Μια ακόμα νεκρή πτεροφάλαινα βρέθηκε την Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου, ξεβρασμένη αυτή τη φορά στην παραλία της Φρεαττύδας, δίπλα στο λιμάνι του Πειραιά. Παρότι τα αίτια του θανάτου δεν έχουν εξακριβωθεί ακόμη, είναι πολύ πιθανό ότι το ζώο συγκρούστηκε με κάποιο πλοίο.
Η πτεροφάλαινα είναι είδος που χαρακτηρίζεται ως Τρωτό στη Μεσόγειο και παρατηρείται πολύ σπάνια στο Αιγαίο, ειδικά σε περιοχές με τόσο έντονη θαλάσσια δραστηριότητα όπως ο Σαρωνικός. Το ζώο βρέθηκε σε κατάσταση προχωρημένης σήψης, ενώ η ουρά του έχει κοπεί πιθανόν ως αποτέλεσμα σύγκρουσης με πλοίο. Η σύγκρουση μπορεί είτε να έγινε μεσοπέλαγα και να προκάλεσε τον θάνατό του, ή να συνέβη μετά τον θάνατο και πριν εκβραστεί στην παραλία της Φρεαττύδας.
Όποια και αν είναι η συνθήκη στο συγκεκριμένο περιστατικό, οι συγκρούσεις μεταξύ πλοίων και κητωδών στις ελληνικές θάλασσες, και ειδικότερα φυσητήρων, αποτελούν τη μεγαλύτερη απειλή για αυτά τα μοναδικά πλάσματα της Μεσογείου. Με βάση τα επιστημονικά δεδομένα των τελευταίων 10 ετών, πάνω από το 50% των εκβρασμένων νεκρών φυσητήρων έχει προκληθεί ως άμεσο αποτέλεσμα συγκρούσεων με μεγάλα πλοία που διασχίζουν την Ελληνική Τάφρο, την περιοχή που αποτελεί τον κύριο βιότοπό τους σε ολόκληρη την περιοχή της ανατολικής Μεσογείου.
Το Ινστιτούτο Κητολογικών Ερευνών Πέλαγος και το WWF Ελλάς έχουν καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις μέτρων με στόχο τη μείωση των συγκρούσεων μεγάλων πλοίων με φυσητήρες. Οι προτάσεις συμπεριλαμβάνουν την αποφυγή σημαντικών περιοχών και τη μείωση ταχύτητας πλοίων, και η εφαρμογή τους θα συντελέσει στο 70% της μείωσης των συγκρούσεων. Αν και οι αρμόδιοι φορείς της πολιτείας έχουν αναγνωρίσει την ανάγκη λήψης μέτρων και έχουν δεσμευτεί να λάβουν εθελοντικά μέτρα με στόχο την αντιμετώπιση και μείωση της απειλής αυτής, η διαδικασία εκκρεμεί.
Το χθεσινό περιστατικό έρχεται να επιβεβαιώσει ότι ο κίνδυνος των συγκρούσεων για τις φάλαινες στη χώρα μας είναι υπαρκτός και άμεσος. Ως εκ τούτου, το Ινστιτούτο Κητολογικών Ερευνών Πέλαγος και το WWF Ελλάς καλούν τις αρμόδιες αρχές και τους εμπλεκόμενους φορείς να ολοκληρώσουν άμεσα τη διαμόρφωση των μέτρων που εξετάζουν, με τη συμβολή των ειδικών επιστημόνων και οργανώσεων. Αν δεν ληφθεί σύντομα δράση, θα έχουμε την ευθύνη της εξαφάνισης των μεγάλων κητωδών από τις θάλασσές μας.