Βγαίνει από τη φυλακή ο ποινικολόγος Απόστολος Λύτρας, ο οποίος με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών παραπέμπεται να δικαστεί για πλημμέλημα σχετικά με το επεισόδιο βίας κατά της συζύγου του, για το οποίο απαγγέλθηκε σε βάρος του κατηγορία κακουργηματικού χαρακτήρα και κρίθηκε προσωρινά κρατούμενος.

Τα μέλη του Δικαστικού Συμβουλίου αποδέχθηκαν την εισαγγελική πρόταση – την οποία είχε παρουσιάσει η «Ζούγκλα» προ ημερών – που ζητούσε να μετατραπεί η κακουργηματική κατηγορία σε πλημμέλημα και έτσι με το βούλευμά τους διατάσσουν την παραπομπή του δικηγόρου σε δίκη ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πλημμελημάτων.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Σύμφωνα με το βούλευμα, ο ποινικολόγος θα δικαστεί για επικίνδυνη σωματική βλάβη από πρόθεση στο πλαίσιο ενδοοικογνειακής βίας, αντί της κατηγορία σε βαθμό κακουργήματος της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης που του απαγγέλθηκε μετά την προσαγωγή του στον εισαγγελέα.

«Προξένησε ως μέλος οικογένειας από πρόθεση σε άλλο μέλος της οικογένειας επικίνδυνη σωματική βλάβη, ήτοι απλή σωματική βλάβη, η οποία ως εκ του τρόπου τέλεσής της μπορούσε να προκαλέσει στον παθόντα κίνδυνο ζωής και βαριά σωματική του βλάβη», αναφέρεται σχετικά.

Παράλληλα, με το βούλευμα αντικαθίσταται η προσωρινή κράτηση του κατηγορούμενου με την επιβολή περιοριστικών όρων.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Οι όροι που επιβάλλουν οι δικαστές είναι οι εξής:

  1. Απαγόρευση προσέγγισης της συζύγου και της οικίας της σε απόσταση μικρότερης των 100 μέτρων.
  2. Απαγόρευση επικοινωνίας άμεσα ή έμμεσα με χρήση τεχνικών μέσων ή μέσω τρίτων προσώπων. Επιτρέπεται μόνο η επικοινωνία για θέματα που αφορούν το ανήλικο τέκνο μέσω δικηγόρων.
  3. Σε περίπτωση άσκησης επικοινωνίας με το παιδί η παράδοση και η παραλαβή από τη σύζυγο ή άτομο που έχει εξουσιοδοτήσει η σύζυγος θα λαμβάνει χώρα έξωθεν του ΑΤ της κατοικίας της συζύγου, ενώ κατά την παράδοση και παραλαβή δεν θα μπορεί ο κατηγορούμενος να απευθύνεται στο πρόσωπο που συνοδεύει το τέκνο.
  4. Ο κατηγορούμενος να συμμετάσχει σε συμβουλευτικό-θεραπευτικό πρόγραμμα του Εθνικού Κέντρου Αλληλεγγύης.

Δικηγόρος Λύτρα: Ο πελάτης μου ζητεί, ξανά, συγγνώμη από τη σύζυγό του

Ανακοίνωση για την απόφαση εξέδωσε ο δικηγόρος του Απόστολου Λύτρα, ο Πέτρος Πανταζής, δηλώνοντας: «Με το υπ’ αριθμ. 2931/2014 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, ο Απόστολος Λύτρας αποφυλακίζεται και η κατηγορία μετατρέπεται από το κακούργημα της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης, στο πλημμέλημα της επικίνδυνης σωματικής βλάβης. Του βουλεύματος, προηγήθηκε όμοια Εισαγγελική πρόταση.

Η στάση του Απόστολου Λύτρα, απέναντι στο τραγικό περιστατικό που σημάδεψε την ζωή του και της οικογένειάς του, παραμένει αδιασάλευτη: Ζητεί, ξανά, συγγνώμη από τη σύζυγό του και δηλώνει πως θα κάνει ό,τι είναι απαραίτητο, για τη ψυχική και συναισθηματική προστασία των τέκνων του».

