Ο εκλεκτός της αθηναϊκής ελίτ, ο λατρεμένος των κυριών και των θυγατέρων τους των Βορείων Προαστίων, ο προστατευόμενος από τα ισχυρότερα οικονομικά -και άρα πολιτικά- λόμπι της χώρας, ο Σάκης ο Ρουβάς, απασχολεί εκ νέου τα media.
Αυτή τη φορά η υπόθεση δεν αφορά τις υστερικές «Ρουβίτσες» ούτε τα ενδότερα των έσω της προσωπικής του ζωής. Δεν αφορά ούτε κάποια «ύβρη» όπως εκείνη της συμμετοχής του σε παράσταση της Επιδαύρου.
Αυτή τη φορά η υπόθεση αφορά την τσέπη του, το ταμείο του Δήμου Αθηναίων και την τσέπη του κάθε Έλληνα πολίτη που ζει, εργάζεται ή απλώς κατοικεί στην πρωτεύουσα.
Ο δήμαρχος Κώστας Μπακογιάννης αποφάσισε, σε πείσμα όλων όσων τον συμβούλεψαν για το αντίθετο, να πραγματοποιήσει την εκδήλωση-παράσταση, για έναν ρόλο, με πρωταγωνιστή τον Σάκη Ρουβά, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Παρά την επιβολή των νέων (λόγω Covid) μέτρων και την ακύρωση των δημοσίων εκδηλώσεων, ο κ. Μπακογιάννης, με πρωτοφανή αλλά και δυσεξήγητη εμμονή, επιμένει να πραγματοποιηθεί η παράσταση άνευ θεατών, κάτι σαν αγώνας κεκλεισμένων των θυρών, και η οποία θα μεταδοθεί απευθείας από την ΕΡΤ (αλίμονο).
Θα πείτε, και τι μας ενδιαφέρει αν ο δήμαρχος είναι fan του Ρουβά; Μας ενδιαφέρει από τη στιγμή που οι «καλλιτεχνικές προτιμήσεις» και πολιτιστικές επιλογές του κ. Μπακογιάννη χρηματοδοτούνται από το δημοτικό ταμείο και όχι από την τσέπη του.
Η συνολική αμοιβή του πρωτοχρονιάτικου event είναι 211.000 ευρώ. Σε εποχές Πανδημίας, οικονομικής αστάθειας και συνεχιζόμενης ανεργίας, σε περίοδο όξυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων, το μήνυμα του δημάρχου Αθηναίων είναι ωμά αλαζονικό. Με μια αμετροέπεια (η οποία τελικά δεν ξενίζει, για να είμεθα ειλικρινείς), ο κ. Μπακογιάννης αποφεύγει να απαντήσει επί της ουσίας στους επικριτές των επιλογών του και τους χαρακτηρίζει «μίζερους». Ωσάν απόλυτος μονάρχης στο φέουδό του, αποπέμπει ενοχλημένος με μια χαρακτηριστική κίνηση του χεριού του όλους αυτούς που επιχειρούν να εκφράσουν την αντίθεσή τους στις αποφάσεις του. Ξεχνά, βεβαίως, πως είναι αιρετός. Ξεχνά ότι οφείλει εξηγήσεις για κάθε του απόφαση. Ξεχνά ότι είναι απλώς δήμαρχος και ουχί ο… Λουδοβίκος.
Η «Ζούγκλα» ζήτησε επίσημα από τον Δήμο και την Τεχνόπολη, την υπεύθυνη για τέτοιες δραστηριότητες δημοτική εταιρεία, να πληροφορηθεί για την καθαρή αμοιβή του Σάκη Ρουβά.
Η «Τεχνόπολη» μας έστειλε ένα φλύαρο κείμενο με πολλές αναφορές στους εργαζομένους στην εκδήλωση Ρουβά, στις αναγκαίες εργατοώρες, στην υλικοτεχνική υποδομή που θα στηρίζει μια τέτοια εκδήλωση. Ωσάν να είμαστε πρωτάρηδες σε αυτή τη δουλειά. Βεβαίως και χρειάζονται τεχνικοί και φωτιστές και μαραγκοί και ειδικό συνεργείο εξωτερικών μεταδόσεων. Βεβαίως και χρειάζονται σκηνικά, σκηνοθέτης και υπεύθυνος ήχου. Αλλά οι περισσότεροι από τα 170 άτομα που κατά την «Τεχνόπολη» εργάζονται για αυτή την παραγωγή, και μάλιστα σε περίοδο οικονομικής ανέχειας, αμείβονται με ελάχιστα ποσά σε σχέση με τον πρωταγωνιστή της εορταστικής παράστασης.
Μας κάνει εντύπωση το ότι η «Τεχνόπολη», στο ιδιαίτερα φλύαρο κείμενο που μας έστειλε, αποφεύγει με μαεστρία να μας αναφέρει αναλυτικά τις αμοιβές κάθε δραστηριότητας για την εκδήλωση αυτή. Εμείς αυτή τη «λεπτομέρεια» ζητήσαμε. Δεν πήραμε απάντηση. Προφανώς για ευνόητους λόγους.
Επειδή ακριβώς δεν είμαστε χθεσινοί και κάτι έχει πάρει το αυτί μας για ανάλογες παραγωγές σε καιρούς Πανδημίας και έχουμε εικόνα ως προς τα πραγματικά κόστη που συνεπάγεται μια τέτοια παράσταση, διερωτώμεθα αν το καλλιτεχνικό εγχείρημα Ρουβά ξεπερνά σε απαιτήσεις, τεχνολογική υποδομή και τηλεοπτική κάλυψη ακόμη και το Woodstock που λέει ο λόγος (για να χαριτολογήσουμε).
Ο Κώστας Μπακογιάνης θα μπορούσε να αποφύγει αυτή την πολιτικά και ηθικά προβληματική εμπλοκή αν αναλογιζόταν έστω για μια στιγμή το τι ακριβώς συμβαίνει γύρω του. Φαίνεται πως, σαν γνήσιο τέκνο της κακομαθημένης ελίτ, απεχθάνεται κάθε σχέση με την πραγματικότητα, προτιμώντας να ζει στα ροζ συννεφάκια που του εξασφαλίζει η συστηματική υποτίμηση των προβλημάτων της καθημερινότητας των συμπολιτών του.
Παραθέτουμε ολόκληρη την απάντηση από την «Τεχνόπολη», ώστε ο αναγνώστης να έχει τη δυνατότητα να κρίνει: