Στα χέρια της Ολομέλειας του Συμβουλίου Επικρατείας είναι ο τρόπος υπολογισμού του Φόρου Ακίνητης Περιουσίας (ΦΑΠ), τον οποίο καλούνται να πληρώσουν οι πολίτες με βάση αντικειμενικές αξίες που δεν ανταποκρίνονται πλέον ούτε καν στις εμπορικές.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου θα αποφανθεί αν ο φορολογούμενος έχει την δυνατότητα να αμφισβητήσει το ύψος της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου επί του οποίου θα υπολογίζεται ο ΦΑΠ.

Όλα ξεκίνησαν μετά την προσφυγή που κατέθεσε υπέβαλλε ιδιοκτήτης δύο ακινήτων στο Ψυχικό , υποστηρίζοντας ότι ο υπολογισμός της αξίας των ακινήτων του δεν ανταποκρίνεται στην πραγματική αγοραία αξία τους, αλλά υπολογίσθηκε σύμφωνα με τους κανόνες του νόμου 3842/2010. Υπέβαλε μάλιστα και «επιφυλάξεις», στην Δ.Ο.Υ Ψυχικού, αναφέροντας πώς θα καταβάλει το φόρο που αντιστοιχεί στην πραγματική αγοραία αξία των δυο ακινήτων του.

Η υπόθεση έφτασε στην Ολομέλεια μετά από προδικαστικό ερώτημα που υπέβαλλε ο φορολογούμενος στην τριμελή επιτροπή του ΣτΕ η οποία εξέφρασε θετική γνώμη ώστε να απαντηθεί «κατά πόσον ο πολίτης ο υποκείμενος σε φόρο ακίνητης περιουσίας βάσει του άρθρου 32 του Ν. 3842/2010 έχει τη δυνατότητα να αμφισβητήσει με προσφυγή του στο Διοικητικό Δικαστήριο το ύψος της αντικειμενικής αξίας του βαρυνόμενου με τον ως άνω φόρο ακινήτου του, σε αρνητική δε περίπτωση, να κριθεί η συνταγματικότητα της διατάξεως αυτής (άρθρο 32 ν.3842/2010)».