Κούγιας: Διορθώθηκε μία σειρά αλλεπάλληλων και αδικαιολόγητων νομικών λαθών

«Σήμερα είναι μία εξαιρετική ημέρα για την ελληνική δικαιοσύνη, γιατί με το βούλευμα που εξεδόθη από το Δικαστικό Συμβούλιο, το οποίο μετέτρεψε τις κακουργηματικές κατηγορίες σε πλημμελήματα, διορθώθηκε μία σειρά αλλεπάλληλων και αδικαιολόγητων νομικών λαθών, τα οποία αφενός μεν δημιούργησαν τεράστια προβλήματα σε επαρκείς Εισαγγελείς και Δικαστές, και αφετέρου κατέστρεψαν ευτυχώς πρόσκαιρα ένα συνάδελφό μας, ο οποίος θα πρέπει να τιμωρηθεί για την συμπεριφορά απέναντι στην πρώην σύζυγό του και μητέρα ενός εκ των τριών παιδιών του, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να καταστραφεί.

Είμαι βέβαιος ότι ο συνάδελφος Απόστολος Λύτρας από σήμερα θα βρει τις ψυχικές και σωματικές δυνάμεις για να επανέλθει στην άσκηση του λειτουργήματός μας, ώστε και ο ίδιος, αλλά και η οικογένειά του, να ζήσουν από τώρα και στο εξής όπως τους αξίζει», δήλωσε σχετικά με την απόφαση ο Αλέξης Κούγιας.

Όλη η εισαγγελική πρόταση για την αποφυλάκιση του Απόστολου Λύτρα

Πριν λίγες μέρες, η «Ζούγκλα» έφερε στο φως για πρώτη φορά όλη την εισαγγελική πρόταση, η οποία ξεκινούσε από την περιγραφή του ξυλοδαρμού της Σοφίας Πολυζωγοπούλου.

«Κυριεύτηκε από ζήλια»

«Ο κατηγορούμενος Απόστολος Λύτρας και η παθούσα – παριστάμενη προς υποστήριξη της κατηγορίας, Σοφία Πολυζωγοπούλου, είναι σύζυγοι από το έτος 2015 και έχουν αποκτήσει μία ανήλικη θυγατέρα, ηλικίας 9 ετών. Τους τελευταίους μήνες αντιμετώπιζαν μεταξύ τους προβλήματα και γενικότερα υπήρχε ένταση στις σχέσεις τους από τα τέλη του έτους 2017. Στις 15/6/2024, ημέρα Σάββατο και ώρα 23:00, οι ανωτέρω μετέβησαν για γεύμα σε εστιατόριο στην περιοχή της Βουλιαγμένης, παρουσία μεγάλης παρέας, όπου περί ώρα 23:30 λογομάχησαν για ασήμαντη αφορμή και δη επειδή η παθούσα ασχολείτο με το κινητό της τηλέφωνο.

Η ίδια υποστήριξε ότι επικοινωνούσε με την αδερφή της, στην οποία αυτή και ο κατηγορούμενος είχαν αναθέσει τη φύλαξη της ανήλικης θυγατέρας τους, όσο θα απουσίαζαν και η οποία (αδερφή της) της έστελνε βίντεο με την ανήλικη. Ο κατηγορούμενος τότε, κυριευμένος από ζήλια, ζήτησε επιτακτικά από την παθούσα το κινητό της τηλέφωνο, πλην όμως αυτή αρνήθηκε. Τότε αυτός της ζήτησε να αποχωρήσουν και επειδή ο τελευταίος ήταν σε έξαλλη κατάσταση, η παθούσα συμφώνησε, προκειμένου να αποφευχθεί η πρόκληση σοβαρότερου επεισοδίου μεταξύ τους παρουσία των γνωστών τους και των θαμώνων του εστιατορίου».

