Η πυκνότητα του μαστού είναι ένας παράγοντας που συμβαδίζει με την αισθητική, με την ομορφιά του. Αποτελεί, όμως, και έναν από τους πολλούς παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης κακοήθειας στο μαστό, ενώ δυσχεραίνει και τον εντοπισμό της στη μαστογραφία.
Υπολογίζεται ότι ο πυκνός ιστός του μαστού αυξάνει έως και 4 φορές τις πιθανότητες να παρουσιάσει μία γυναίκα καρκίνο του μαστού. Πρόσφατη μελέτη έδειξε όμως ότι οι περισσότερες γυναίκες δεν κατανοούν τη σημασία του συγκεκριμένου παράγοντα κινδύνου, σε σχέση με άλλους παράγοντες, όπως είναι το οικογενειακό ιστορικό.
Οι γυναίκες που έλαβαν μέρος στη μελέτη (ηλικίας 40-76 ετών) ρωτήθηκαν για τον κίνδυνο πυκνότητας του μαστού σε σύγκριση με άλλους πέντε παράγοντες:
- συγγενής πρώτου βαθμού με καρκίνο του μαστού
- αυξημένο βάρος
- κατανάλωση αλκοόλ
- δεν έχουν αποκτήσει παιδιά
- προηγούμενη βιοψία μαστού
«Παρά το γεγονός ότι η πυκνότητα του μαστού σχετίζεται με 1,2 έως 4 φορές υψηλότερο κίνδυνο καρκίνου του μαστού, φάνηκε ότι λίγες γυναίκες κατάλαβαν πως η πυκνότητα του μαστού είναι ένας σημαντικός προσωπικός παράγοντας κινδύνου», αναφέρουν οι ερευνητές στη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο JAMA Network Open.
Οι γυναίκες φαίνεται ότι εκλαμβάνουν περισσότερο το οικογενειακό ιστορικό (το οποίο μπορεί να διπλασιάσει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού) ως παράγοντα κινδύνου.
Εντυπωσιακό είναι και το γεγονός ότι οι γυναίκες θεωρούν πως δεν υπάρχει τρόπος να μειώσουν τον κίνδυνο με αλλαγές στη ζωή τους, όπως η άσκηση ή η μειωμένη κατανάλωση αλκοόλ.
Οι γυναίκες που έλαβαν μέρος στη μελέτη δεν είχαν ιστορικό καρκίνου του μαστού και ήξεραν τι είναι η πυκνότητα των μαστών, δηλαδή γνώριζαν ότι αναφέρεται σε μαστούς που αποτελούνται περισσότερο από αδενικό και ινώδη ιστό σε σχέση με τον λιπώδη ιστό.
Η πυκνότητα του μαστού αλλάζει κατά τη διάρκεια της ζωής μας και είναι συνήθως υψηλότερη όταν η γυναίκα:
- είναι νεότερη
- έχει χαμηλότερο σωματικό βάρος
- είναι έγκυος
- θηλάζει
- λαμβάνει θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης.
Συνήθως συνιστάται στις γυναίκες ηλικίας 50-74 ετών να κάνουν μαστογραφία κάθε χρόνο ή κάθε δύο χρόνια. Σύμφωνα με τους ερευνητές, επιπλέον έλεγχος των μαστών, θα μπορούσε να είναι εξαιρετικά ωφέλιμος για τις γυναίκες που έχουν υψηλότερη πυκνότητα μαστού.