Ανοχύρωτη παραμένει η πεδιάδα των Σερρών σε περίπτωση ακραίων καιρικών φαινόμενων, καθώς η διαρκής μείωση της χωρητικότητας της τεχνητής λίμνης Κερκίνης εξαιτίας των προσχώσεων και η απουσία έργων συντήρησης στις υπάρχουσες υποδομές αυξάνουν τον κίνδυνο καταστροφικών πλημμυρών.
Τα παραπάνω προκύπτουν από σημερινές δηλώσεις της υφυπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης (Μακεδονίας-Θράκης) Μαρίας Κόλλια-Τσαρουχά, έπειτα από συνάντησή της με τον αναπληρωτή υπουργό Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας Ευάγγελο Αποστόλου.
Όπως είπε, σύμφωνα με ειδικούς ερευνητές, κάθε 100 χρόνια εμφανίζονται δύο ως τρεις φορές πραγματικά ακραία καιρικά φαινόμενα. «Δεδομένης της κατάστασης, δεν τολμώ να διανοηθώ τι θα μπορούσε να προκύψει αν κάποια στιγμή συμβούν τέτοια φαινόμενα, που ευτυχώς σήμερα φαντάζουν μακρινά. Υποχρεούμαι όμως να υποστηρίξω ότι το μεγαλύτερο τμήμα της πεδιάδος του Νομού Σερρών που αρδεύεται από τη λίμνη Κερκίνη, με τους σημερινούς ρυθμούς προσχώσεων, δεν θα είναι πολύ σύντομα σε θέση να καλύψει τις αυξημένες ανάγκες διοχέτευσης υδάτων» σημείωσε και συμπλήρωσε ότι ναι μεν δεν έχει απαντήσεις για το τι θα συμβεί αν επικρατήσουν ακραία καιρικά φαινόμενα κατά την περίοδο του Μαΐου σε Ελλάδα και Βουλγαρία, όταν η λίμνη βρίσκεται στο ανώτατο δυνατό ύψος της στάθμης της, «αλλά είναι βέβαιο ότι ακόμη και αν χρησιμοποιηθούν όλες οι δυνάμεις που διαθέτει το Γ’ Σώμα Στρατού, δεν θα είναι τότε αρκετές».
Κατά την ίδια, όλα τα έργα που δημιουργήθηκαν έχουν ημερομηνία λήξης αν δεν γίνεται συνεχής εργασία πάνω τους […] Έτσι λοιπόν και η χωρητικότητα της Κερκίνης μειώνεται διαρκώς, εξαιτίας των προσχώσεων. Προκειμένου να επιτευχθεί η επέκταση της, επιλέχθηκε στο παρελθόν να κατασκευαστεί το φράγμα Λιθοτόπου, με ταυτόχρονη ανύψωση των αναχωμάτων.
«Το 2005 όμως εμφανίστηκαν στο ανατολικό ανάχωμα διαρροές και εκπονήθηκε μελέτη ενίσχυσής του. Ωστόσο, η ενίσχυση του αναχώματος παραμένει ημιτελής και ίσως θα πρέπει μετά από τόσα χρόνια λειτουργίας να ελεγχθεί και η ευστάθεια του φράγματος Λιθοτόπου» σημείωσε.
Απαραίτητη η αξιοποίηση ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων
Πρόσθεσε ότι τα έργα υποδομής που απαιτούνται και κατ’ επέκταση το κόστος τους είναι γνωστά, αλλά παραμένουν δυσθεώρητα και ξεπερνούν τις υπάρχουσες οικονομικές δυνατότητες των δύο γειτονικών εμπλεκομένων χωρών (Ελλάδα – Βουλγαρία). «Μόνο η αξιοποίηση όλων των ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων θα ήταν σε θέση να προστατεύσει τη Μακεδονία και τη Θράκη» υποστήριξε.