«Εκλιπαρούσε τον κατηγορούμενο να σταματήσει»

«Ο κατηγορούμενος και η παθούσα επιβιβάστηκαν στο αυτοκίνητό τους με οδηγό τον κατηγορούμενο, ο οποίος μόλις έθεσε σε κίνηση το όχημα, εξύβρισε την παθούσα και της κατάφερε μία γροθιά στο πρόσωπο, εν συνεχεία δε της πήρε το κινητό της τηλέφωνο, άρχισε να τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα και σε ένα απόμερο μέρος δεξιά του δρόμου ακινητοποίησε το όχημα, καταφέρνοντας απανωτά χτυπήματα στο πρόσωπο και στο σώμα της παθούσας. Η τελευταία προσπάθησε να ανοίξει την πόρτα του αυτοκινήτου, πλην όμως ήταν κλειδωμένη, φώναζε για βοήθεια και εκλιπαρούσε τον κατηγορούμενο να σταματήσει, ενώ το πρόσωπό της είχε γεμίσει αίματα τα οποία κατάπινε και ένιωθε να πνίγεται.

Όταν ο κατηγορούμενος συνειδητοποίησε την κατάσταση της παθούσας σταμάτησε να βιαιοπραγεί εις βάρος της και κατευθύνθηκε στη συζυγική τους οικία στο Γέρακα Αττικής, εξακολουθώντας να κατακρατεί το κινητό της τηλέφωνο. Όταν κατέφθασαν στην οικία τους, η παθούσα ανέβηκε στο δωμάτιο για να ενεργοποιήσει το κουμπί πανικού που είναι συνδεδεμένο με το συναγερμό και δίνει απευθείας σήμα στην αστυνομία, πλην όμως ο κατηγορούμενος την πρόλαβε, ζητώντας της να πλυθεί και να αλλάξει ρούχα, προκειμένου να τη μεταφέρει στο νοσοκομείο, αφού πρώτα η παθούσα τον διαβεβαίωσε ότι θα ανέφερε στο νοσηλευτικό/ιατρικό προσωπικό ότι η ίδια είχε πέσει μόνη της, χωρίς να του επιρρίψει κάποια ευθύνη».

Στη συνέχεια της εισαγγελικής πρότασης αναφέρονταν τα όσα έγιναν στην ιδιωτική κλινική. «Σε ερώτηση του γιατρού προς την παθούσα εάν ο άνθρωπος που την είχε χτυπήσει ήταν ο ίδιος που τη μετέφερε στο ΤΕΠ, η παθούσα απάντησε θετικά και εν συνεχεία ο γιατρός ενημέρωσε την άμεση δράση για το συμβάν».

Το σκεπτικό της μετατροπής της κατηγορίας σε πλημμέλημα

Στην εισαγγελική πρόταση αναφέρονταν όλες οι ιατρικές γνωματεύσεις για το θύμα του προφυλακισμένου δικηγόρου, οι οποίες σε καμία περίπτωση δεν έδειχναν ότι τα χτυπήματα ήταν συμβατά με πτώση από σκάλα. Ο Απόστολος Λύτρας ομολόγησε τον ξυλοδαρμό και κατηγορήθηκε για το κακούργημα της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης. Για τις προθέσεις του προφυλακισμένου δικηγόρου αναφερόταν:

«Ομολογεί βέβαια ότι αυτός προκάλεσε στην παθούσα τις διαπιστωθείσες σωματικές κακώσεις, πλην όμως το αναφερόμενο από τον ίδιο ότι ενήργησε ενστικτωδώς και μάλιστα χωρίς να αντιληφθεί το σημείο που κατάφερε χτυπήματα στην παθούσα, το οποίο ελέγχεται ως αβάσιμο, δεδομένου ότι ο ισχυρισμός του αυτός παραπέμπει στην έννοια της άμυνας, ήτοι η ενστικτώδης κίνηση που επικαλείται ο κατηγορούμενος προϋποθέτει κατά ανάγκη μία πράξη επίθεσης που εν προκειμένου δεν έλαβε χώρα, ούτε ο ίδιος φυσικά επικαλείται κάτι τέτοιο.

