Σε μια Ελληνική μελέτη, ερευνητές πήραν συνέντευξη από κατοίκους της Αθήνας για τον τρόπο ζωής τους και τις διατροφικές τους συνήθειες,  διαπιστώνοντας ότι οι άνθρωποι που καταναλώνουν περισσότερο χαμομήλι για μεγαλύτερες χρονικές περιόδους ήταν λιγότερο πιθανό να αναπτύξουν κακοήθειες του θυρεοειδούς ή και καλοήθεις όγκους σε σχέση με εκείνους που δεν κατανάλωναν.

  Αν και η μελέτη δεν αποδεικνύει ότι το χαμομήλι συμβάλει στην πρόληψη του καρκίνου,  προσθέτει στοιχεία που δείχνουν τα πιθανά οφέλη της μεσογειακής δίαιτας (που περιλαμβάνει άπαχο ψάρι, φρέσκα λαχανικά και «καλά» λιπαρά) για την υγεία.

 «Το εύρημα αυτό δεν ήταν έκπληξη για μένα, γιατί πολλές πτυχές της μεσογειακής διατροφής έχουν αποδειχθεί ότι προστατεύουν έναντι του καρκίνου» αναφέρει η εκ των επιστημόνων της μελέτης Δρ. Αθηνά Λινού.

Αρκετοί άνθρωποι στην Ελλάδα ακολουθούν τη μεσογειακή διατροφή. Από κάθε 100.000 ανθρώπους, περίπου το 1,6 από αυτούς διαγιγνώσκονται με καρκίνο του θυρεοειδούς κάθε χρόνο. Αυτό συγκριτικά με τα ποσοστά των 13,2 και 5,2 ανά 100.000 ανθρώπους στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, αντίστοιχα, υποδηλώνει ότι μπορεί να υπάρχει κάτι στην ελληνική διατροφή,όπως το χαμομήλι , που να είναι υπεύθυνο για αυτά τα αποτελέσματα.

Η Δρ. Λινού και οι συνεργάτες της εξέτασαν τα ποσοστά του καρκίνου και τις διατροφικές συνήθειες σε 113 ασθενείς, που εισήλθαν σε δύο νοσοκομεία στην περιοχή της Αθήνας με καρκίνο του θυρεοειδούς μεταξύ το 1990 και 1993. Ύστερα, σύγκριναν αυτούς τους ασθενείς με 138 άτομα χωρίς καρκίνο του θυρεοειδούς που ήταν είτε υγιή ή είχαν άλλες άσχετες ασθένειες, καθώς επίσης και με 286 άτομα με καλοήθη νόσο του θυρεοειδούς.

Ερευνητές πήραν συνέντευξη από τους συμμετέχοντες για το ιατρικό ιστορικό, τη διατροφή και τον τρόπο ζωής τους, καθώς και για την κατανάλωση αλκοόλ, καφέ και χαμομηλιού.

Στη συνέχεια, υπολόγισαν τις πιθανότητες ανάπτυξης καρκίνου του θυρεοειδούς ή καλοηθών όγκων με βάση την κατανάλωση χαμομηλιού, συγκρίνοντας τα αποτελέσματα της ημερήσιας έναντι της εβδομαδιαίας κατανάλωσης και διερεύνησαν το κατά πόσο αυτή η συνήθεια είχε μεγαλύτερο αντίκτυπο μετά από αρκετά χρόνια.

Μετά τον συνυπολογισμό της ηλικίας, του φύλου, και του δείκτη μάζας σώματος, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι άνθρωποι που κατανάλωναν χαμομήλι δύο έως έξι φορές την εβδομάδα είχαν 70% λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν διαταραχές του θυρεοειδούς. Μετά από τριάντα χρόνια τακτικής κατανάλωσης ο κίνδυνος μειώθηκε κατά 80% περίπου.

Οι ερευνητές εξέτασαν επίσης τη σύνδεση μεταξύ καρκίνου του θυρεοειδούς και της κατανάλωσης φασκόμηλου αλλά και της κατανάλωσης τσαγιού του βουνού. Διαπιστώθηκε ότι η κατανάλωση τους μείωσε την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου του θυρεοειδούς, αλλά τα αποτελέσματα δεν ήταν τόσο ισχυρά όπως του χαμομηλιού.

Επειδή αυτή η έρευνα βασίζεται σε δεδομένα από τη δεκαετία του 1990, είναι αρκετά πιθανό ότι οι συνήθειες και ο τρόπος ζωής να έχουν αλλάξει. Κατά συνέπεια, τα αποτελέσματα μπορεί να μην εφαρμόζονται στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι πίνουν χαμομήλι σήμερα, σημείωσε η Samantha Heller, διατροφολόγος στο Κέντρο του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. «Η σχέση μεταξύ της κατανάλωσης χαμομηλιού και μείωσης της εμφάνισης του καρκίνου του θυρεοειδούς είναι συναρπαστική, αλλά όχι και σίγουρη…Η κατανάλωση ενός διπλού τσίζμπεργκερ με μπέικον , μεγάλες πατάτες και ενός φλιτζανιού από τσάι βοτάνων είναι απίθανο να αναιρέσει τις επιβλαβείς επιπτώσεις του κακού τρόπου ζωής.» δήλωσε η Heller.

Το τσάι από βότανα μπορεί να βοηθήσει στην προστασία κατά του καρκίνου ή άλλων ασθενειών εξαιτίας των στοιχείων που συνδέονται με αντιοξειδωτικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες, όπως οι πολυφαινόλες και τα φλαβονοειδή, δήλωσε ο Δρ Betul Hatipoglu, ενδοκρινολόγος από το Οχάιο. Τέλος, αναφέρει ότι ο τρόπος ζωής είναι πολύ σημαντικός παράγοντας για τα αποτελέσματα της μελέτης και είναι πιθανό ότι τα άτομα που κατανάλωναν αυτά τα αφεψήματα να ήταν πιο δραστήρια και να έτρωγαν πιο υγιεινά.

Σε συνεργασία με το diettv.gr