Πρόσωπο με πρόσωπο με τους 12 κατηγορουμένους θα βρεθούν οι τέσσερις φίλοι του αδικοχαμένου Άλκη Καμπανού στο Αστυνομικό Μέγαρο Θεσσαλονίκης, για πρώτη φορά μετά τη δολοφονική επίθεση τα ξημερώματα της 1ης Φεβρουαρίου στη Χαριλάου.
Συγκεκριμένα, οι αυτόπτες μάρτυρες της δολοφονίας του 19χρονου, οι δύο φίλοι του Άλκη που τραυματίστηκαν και οι άλλοι δύο που πρόλαβαν και ξέφυγαν, θα κληθούν σήμερα να αναγνωρίσουν τους δράστες της φονικής ενέδρας, σε έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο.
Οι τέσσερις μάρτυρες αναμένεται να βοηθήσουν σημαντικά την ανάκριση προκειμένου να προσδιοριστεί ο βαθμός συμμετοχής των 12 κατηγορουμένων στη δολοφονία αλλά και στον τραυματισμό τους, σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα ευρήματα, όπως η λήψη DNA.
Οι απαντήσεις θεωρούνται άκρως σημαντικές, καθώς θα φανεί ποιοι είναι εκείνοι, οι οποίοι τα κρατούσαν.
Παράλληλα, διατάχθηκε και άρση του απορρήτου των επικοινωνιών τους, στο πλαίσιο της εξακρίβωσης του αδικήματος της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση.
Ακόμα, σύμφωνα με τον ποινικολόγο Αλέξη Κούγια, η οικογένεια του Άλκη θα ζητήσει να ελεγχθούν και οι σκληροί δίσκοι των υπολογιστών τους.
«Έκλεισε» ο κύκλος των απολογιών
Σχετικά με το τι συνέβη τη μοιραία βραδιά του φονικού απολογήθηκαν και οι 12 κατηγορούμενοι για τη δολοφονία του Αλκή Καμπανού, οι οποίοι κρίθηκαν προφυλακιστέοι.
Κομβική όλων να θεωρείται η απολογία του 25χρονου «Αθηναίου», ο οποίος ομολόγησε ότι κρατούσε μαχαίρι, τύπου «καραμπίτ», στην επίθεση, και ήταν επιβάτης του τρίτου αυτοκινήτου, ενώ παραδέχθηκε επιπλέον ότι το χρησιμοποίησε καταφέροντας «δύο τσιμπιές» -όπως είπε- σε άτομο που όμως δεν ήταν ο Άλκης.
Τον 25χρονο είχε κατονομάσει ο συγκατηγορούμενός του Ιωάννης Κουμαρόπουλος ως το πρόσωπο που μαχαίρωσε τον 19χρονο φοιτητή, υποδεικνύοντας και το σημείο όπου πέταξε το μαχαίρι, σε ερημική περιοχή.
Οι υπόλοιποι τρεις κατηγορούμενοι που πέρασαν την Παρασκευή την πόρτα της ανακρίτριας αρνήθηκαν όλοι την εμπλοκή τους στον θανάσιμο τραυματισμό του άτυχου Άλκη, ο θάνατος του οποίου προήλθε από τα χτυπήματα στα κάτω άκρα και τα κατάγματα που υπέστη στο κεφάλι.
Συγκεκριμένα, ο 22χρονος οδηγός του δευτέρου αυτοκινήτου φέρεται να απολογήθηκε ότι πλησίασε στο σημείο του εγκλήματος, όταν το επεισόδιο είχε λήξει και επέστρεφαν οι συγκατηγορούμενοί του. «Δεν κρατούσα τίποτα στα χέρια μου και δεν χτύπησα κανέναν», φέρεται να ανέφερε.
Από την πλευρά του, ο 23χρονος Afksentos Carciu, επιβάτης του ίδιου αυτοκινήτου, φαίνεται να υποστήριξε ότι βγήκε από το όχημα αλλά δεν απομακρύνθηκε απ’ αυτό.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ένας ακόμη επιβάτης του συγκεκριμένου αυτοκινήτου, ηλικίας 21 ετών, είπε ότι δεν είδε τίποτα από το επεισόδιο και δεν κατέβηκε καν στο δρόμο. «Δεν γνωριζόμαστε όλοι μεταξύ μας. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι υπήρχαν όπλα στα αυτοκίνητα ούτε πως η συνάντησή μας αυτή θα είχε τέτοια κατάληξη», φέρεται να υποστήριξε.
Οι τέσσερις κατηγορούμενοι κλήθηκαν να αποκαλύψουν την ταυτότητα και τον ρόλο του οδηγού του τρίτου οχήματος, αλλά -όπως και οι προηγούμενοι που απολογήθηκαν- φαίνεται να μην έδωσαν αξιόπιστες απαντήσεις ή δήλωσαν άγνοια.
Τι ισχυρίστηκε ο 22χρονος οδηγός του τρίτου οχήματος
Προσωρινά κρατούμενος κρίθηκε χθες με σύμφωνη γνώμη ανακρίτριας και εισαγγελέα, ο 22χρονος κατηγορούμενος («Ντίνος»), τελευταίος εκ των δραστών. Στο όχημά του βρέθηκε ένας σουγιάς, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες, από το συγκεκριμένο αυτοκίνητο φέρεται να κατέβηκαν οι πιο «σκληροί» χούλιγκαν.
Ο ίδιος παρέμεινε στην αρχική του στάση, καθώς φέρεται κατά τη διάρκεια της πολύωρης απολογίας του να ανέφερε πως έμεινε στο όχημα και δεν βγήκε καθόλου έξω από αυτό.
«Γνωρίζω μόνο τον 25χρονο (τον «Αθηναίο»), οι άλλοι δύο μπήκαν στο αυτοκίνητο χωρίς να τους γνωρίζω. Δεν ήξερα αν είχαν κάτι στα χέρια τους» φέρεται να ισχυρίστηκε.