Αθωώθηκαν από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας οι εκπρόσωποι τεσσάρων χρηματιστηριακών εταιρειών και τα πρώην στελέχη έξι ασφαλιστικών ταμείων που κάθισαν στο εδώλιο του κατηγορουμένου για αγοραπωλησίες ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου σταθερού επιτοκίου, την χρονική περίοδο 2001-2007.

Το δικαστήριο, υιοθετώντας και την σχετική εισαγγελική πρόταση απάλλαξε τους πρώην προέδρους και τα στελέχη του Ταμείου Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων (Αθανάσιου Ντερέκας), του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης & Κοινής Διανομής Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων (Βασίλειου Παργιανού, Βασίλειου Παπαχρήστου), του Ταμείου Σύνταξης και Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Γεωργικών Οργανώσεων (Γεώργιου Κατσαμάγκα και Μαγδαληνής Μαρκατάτου), του Ταμείου Υγείας Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (Κωνσταντίνου Σπηλιόπουλου), του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων (Σπυρίδωνα Γιατρά), του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Δημοσίων Υπαλλήλων (Θεόδωρου Τσουρούλα, Ελένης Μοσχοπούλου και Έλλης Σπυριδάκη), καθώς και τους εκπροσώπους των χρηματιστηριακών εταιρειών «ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Ανώνυμη Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών» (Γεώργιου Αποστολίδη, Σοφοκλή Πρινιωτάκη και Θεόδωρου Πρινιωτάκη), της «ΑΡΤΙΟΝ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Ανώνυμη Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών» (Ιωάννη Καλογεράκη, Ζωής Μπασμπανέλου), της «ΠΗΓΑΣΟΣ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Αθανάσιος Ράμμος) και της «ΤΡΩΥΛΟΣ Κυπριακή Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών» (Ζωής Μπασμπανέλου).

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Σε βάρος των στελεχών των ασφαλιστικών ταμείων είχε ασκηθεί ποινική δίωξη το 2008 για κακουργηματική απιστία σε βάρος του Δημοσίου, ενώ σε βάρος των εκπροσώπων των χρηματιστηριακών εταιρειών για ηθική αυτουργία στην απιστία και ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Το κατηγορητήριο σε βάρος τους αφορούσε τις αγορές ομολόγων σταθερού επιτοκίου στην εξωχρηματιστηριακή αγορά, από το 2001-2007, σε τιμές που εμφάνιζαν απόκλιση από τη Ηλεκτρονική Δευτερογενή Αγορά Τίτλων, ζημιώνοντας τα ασφαλιστικά ταμεία. Και αυτό γιατί, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, φέρονται να έγιναν σε τιμές μεγαλύτερες, όσον αφορά τις αγορές, από τη μέγιστη τιμή ή την τιμή αποτίμησης του ίδιου τίτλου που είχε διαμορφωθεί στην Ηλεκτρονική Δευτερογενή Αγορά Τίτλων (Η.Δ.Α.Τ.) της Τράπεζας της Ελλάδος κατά την ημέρα της συναλλαγής, και σε τιμές μικρότερες, ως προς τις πωλήσεις, από την ελάχιστη τιμή ή την τιμή αποτίμησης των ίδιων τίτλων που είχε διαμορφωθεί στην ίδια αγορά κατά την ημέρα της συναλλαγής».

Κατά τη διάρκεια της πολύμηνης ακροαματικής διαδικασίας κατέθεσαν μάρτυρες από την Τράπεζα της Ελλάδος, την Επιτροπή της Κεφαλαιαγοράς και τη Γενική Γραμματεία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Όπως προέκυψε πάντως, οι τιμές ΗΔΑΤ δεν ήταν δεσμευτικές για τους κατηγορουμένους αφού κατά τη διερευνηθείσα περίοδο δεν ήταν οι καλύτερες στην αγορά και ούτε μπορούσαν ή έπρεπε να επιτευχθούν από τους συναλλασσομένους. Αποτελούσαν απλώς και μόνο τιμές αποτίμησης των επίμαχων ομολόγων, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν, ενώ οι Πρόεδροι ενήργησαν με τη σύμφωνη γνώμη όλων των μελών των διοικητικών συμβουλίων των ασφαλιστικών ταμείων και χωρίς να τους ασκηθεί οποιαδήποτε επιρροή από τους εκπροσώπους των χρηματιστηριακών εταιρειών.

Επίσης, όπως εκτίμησε το δικαστήριο, οι κατηγορούμενοι δεν είχαν θεσμοθετημένη υποχρέωση συναλλαγής μέσω ΗΔΑΤ ή σε τιμές ΗΔΑΤ. «Από την πολύμηνη ακροαματική διαδικασία προέκυψε η έλλειψη ενός σαφούς επενδυτικού πλαισίου, θεσπισμένου από την Πολιτεία, στο οποίο υποχρεωτικά να κινούνται οι Διοικήσεις των Ασφαλιστικών Ταμείων κατά την αξιοποίηση των αποθεμάτων των ασφαλισμένων», δήλωσε χαρακτηριστικά ο εκ των συνηγόρων υπεράσπισης των κατηγορουμένων, Μιχ. Δημητρακόπουλος.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης