Ρεπορτάζ: Φίλιππος Καραμέτος-Μυρτώ Τσάβαλου
Ένας δημοσιογράφος, η σύζυγός του, ο μυστικο-σύμβουλος του πρώην πρωθυπουργού, Γιώργου Παπανδρέου, δύο εν ενεργεία ανώτατοι διπλωμάτες και συνταξιούχοι δημόσιοι υπάλληλοι κατηγορούνται για μία από τις πιο σοβαρές υποθέσεις απάτης κατά του Δημοσίου.
Η ζημία εις βάρος του ελληνικού Δημοσίου αγγίζει το ποσό των 9 εκατομμυρίων ευρώ και για την υπόθεση έχει σχηματιστεί δικογραφία κακουργηματικού χαρακτήρα εναντίον των εμπλεκομένων.
Να σημειωθεί ότι ο ιθύνων νους, πρόεδρος της Μ.Κ.Ο. «Διεθνές Κέντρο Αποναρκοθέτησης» και δημοσιογράφος Κώστας Τζεβελέκος έχει ήδη προφυλακιστεί.
Σύμφωνα με πληροφορίες του zougla.gr ασκήθηκαν διώξεις σε βάρος:
– του Κώστα Τζεβελέκου (πρόεδρος της ΜΚΟ-δημοσιογράφος της εφ. Εξόρμηση)
– της Μαρίας Μακρυνιώτη (σύζυγος του προέδρου)
– του Άλεξ Ρόντου (απεσταλμένου της Ε.Ε. στο Σουδάν, συμβούλου του ΓΑΠ)
– του Νικόλαου Μπάζα (πρέσβης στο Σουδάν)
– του Νικολάου Τσαμαδού (πρέσβης στο Τόκιο)
– και κατά τριών συνταξιούχων δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι την επίμαχη χρονική περίοδο (2000-2004) υπηρετούσαν στην Υπηρεσία Διεθνούς Αναπτυξιακής Συνεργασίας (Υ.Δ.Α.Σ.) και στην Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου και Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Υπουργείο Εξωτερικών.
Στο διοικητικό Συμβούλιο της ΜΚΟ, που σχηματίστηκε το 2000, συμμετείχε ως αντιπρόεδρος ο Δημήτριος Κανέλλης και ως γενικός γραμματέας ο Θόδωρος Μακρυνιώτης.
Οι δράστες, που κατηγορούνται για διάπραξη κακουργημάτων και νομιμοποίηση εσόδων από έκνομες δραστηριότητες, είχαν δημιουργήσει ως «βιτρίνα» Μη Κυβερνητική Οργάνωση μέσω της οποίας λάμβαναν παράνομες επιχορηγήσεις, για προγράμματα αποναρκοθέτησης σε τρίτες χώρες.
Βίλες και πολυτέλεια με δημόσιο χρήμα
Στο μικροσκόπιο του ρεπορτάζ μπαίνει το ζεύγος Τζεβελέκου-Μακρυνιώτη το οποίο -σύμφωνα με
Οι δύο κατηγορούμενοι ζούσαν σαν… μαχαραγιάδες, διατηρούσαν πολυτελή ακίνητα σε Αθήνα και Ρόδο, διέμεναν σε μεζονέτα στα Βριλήσσια, με μηνιαίο ενοίκιο 5.000 ευρώ, και είχαν επιλέξει για τις μετακινήσεις τους ένα υπερπολυτελές τζιπ.
Τα τελευταία χρόνια τα ίχνη τους είχαν χαθεί και από… «ψιθύρους» οι αρχές τους εντόπισαν στην Κύπρο.
Την περίοδο 2000-2004 ο δημοσιογράφος της «πράσινης» εφημερίδας «Εξόρμηση» μεσουρανούσε.
Έκλεινε deal με το υπουργείο Εξωτερικών (σ.σ. επικεφαλής ήταν ο Γιώργος Παπανδρέου), ενώ παράλληλα η σύζυγός του (έχει δύο παιδιά) υπηρετούσε στο υπουργείο Τουρισμού για να αποσπαστεί λίγο αργότερα στο Υπουργείο Ανάπτυξης απ΄ όπου και πήρε την σύνταξή της.
Ο Κώστας Τζεβελέκος, διέμενε στη Ρόδο τα τελευταία 9 χρόνια και διέθετε υπερπολυτελή βίλα στους πρόποδες του Φιλερήμου, η αξία της οποίας υπολογίζεται ότι ξεπερνά τα 800.000 ευρώ καθώς επίσης και ένα ακόμα διαμέρισμα στην πόλη της Ρόδου.
Ο ίδιος κυκλοφορούσε μόλις ήρθε στη Ρόδο με πολυτελή αυτοκίνητο – λιμουζίνα, διέθετε προσωπική φρουρά, διέδιδε στις επαφές του ότι είναι προσωπικός φίλος του Γιώργου Παπανδρέου και μάλιστα υποστήριζε ότι τον είχε φιλοξενήσει κατά καιρούς και στο σπίτι αυτό.
Η βίλα του, στην Ιαλυσό Ρόδου διέθετε επίσης εκτός από πανάκριβα συστήματα φύλαξης, κάμερες και ειδικά ραντάρ εντοπισμού επισκεπτών στην αυλή και ένα ειδικό κουβούκλιο με αλεξίσφαιρα τζάμια για την φρουρά που κάποτε μπορούσε να πληρώνει για να το φυλάει.
Ο Άλεξ Ρόντος είναι ένα πολύ γνωστό όνομα στο διπλωματικό σώμα, στενός συνεργάτης του Γιώργου Παπανδρέου, παραμένει εν ενεργεία διπλωμάτης του ΥΠΕΞ και εντεταλμένος σύμβουλος της ΕΕ στο Κέρας της Αφρικής, ο οποίος επίσης εμπλέκεται στην υπόθεση.
Oι έρευνες της αστυνομίας
Η έρευνα της Υποδιεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας, η οποία ξεπέρασε τους 20 μήνες, αφορά στο χρονικό διάστημα 2000-2004, κατά το οποίο η συγκεκριμένη Μ.Κ.Ο. χρηματοδοτήθηκε από κονδύλια του ελληνικού Δημοσίου και ειδικότερα από την Υπηρεσία Διεθνούς Αναπτυξιακής Συνεργασίας (Υ.Δ.Α.Σ.) του Υπουργείου Εξωτερικών, για την πραγματοποίηση οκτώ προγραμμάτων αποναρκοθέτησης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, στον Λίβανο και στο Ιράκ.
Όπως προέκυψε από την αστυνομική έρευνα, το σύνολο της χρηματοδότησης εκταμιεύτηκε παράνομα, καθώς δεν πληρούνταν οι αναγκαίες προϋποθέσεις. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με το υφιστάμενο πλαίσιο, μόνο σε περιπτώσεις ανθρωπιστικής βοήθειας προβλέπεται χρηματοδότηση που να καλύπτει το 100% του προγράμματος.
Ωστόσο, με βάση τις σχετικές συμβάσεις προγραμμάτων αναπτυξιακής συνεργασίας, το ποσό θα κάλυπτε το 75% του συνολικού προϋπολογισμού του προγράμματος, ενώ το υπόλοιπο 25% θα έπρεπε να προέρχεται από συμμετοχή της Μ.Κ.Ο., τουλάχιστον 15%, ως ίδια συνεισφορά σε είδος ή σε χρήμα και από τρίτες πηγές, όπως χορηγίες και δωρεές.
Για να συγκαλυφθεί η ελλειμματική αυτή συμμετοχή της Μ.Κ.Ο. επινοήθηκε τέχνασμα εικονικών δωρεών. Ειδικότερα, οι αλλοδαποί εργαζόμενοι στα προγράμματα αποναρκοθέτησης, όπως για παράδειγμα ναρκαλιευτές, εμφανίζονταν να επιστρέφουν στη Μ.Κ.Ο. υπό τη μορφή δωρεάς το 20-30% των φερόμενων αποδοχών τους, τις οποίες η Μ.Κ.Ο. δεν καταχωρούσε, ως όφειλε, στα σχετικά βιβλία που τηρούσε, αλλά αντίθετα τις παρουσίαζε ως ίδια συμμετοχή, εξασφαλίζοντας έτσι περαιτέρω χρηματοδότηση.
Εκτός από την παραπάνω ιδιότυπη μεθοδολογία, ουσιαστικά ανακύκλησης του δημοσίου χρήματος, όπως διαπιστώθηκε από την έρευνα, δεν εφαρμόστηκαν επιπλέον διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας σχετικά με τη χρηματοδότηση των Μ.Κ.Ο.
Συγκεκριμένα:
• δεν ζητήθηκε, ως επιβαλλόταν, σε καμία περίπτωση αποναρκοθέτησης, στις χώρες εκτέλεσης των προγραμμάτων, η έγκριση της οικείας ελληνικής πρεσβείας, σχετικά με τη σκοπιμότητα υλοποίησης
• οι καταβολές χρηματοδότησης πραγματοποιούνταν ενώ δεν υποβάλλονταν εκθέσεις προόδου
• γίνονταν δεκτά παραστατικά στην αραβική ή τη σερβική γλώσσα χωρίς να υπάρχει ελληνική μετάφραση
• δεν πιστοποιούνταν η υλοποίηση των προγραμμάτων από τις οικείες ελληνικές πρεσβείες, ενώ κάποιες φορές μάλιστα η εκτέλεση τελούσε σε άγνοια των διπλωματών
• ο έλεγχος των παραστατικών που υποβάλλονταν από τη Μ.Κ.Ο., από τη μεριά της αρμόδιας διεύθυνσης της Υπηρεσίας Διεθνούς Αναπτυξιακής Συνεργασίας του Υπουργείου Εξωτερικών, ήταν ανύπαρκτος.