από λίγο με τους Αρμενίους.

Ο Τζένινγκς αντιλήφθηκε από νωρίς ότι δεν μπορούσε να δέσει ελληνικό πλοίο στη Σμύρνη, αφού στη θέα της ελληνικής σημαίας και μόνο κανείς δεν θα ήταν ασφαλής. Ο Κεμάλ θέλησε μάλιστα να βάλει τους δικούς του επικεφαλής στην εκκένωση, την ίδια ώρα που απαίτησε όλοι οι έλληνες άντρες ηλικίας 17-45 να σταλούν σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας.
Ο Τζένινγκς αντιλήφθηκε από νωρίς ότι δεν μπορούσε να δέσει ελληνικό πλοίο στη Σμύρνη, αφού στη θέα της ελληνικής σημαίας και μόνο κανείς δεν θα ήταν ασφαλής. Ο Κεμάλ θέλησε μάλιστα να βάλει τους δικούς του επικεφαλής στην εκκένωση, την ίδια ώρα που απαίτησε όλοι οι έλληνες άντρες ηλικίας 17-45 να σταλούν σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας.

Ο πάστοράς δέχτηκε ό,τι του πρότεινε ο Κεμάλ, καθώς πάλευε εντελώς μόνος, και επέστρεψε με το αμάξι του στο ταλαίπωρο λιμάνι. Εκεί επιβιβάστηκε σε μια άκατο που είχε επιταχθεί από το αμερικανικό ναυτικό, η οποία τον μετέφερε στο γαλλικό εμπορικό «Πιερ Λοτί». Ο Έιζα είδε ότι είχε μπόλικο ελεύθερο χώρο στα αμπάρια του και ήξερε ότι τα ελληνικά νησιά είναι δίπλα.

Ο γάλλος κυβερνήτης δεν είχε βέβαια σκοπό να εμπλακεί στην ελληνική περιπέτεια. Σήκωσε έτσι πανιά και έφυγε άρον-άρον. Λίγο παρακεί ήταν ένα ιταλικό εμπορικό, η «Κωνσταντινούπολη». Αυτή την ευκαιρία δεν θα την έχανε! Κι έτσι δωροδόκησε με δικά του κεφάλαια τον καπετάνιο, ο οποίος προσέγγισε το λιμάνι και γέμισε το καράβι του με 2.000 ψυχές.

Πριν σηκώσει άγκυρες, απαίτησε βέβαια περισσότερα λεφτά, λέγοντας στον Τζένινγκς ότι οι Έλληνες μπορεί να μην τον άφηναν να δέσει στη Μυτιλήνη. Την ώρα που ο Έιζα πλήρωνε τη δεύτερη δωροδοκία, του υποσχέθηκε πως θα τον ακολουθούσε με το δικό του καράβι, ένα αντιτορπιλικό, και θα αναλάμβανε πλήρως την ευθύνη για τη διασωστική αποστολή.

Φτάνοντας στη Μυτιλήνη, ο Τζένινγκς δεν μπορούσε να πιστέψει πόσοι έλληνες στρατιώτες περίμεναν εκεί στα αγκυροβολημένα καράβια αλλά και κάτω στο λιμάνι. Αφού κατέβασε τους πρόσφυγες από το καράβι, πήγε και βρήκε τον στρατηγό Φράγκου, επικεφαλής της ελληνικής στρατιάς, από τον οποίο ζήτησε να στείλει τα ελληνικά καράβια να περιμαζέψουν τους Έλληνες του λιμανιού της Σμύρνης.

 Οι Τούρκοι τον είχαν διαβεβαιώσει, είπε στον στρατηγό, πως τίποτα κακό δεν θα συνέβαινε στον ελληνικό στρατό που θα επέστρεφε στη Σμύρνη. Ποιος ήταν όμως αυτός ο ασθενικός πάστορας που παρείχε εγγυήσεις για κάτι τέτοιο; Ο Φράγκου δεν τον πίστεψε και αρνήθηκε να γυρίσει στο μακελειό. Ο Έιζα εξοργίστηκε για τον «στρατηγό που αρνιόταν να σώσει 300.000 συμπατριώτες του», όπως έγραψε στο ημερολόγιό του, και είπε να επιστρέψει στο καράβι του. Λίγο ήξερε ο πάστορας ότι ο Φράγκου προετοίμαζε πραξικοπηματικό κίνημα και δεν είχε μυαλά για σωτηρίες Ελλήνων, το οποίο θα εκδηλωνόταν μάλιστα τέσσερις μέρες αργότερα.

Φτάνοντας στο λιμάνι, είδε ένα ελληνικό πολεμικό που προσπαθούσε να δέσει. Ήταν το «Κιλκίς» του Θεοφανίδη. Ο κυβερνήτης του ήταν κάτι παραπάνω από πρόθυμος να βοηθήσει, όπως είπε στον Τζένινγκς που είχε ανέβει στο κατάστρωμα μαινόμενος, και τον πήγε αμέσως στον ασύρματο του πλοίου.

Μέσω μιας σειράς κωδικοποιημένων μηνυμάτων με την ελληνική κυβέρνηση, τα οποία μετέφραζε ο Θεοφανίδης, κανονίστηκε το πράγμα. Όχι βέβαια χωρίς επιπλοκές, μιας και η πρώτη απάντηση της Αθήνας στις ικεσίες του πάστορα ήταν πως ο πρωθυπουργός κοιμάται! Ο Έιζα απαίτησε να τον ξυπνήσουν(!), όπως γράφει στα προσωπικά του κιτάπια, και μετά έπρεπε να περιμένει μέχρι να συγκληθεί υπουργικό συμβούλιο για να συζητηθεί το θέμα.