Τους πρώτους μήνες του 2015, με αυξημένο επίπεδο βροχόπτωσης σε Ελλάδα και Βουλγαρία και με τη στάθμη της Κερκίνης να ελέγχεται οριακά, εμφανίσθηκε -σύμφωνα με την υφυπουργό- η υπερχείλιση στην Τάφρο Μαυροθαλάσσης. Επιχειρήθηκε ανεπιτυχώς να στηριχτούν τα αναχώματα σε διάφορα σημεία, αλλά τελικά εκείνο στην περιοχή Πεθελινού έσπασε, με αποτέλεσμα το νερό να περάσει από την περιοχή αποστράγγισης της Αμφίπολης.
Το σημαντικότερο, πρόσθεσε, είναι ότι οι περαιτέρω προβλέψεις είναι δυσμενείς, αφού το φαινόμενο είναι σε εξέλιξη και τα αναχώματα που προστατεύουν την πεδιάδα των Σερρών είναι πλέον κορεσμένα από νερό.
Υπενθύμισε ότι πρόσφατα ευρύτερες περιοχές της Μακεδονίας-Θράκης επλήγησαν από ακραία καιρικά φαινόμενα, ιδίως πλημμύρες, που συνέβησαν στις λεκάνες απορροής των διασυνοριακών ποταμών (Ελλάδας – Βουλγαρίας). Υπήρξαν εκτεταμένες καταστροφές (έργα υποδομής, καλλιέργειες, κατοικήσιμες περιοχές), που προήλθαν κυρίως από την αδυναμία των ποταμών να διοχετεύσουν τον τεράστιο υδάτινο όγκο από τα βόρεια.
Κατά την ίδια, η αδυναμία διαχείρισης των υδάτων στις συγκεκριμένες περιοχές οφείλεται κυρίως στην απουσία συνεργασίας των εμπλεκομένων φορέων.
«Αναφέρομαι στις λεκάνες απορροής των ποταμών Έβρου/Στρυμόνα, όπου δυστυχώς επικρατεί παντελής έλλειψη σχεδιασμού και υλοποίησης των απαιτούμενων έργων. Δυστυχώς, τα αντιπλημμυρικά έργα που έπρεπε να εκτελεστούν δεν θεωρήθηκαν ως προτεραιότητα και η εκ των υστέρων αποζημίωση των πληγέντων θεωρήθηκε ότι είναι αρκετή» τόνισε και υπενθύμισε ότι ως βουλευτής Σερρών έχει καταθέσει δεκάδες κοινοβουλευτικές ερωτήσεις για το ζήτημα.
Τα απαιτούμενα έργα
Συμπλήρωσε ότι οι επιστήμονες και όσοι υπηρεσιακοί παράγοντες ήταν γνώστες της σοβαρότητας του ζητήματος είχαν επισημάνει έγκαιρα τους κινδύνους και κατέθεσαν προτάσεις. Προβλεπόταν δίκτυο με σταθμούς για την παρακολούθηση της ποιότητας/ποσότητας των υδάτων σε λίμνη, ποταμούς και υπόγεια ύδατα. Παράλληλα, υπάρχει παλαιότερη μελέτη του ΚΑΠΕ για τοποθέτηση σταθμών μέτρησης παροχής ή στάθμης εντός βουλγαρικού και σκοπιανού εδάφους.
Έχουν καταγραφεί τα απαιτούμενα τεχνικά έργα και αυτά αφορούν στην ενίσχυση των αναχωμάτων της Κερκίνης, τον καθαρισμό της κοίτης του Στρυμόνα από τις νησίδες και την ενίσχυση των αναχωμάτων στον κάτω Ρου, τον συμπληρωματικό καθαρισμό της εκβολής της Τάφρου Μαυροθαλλάσης και του Καστρί, την πραγματοποίηση επανελέγχου της διατομής στην εκβολή του Στρυμόνα, την ενίσχυση των αποστραγγιστικών αντλιοστασίων στην περιοχή της πρώην λίμνης Αχινού και την πραγματοποίηση εκτεταμένων καθαρισμών σε όλες τις κύριες αποστραγγιστικές τάφρους.