Τα βλέμματα όχι μόνο των καναλαρχών, παλαιών και νέων, των εργαζομένων στα media αλλά και της κυβέρνησης στρέφονται στο Συμβούλιο της Επικρατείας, όπου κρίνεται αυτήν την εβδομάδα η συνταγματικότητα ή μη του νόμου Παππά για τις τηλεοπτικές άδειες.
Μέσα σ’ ένα φορτισμένο κλίμα, μετά και την υπόθεση του αντιπροέδρου του ΣτΕ που ήδη ελέγχεται πειθαρχικά, η οποία πυροδότησε βροχή ανακοινώσεων από τις δικαστικές ενώσεις, καθώς και τις αλλεπάλληλες δηλώσεις κυβερνητικών παραγόντων, ακόμη και του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, οι ανώτατοι δικαστές καλούνται να τοποθετηθούν για τον νόμο που θα διαμορφώσει τις μετέπειτα εξελίξεις στο τηλεοπτικό τοπίο.
Την ώρα που η σεναριολογία με επίκεντρο την επερχόμενη απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ φουντώνει, οι δύο νέες διασκέψεις που έχει ορίσει ο πρόεδρος του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου εκτιμάται ότι πιθανότατα θα είναι οι τελευταίες στη δικαστική πορεία του θέματος των τηλεοπτικών αδειών, με όλα τα ενδεχόμενα να είναι πλέον ανοιχτά.
Η σημερινή διάσκεψη, η οποία έχει προγραμματιστεί να ξεκινήσει στις 17.30, θα επικεντρωθεί στη συνταγματικότητα ή μη των ρυθμίσεων που προβλέπονται από τον νόμο Παππά για τις τηλεοπτικές άδειες, ενώ η απόφαση μάλλον αναμένεται στη διάσκεψη της Τετάρτης, εκτός βέβαια απροόπτου. Στη συγκεκριμένη, μάλιστα, υπόθεση έχουν σημειωθεί μέχρι στιγμής ουκ ολίγα απρόοπτα.
Ο σύμβουλος Επικρατείας, ο οποίος είναι ο εισηγητής στην κεκλεισμένων των θυρών διάσκεψη της διευρυμένης Ολομέλειας του ΣτΕ, Γιώργος Παπαγεωργίου, έχει ταχθεί υπέρ της συνταγματικότητας του νόμου και θα ολοκληρώσει σήμερα την τοποθέτησή του, προκειμένου στη συνέχεια να πάρουν τον λόγο οι υπόλοιποι σύμβουλοι Επικρατείας.
Δύο είναι τα κρίσιμα ερωτήματα στα οποία θα πρέπει να απαντήσουν νομικά οι μετέχοντες ανώτατοι δικαστές.
Το ένα συνδέεται με τις αρμοδιότητες του Εθνικού Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου και τη δυνατότητα του αρμόδιου υπουργού Επικρατείας να οργανώσει τη χορήγηση των αδειών. Αν το δικαστήριο αποφανθεί υπέρ της συνταγματικότητας του νόμου, χωρίς ουδεμία ένσταση ως προς το σκέλος αυτό, τότε η εφαρμογή του νόμου δεν θα έχει κανένα εμπόδιο και θα συνεχιστεί κανονικά.
Σε αντίθετη περίπτωση, αν το δικαστήριο αποφανθεί υπέρ της αντισυνταγματικότητας, τα πράγματα περιπλέκονται και οπωσδήποτε θα χρειαστεί νέα ρύθμιση, ενώ οι διαδικασίες για την εφαρμογή του νόμου εκ των πραγμάτων θα ανακοπούν.
Το δεύτερο αφορά στον αριθμό των τηλεοπτικών αδειών και τη ρύθμιση που θέτει σαφή περιορισμό στα τηλεοπτικά κανάλια που θα εκπέμψουν, μετά τον διαγωνισμό, καθορίζοντας να είναι μόνο τέσσερα. Οι τηλεοπτικοί σταθμοί έχουν αμφισβητήσει έντονα την εν λόγω ρύθμιση επικαλούμενοι και παραβίαση του συντάγματος και της κοινοτικής νομοθεσίας, γεγονός που οδηγεί κάποιους σε εκτιμήσεις, ότι μπορεί να υποβληθεί από το Δικαστήριο και προδικαστικό ερώτημα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, εκδοχή που δεν μπορεί να αποκλειστεί, όμως δεν συγκεντρώνει και πολλές πιθανότητες.
Σε κάθε περίπτωση, οι σύμβουλοι του ΣτΕ θα κληθούν να αποφανθούν για το θέμα των τηλεοπτικών αδειών, σταθμίζοντας συνταγματικά τις ρυθμίσεις που προβλέπονται από το νέο νομοθετικό πλαίσιο, γνωρίζοντας ωστόσο πως η όποια απόφασή τους θα σηματοδοτήσει εξελίξεις…