«Εν ονόματι του ανθρωπισμού, αποστείλατε άνευ καθυστερήσεως είκοσι σκάφη ευρισκόμενα εδώ και αδρανούντα δια να παραλάβουν λιμοκτονούντας Έλληνας πρόσφυγες εκ Σμύρνης. Έισα Τζένιγκς. Αμερικανός πολίτης», έγραφε το πρώτο μήνυμα του πάστορα.

Ακόμα κι έτσι όμως η ελληνική κυβέρνηση φαινόταν να μη μοιράζεται τις ανησυχίες του Τζένινγκς για το κατεπείγον της κατάστασης. Το υπουργικό συμβούλιο απάντησε πως δεν μπορούσε τελικά να στείλει πλοία στη Σμύρνη, φοβούμενο τις αντιδράσεις των Τούρκων και πιθανή εισβολή τους στα ελληνικά νησιά. Η κατάσταση ήταν πολύ εύθραυστη για να τη χειριστεί ένας αμερικανός πάστορας.

Ο Έισα  έκανε κίνηση-ματ στέλνοντας το τελεσίγραφο-μπλόφα του. Αν δεν έβλεπε ελληνικά πλοία να δένουν στο λιμάνι της Σμύρνης, διεμήνυσε στην κυβέρνηση, τότε το επόμενο μήνυμά του δεν θα ήταν κωδικοποιημένο, αλλά μια ανοιχτή επιστολή στον παγκόσμιο Τύπο που θα ενημέρωνε την οικουμένη για το πώς και τα γιατί άφησε η ελληνική κυβέρνηση τους Μικρασιάτες να σφαγιαστούν στη Σμύρνη.

Η μπλόφα έπιασε! «Όλα τα πλοία τίθενται υπό τις διαταγές σας για να απομακρυνθούν οι πρόσφυγες από την Σμύρνη», του απαντά το υπουργικό συμβούλιο που σπεύδει να τον χρίσει ναύαρχο του ελληνικού στολίσκου! Τα ελληνικά πλοία της περιοχής τέθηκαν λοιπόν στην αποκλειστική διάθεση του πάστορα, αν και εκείνος θα είχε την τελική ευθύνη αν κάτι κακό συνέβαινε στην αποστολή σωτηρίας, του διεμήνυσαν επιστρέφοντας τον εκβιασμό! Οι έλληνες κυβερνήτες επιστράτευσαν τα ελληνικά εμπορικά της περιοχής για να σαλπάρουν όλοι μαζί για τη Σμύρνη, επικρατούσε όμως φόβος και φόβος δικαιολογημένος.

Κάποιοι μάλιστα ισχυρίστηκαν ότι τα πλοία τους ήταν χαλασμένα, ο απεσταλμένος όμως της ελληνικής κυβέρνησης Τζένινγκς δεν άκουγε δικαιολογίες. Ο Θεοφανίδης, δεξί του χέρι, οργάνωσε συνάντηση των καπεταναίων των ελληνικών εμπορικών πάνω στο «Κιλκίς», τους οποίους φοβέρισε με στρατοδικείο αν δεν είχαν έτοιμα τα καράβια τους (άδεια δηλαδή) μέχρι τα μεσάνυχτα. Η αποστολή σωτηρίας σάλπαρε πράγματι τα μεσάνυχτα με εννιά «Πλοία της Συμπόνιας» και ο Έϊσα  επέβαινε στο πρώτο καράβι, το «Προποντίς».

Μέχρι τότε είχε εξασφαλίσει την υψηλή επίβλεψη του αμερικανικού ναυτικού για να αποφευχθούν πράξεις ρεβανσισμού και βίας. Κάτω από τη δική του δεξιοτεχνική διπλωματική οδό, οι Τούρκοι επέκτειναν τη διορία στις έντεκα μέρες και χαλάρωσαν τους όρους της εκκένωσης της Σμύρνης.

Στις 24 Σεπτεμβρίου 1922, οι πρώτοι πρόσφυγες, ηλικιωμένοι και γυναικόπαιδα, είχαν διασωθεί. Στις 26 Σεπτεμβρίου, ο Τζένιγκς επέστρεψε με 17 πλοία, ενώ την τρίτη ημέρα κατέφτασε και ένας μεταγωγικός στόλος ναυλωμένος από Βρετανούς. Μέχρι την 1η Οκτωβρίου 1922, 180.000 πρόσφυγες είχαν μεταφερθεί με ασφάλεια από τη Σμύρνη. Το τελευταίο πλοίο απέπλευσε μάλιστα έξι ώρες πριν από την εκπνοή της τουρκικής διορίας!

Σε έντεκα μέρες το ελληνικό στοιχείο θα ήταν παρελθόν από την Ιωνία. Οι άντρες ήταν πια σε στρατόπεδα εργασίας και τα γυναικόπαιδα μακριά από τα ερείπια που κάποτε λέγανε Σμύρνη. Εάν δεν υπήρχε αυτός ο εξαίρετος άνθρωπος η τουρκική βαρβαρότητα θα είχε αφανίσει χιλιάδες μειονότητες που ζούσαν στα εδάφη της.

Αξίζει τον κόπο να μην ξεχνάμε τέτοιες προσωπικότητες και να τιμούμε τις πράξεις τους. Πράξεις βαθιά ανθρώπινες, σε εποχές που υπερτερούν τα κατώτερα ένστικτα του ανθρώπου. Σε μια τέτοια εποχή ο Έϊσα Τζένινγκς έγινε ο ήρωας για εκατομμύρια συνανθρώπους του.