Οργανωμένη μέχρι και την τελευταία της λεπτομέρεια ήταν η επίθεση που δέχτηκαν τα μέλη του ΠΑΜΕ, τη νύχτα της 12ης Σεπτεμβρίου 2013, στο Πέραμα από εκπαιδευμένα μέλη της Χρυσής Αυγής. Αυτό τόνισε, καταθέτοντας στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας, ο Παναγιώτης Γκούτης, μέλος του ΚΚΕ και ελασματουργός στη Ζώνη Περάματος, περιγράφοντας την «ενέδρα θανάτου», όπως τη χαρακτήρισε, που είχαν στήσει εκείνο το βράδυ περίπου 50 μέλη της Χρυσής Αυγής.
Μετά τη «βροχή μηνύσεων» σε βάρος του Σωματείου τους, όπως τόνισε ο μάρτυρας, οργανώθηκε η βίαιη αυτή επίθεση, την ώρα της αφισοκόλλησης εν γνώσει της ηγεσίας της Χρυσής Αυγής με ξεκάθαρη ανθρωποκτόνο πρόθεση.
«Ήρθαν σαν τις γάτες, δεν ακουγόταν τίποτα. Απλά εμφανίστηκαν και ακούστηκε μια φωνή “πού είναι ο Πουλικόγιαννης;” Μας περικύκλωσαν. Ήταν σε τρεις σειρές: μπροστά οι ροπαλοφόροι, από πίσω αυτοί με τις “ιδιοκατασκευές”, τα αυτοσχέδια κοντάρια με τις μεταλλικές απολήξεις, και πίσω οι πιτσιρικάδες, οι οποίοι μόλις έλαβαν διαταγή μας πέταξαν 3-4 μεγάλες πέτρες»,
Απαντώντας σε ερώτηση της Πολιτικής Αγωγής ο μάρτυρας είπε πως αναγνώρισε ένα από τα ιδιοκατασκευασμένα κοντάρια, το οποίο βρέθηκε στα γραφεία της Χρυσής Αυγής στο Πέραμα.
Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα πως η ομάδα των 50 χρυσαυγιτών, σύμφωνα με τον κ. Γκούτη, είχε φροντίσει να διακόψει ακόμη και την κυκλοφορία για να μπορούν οι δράστες να χτυπούν ανενόχλητοι τα μέλη του ΠΑΜΕ. Όπως εξήγησε ο μάρτυρας, ενώ οι δράστες τούς είχαν περικυκλώσει, οι δύο από τους κατηγορούμενους (σ.σ.: οι Αναστάσιος Πανταζής και Χρήστος Χατζηδάκης) βγήκαν μπροστά και αφού δήλωσαν τα ονόματά τους και την κομματική τους ιδιότητα τούς είπαν: «Να εξαφανιστείτε από εδώ. Εδώ κάνει κουμάντο η Χρυσή Αυγή».
Ο κ. Γκούτης επανέλαβε με έμφαση πως τα άτομα αυτά είχαν ανθρωποκτόνο πρόθεση και χτυπούσαν σε κεφάλια με λύσσα. Θα υπήρχε σίγουρα νεκρός αν δεν έπεφταν αυτός και οι συνάδελφοί του ο ένας πάνω στον άλλον για να προστατευτούν, τόνισε. «Δυστυχώς, ο Παύλος Φύσσας, που και σε αυτόν επιτέθηκαν τάγματα εφόδου, δεν είχε την ίδια τύχη με εμάς.»
Ο μάρτυρας είπε πως όλα έγιναν μέσα σε περίπου πέντε λεπτά και ότι η ομάδα των δραστών -όταν ακούστηκε μία γυναικεία φωνή πως έχει κληθεί η αστυνομία- χωρίστηκε στα δύο και έφυγε.
Πρόεδρος: «Αν είχαν σκοπό να σκοτώσουν γιατί έφυγαν;»
Μάρτυρας: «Η αστυνομία υπήρχε στον χώρο από την στιγμή που παρατάχθηκαν..Δεν φοβήθηκαν την αστυνομία, απλά και το ακαταδίωκτό τους έχει τα όρια του. Δεν θα μπορούσαν να κρατήσουν την επιχείρηση παραπάνω. Είμαστε και εμείς έμπειροι και προσπαθήσαμε να αμυνθούμε.Αν δεν είχαμε προβάλει αυτήν την αντίσταση, το ξαναλέω, θα είχαμε νεκρούς.»
Πρόεδρος: «Γιατί έφυγαν πριν ολοκληρώσουν είναι το ερώτημα. Ήθελαν να εκφοβίσουν;»
Μάρτυρας: «Όχι. Αν ήθελαν απλά να εκφοβίσουν θα στόχευαν κάτω, όχι στο κεφάλι. Ήταν χρονομετρημένος ο χρόνος, τα είχαν προβαρισμένα αυτά, ήταν εκπαιδευμένοι. Έφυγαν μόλις πέρασε ο προβλεπόμενος χρόνος.»