Η ηθοποιός Γκέλυ Μαυροπούλου η οποία άφησε την τελευταία της πνοή πριν από λίγα 24ωρα βασανίζεται και μετά τον θάνατό της. Οι νόμοι των ανθρώπων δεν έχουν προβλέψει την χωρίς προβλήματα και εμπόδια ικανοποίηση της τελευταίας επιθυμίας της η οποία είναι η αποτέφρωση της σωρού της .
Παρά το γεγονός ότι η αποτέφρωση αποτελεί νόμιμη πράξη στη χώρα μας εν τούτοις για μια ομάδα ανθρώπων δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί ομαλά. Πρόκειται για την ομάδα των ανθρώπων οι οποίοι δεν έχουν ούτε συγγενείς ούτε κληρονόμους και εν πάσει περιπττώσει μετά τον θάνατό τους δεν υπάρχει εξουσιοδοτημένο άτομο – πολίτης που θα μπορούσε να υπογράψει τη ληξιαρχική πράξη θανάτου πιστοποιώντας και την τελευταία επιθυμία του νεκρού ώστε η σορός του να οδηγηθεί στο αποτεφρωτήριο.
Υπάρχει ένα κενό νόμου το οποίο επεξεργάζεται αυτή την περίοδο νομοπαρασκευαστική επιτροπή ώστε να υπάρξει σύντομα το σχετικό νομοθέτημα. Μέχρι τότε θα πρέπει κάθε ζήτημα που προκύπτει να λύνεται με παρέμβαση εισαγγελέα, ο οποίος και θα διατάζει κατά περίπτωση την αποτέφρωση. Στην συγκεκριμένη περίπτωση της Γκέλυς Μαυροπούλου μόνον ο Εισαγγελέας μπορεί να διατάξει αποτέφρωση εφόσον η Αστυνομία έχει βρει κάποιο χαρτί το οποίο πιστοποιεί την επιθυμία της νεκρής να αποτεφρωθεί και όλα αυτά αν και εφόσον δεν υπάρχει παραγγελία για νεκροψία – νεκροτομή. Διότι αν υπάρξει τέτοια παραγγελία τότε το ζήτημα περιπλέκεται και θα επιμηκυνθεί ο χρόνος «αναμονής» για τη νεκρή.
Όπως προβλέπουν οι διατάξεις μετά τη διεξαγωγή νεκροψίας – νεκροτομής θα πρέπει ο εισαγγελέας εκ νέου να αναλάβει την υπόθεση και να διατάξει την αποτέφρωση της. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, η Γκέλυ Μαυροπούλου είχε κάνει γνωστό στο περιβάλλον της πως επιθυμεί την αποτέφρωσή της και ο Πρόεδρος του ΣΕΗ Σπύρος Μπιμπίλας επιβεβαιώνει την πληροφορία. Με λίγα λόγια η ελληνική γραφειοκρατία κάνει πάλι το θαύμα της αυτή τη φορά στην πλέον μακάβρια εκδοχή.
Η περίπτωση της Γκέλυς Μαυροπούλου είναι η πιο ακραία, αλλά ακόμα κι αν η αποτέφρωση είναι απολύτως νόμιμη στην Ελλάδα, τα εμπόδια για τις οικογένειες που έχουν αποφασίσει την καύση είναι συχνά πολύ υψηλά και δοκιμάζουν τις αντοχές τους στις πιο δύσκολες ώρες.
Αν ο άνθρωπος που πέθανε δεν έχει αφήσει υπογεγραμμένο χαρτί που να πιστοποιεί ότι θέλει να αποτεφρωθεί, τότε οι πρώτου βαθμού συγγενείς του πρέπει αμέσως μετά τον θάνατο του να απευθυνθούν στο ΚΕΠ και να κάνουν υπεύθυνη δήλωση ότι αυτή ήταν η επιθυμία του. Μόνο με αυτή την υπεύθυνη δήλωση στο χέρι μπορούν να πάνε στο γραφείο κηδειών για να διευθετήσουν τις λεπτομέρειες της τελετής.
Αν οι συγγενείς θέλουν να γίνει θρησκευτική τελετή πριν την αποτέφρωση, αρχίζει ένας συναισθηματικά εξοντωτικός αγώνας δρόμου για να εντοπιστεί η εκκλησία και ο ιερέας που θα δεχτεί να διαβάσει τον νεκρό. Τα προηγούμενα χρόνια, όταν ελάχιστοι είχαν το κουράγιο να πάνε στη Βουλγαρία για να γίνει εκεί η αποτέφρωση, η Εκκλησία ήταν πιο χαλαρή σε αυτό το ζήτημα. Όταν επρόκειτο για καύση οι συγγενείς έλεγαν απλά ότι η ταφή θα γίνει στην επαρχία και το θέμα έληγε εκεί.
Από όταν άνοιξε το αποτεφρωτήριο της Ριτσώνας, η Εκκλησία έχει σκληρύνει τη στάση της. Πριν την τελετή, οι περισσότεροι ιερείς ζητούν να δουν πρώτα το έγγραφο που πιστοποιεί ότι θα γίνει ταφή για να κάνουν την κηδεία. Έτσι, όταν πρόκειται για αποτέφρωση, οι συγγενείς αναζητούν οποιαδήποτε εκκλησία, σε οποιαδήποτε περιοχή και σε οποιοδήποτε χρόνο βρεθεί ιερέας που είναι διατεθειμένος να κάνει τα στραβά μάτια. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πολλές κηδείες να γίνονται σε περιοχές με τις οποίες ο άνθρωπος που πέθανε δεν είχε καμία σχέση και συχνά σε χρόνους – ρεκόρ κάτω των 24 ωρών από τον θάνατο που δεν επιτρέπουν στην οικογένεια ούτε να πενθήσει όπως πρέπει ούτε να οργανώσει τις λεπτομέρειες όπως επιθυμεί.