Αντίθετα, ο κατηγορούμενος ήταν αυτός που επιτέθηκε στην παθούσα, ενώ η “ζήλια που ένιωσε” σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογεί τέτοια συμπεριφορά, ακόμη και αν πρόκειται για μεμονωμένο περιστατικό, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη ότι κατά τη διάρκεια του έγγαμου βίου των διαδίκων, η παθούσα ήταν υποδειγματική σύζυγος, ως και ο ίδιος ο κατηγορούμενος αναφέρει, ενώ γεγονός ικανό που να οδήγησε την επίμαχη ημέρα σε συναίσθημα αψιθυμίας και να δικαιολογεί την αντίδρασή του, δεν προέκυψε».

Στη συνέχεια αναφερόταν το σκεπτικό για τη μετατροπή της κατηγορίας – που βασίστηκε στις βλάβες που υπέστη η Σοφία Πολυζωγοπούλου.

«Η συμπεριφορά του δράστη, δεν προκάλεσε στην παθούσα τέτοια σωματική ή διανοητική πάθηση, ώστε να τεθεί υπό αμφιβολία η ίδια η επιβίωσή της ή αρρώστια που της επέφερε σοβαρή κατάπτωση του οργανισμού της, συνοδευόμενη από δυσβάστακτα ενοχλήματα, για μακρύ χρονικό διάστημα ή απότμηση εξωτερικού ή εσωτερικού μέλους του σώματός της, το οποίο επιτελεί ιδιαίτερη, ξεχωριστή λειτουργία στον οργανισμό και που συνεπάγεται, κατ’ αντικειμενική κρίση, αναπηρία, δηλαδή την έκπτωση μίας σημαντικής λειτουργίας του ανθρώπινου σώματος, η οποία δεν επιδέχεται ισοδύναμη αναπλήρωση ή τέλος, αχρήστευση ή ουσιώδης δυσχέρανση της λειτουργίας εκείνων των οργάνων του σώματος των οποίων η απότμηση συνιστά σοβαρό ακρωτηριασμό για μεγάλο χρονικό διάστημα που κρίνεται σε σχέση και με τη βαρύτητα της βλάβης».

To σκεπτικό για τη μετατροπή της κατηγορίας από κακούργημα σε πλημμέλημα αναφέρει επιπλέον:

«Ο κατηγορούμενος έπληξε την παθούσα με γυμνά χέρια, καταφέροντας σε αυτή – με γροθιές – απανωτά και σφοδρότατα χτυπήματα στο πρόσωπο και στο σώμα της, που δεν ήσαν όμως τέτοιας διάρκειας, στα πλαίσια της οποίας η παθούσα προσέγγισε το θάνατο, βρέθηκε δηλαδή μεταξύ ζωής και θανάτου. Σε αυτό συνηγορεί ότι η παθούσα δε νοσηλεύτηκε μετά τον ξυλοδαρμό της από τον κατηγορούμενο ούτε υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση για την ανακοπή του κινδύνου της ζωής της, όπως θα αναμενόταν αν πράγματι ο κίνδυνος για τη ζωή της είχε δημιουργηθεί και δεν βρισκόταν απλώς στο στάδιο της δυνατότητας επέλευσης του.

Εν κατακλείδι, εκ του τρόπου τέλεσης της πράξης από τον κατηγορούμενο δεν πηγάζει κίνδυνος ζωής και εννόμου αγαθού της ζωής εφόσον δεν προκλήθηκαν τέτοιες σωματικές βλάβες στην παθούσα, με τρώση κάποιου ζωτικού οργάνου της, σε τέτοιο βαθμό (π.χ. εσωτερική εγκεφαλική αιμορραγία) η οποία θα οδηγούσε στο θάνατο αν δεν είχε ανακοπεί η πορεία της, δηλαδή αν δεν δοθεί η κατάλληλη ιατρική φροντίδα. Περαιτέρω, οι σωματικές βλάβες που υπέστη η παθούσα δεν είχαν ως συνέπεια τη βαριά και μακροχρόνια αρρώστια της, εφόσον με αυτές δεν αλλοιώθηκε η λειτουργία κάποιου οργάνου του σώματός της ή δε διαταράχθηκε η ψυχική της υγεία, σε σημείο που να θίγεται η λειτουργία του οργανισμού της».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης