Σύνταξη-επιμέλεια: Στέλιος Βασιλούδης

Το διαστημικό τηλεσκόπιο James Webb της NASA (JWST) φαίνεται να έχει ανακαλύψει προκαταρκτικά  στοιχεία για σημάδια ζωής σε έναν μακρινό πλανήτη. Είναι πιθανό να έχει ανιχνεύσει ένα μόριο που ονομάζεται διμεθυλοσουλφίδιο (DMS). Στη Γη τουλάχιστον, αυτό το μόριο παράγεται μόνο από τη ζωή.

Οι ερευνητές τονίζουν ότι η ανίχνευση του στον πλανήτη, 120 έτη φωτός μακριά από τη γη, «δεν είναι ισχυρή» και χρειάζονται περισσότερα δεδομένα για να επιβεβαιωθεί η παρουσία του. Οι ερευνητές έχουν επίσης ανιχνεύσει μεθάνιο και διοξείδιο του άνθρακα (CO2) στην ατμόσφαιρα του πλανήτη. Η ανίχνευση αυτών των αερίων θα μπορούσε να σημαίνει ότι ο πλανήτης, που ονομάζεται K2-18b, έχει έναν ωκεανό νερού.

Ο καθηγητής Nikku Madhusudhan, του Πανεπιστημίου του Cambridge, ο οποίος ηγήθηκε της έρευνας, είπε στο BBC News ότι ολόκληρη η ομάδα του «σοκαρίστηκε» όταν είδε τα αποτελέσματα. «Στη Γη, το DMS παράγεται μόνο από τη ζωή. Το μεγαλύτερο μέρος του στην ατμόσφαιρα της Γης εκπέμπεται από φυτοπλαγκτόν σε θαλάσσια περιβάλλοντα», είπε ο ίδιος.

Όμως, ο ίδιος περιέγραψε την ανίχνευση του DMS ως προκαταρκτική και είπε ότι θα χρειαστούν περισσότερα δεδομένα για να επιβεβαιωθεί η παρουσία του. Αυτά τα αποτελέσματα αναμένονται σε ένα χρόνο. «Εάν επιβεβαιωθεί, θα ήταν μια τεράστια υπόθεση και αισθάνομαι την ευθύνη να το επιβεβαιώσω πριν κάνουμε μια τόσο μεγάλη ανακοίνωση», συνέχισε. Είναι η πρώτη φορά που αστρονόμοι εντόπισαν την πιθανότητα DMS σε έναν πλανήτη που περιστρέφεται γύρω από ένα μακρινό άστρο. Όμως αντιμετωπίζουν τα αποτελέσματα με προσοχή, σημειώνοντας ότι ένας παρόμοιος ισχυρισμός που έγινε το 2020 σχετικά με την παρουσία ενός άλλου μορίου που ονομάζεται φωσφίνη – και θα μπορούσε να παραχθεί από ζωντανούς οργανισμούς στα σύννεφα της Αφροδίτης – αμφισβητήθηκε ένα χρόνο αργότερα.

Ακόμα κι έτσι, ο Δρ Robert Massey, αναπληρωτής διευθυντής της Royal Astronomical Society στο Λονδίνο, ο οποίος δεν συμμετείχε στην έρευνα, δήλωσε ενθουσιασμένος από τα αποτελέσματα. «Προχωράμε σιγά – σιγά προς το σημείο όπου θα είμαστε σε θέση να απαντήσουμε σε αυτό το μεγάλο ερώτημα για το αν είμαστε μόνοι στο Σύμπαν ή όχι», είπε.

«Είμαι αισιόδοξος ότι μια μέρα θα βρούμε σημεία ζωής. Ίσως να είναι αυτά, ίσως σε 10 ή και 50 χρόνια θα έχουμε στοιχεία που θα είναι τόσο πειστικά ώστε να αποτελούν την καλύτερη εξήγηση», συμπλήρωσε.

Το διαστημικό τηλεσκόπιο James Webb είναι σε θέση να αναλύσει το φώς που διαπερνά την ατμόσφαιρα του μακρινού πλανήτη. Αυτό το φως περιέχει τη χημική υπογραφή των μορίων της ατμόσφαιρας του. Οι λεπτομέρειες μπορούν να αποκρυπτογραφηθούν διασπώντας το φως στις συχνότητες που το αποτελούν – κάτι σαν ένα πρίσμα που δημιουργεί ένα φάσμα ουράνιου τόξου. Εάν λείπουν τμήματα του προκύπτοντος φάσματος, έχουν απορροφηθεί από χημικές ουσίες στην ατμόσφαιρα του πλανήτη, επιτρέποντας στους ερευνητές να ανακαλύψουν τη σύνθεσή τους. Το κατόρθωμα είναι ακόμη πιο αξιοσημείωτο επειδή ο πλανήτης απέχει περισσότερο από 1,1 εκατομμύρια δισεκατομμύρια χιλιόμετρα, επομένως η ποσότητα φωτός που φτάνει στο διαστημικό τηλεσκόπιο είναι μικρή.

Εκτός από το DMS, η φασματική ανάλυση ανίχνευσε αρκετές ποσότητες  μεθανίου και διοξειδίου του άνθρακα, με καλό βαθμό εμπιστοσύνης. Οι αναλογίες CO2 και μεθανίου υποδεικνύουν ότι υπάρχει ένας ωκεανός νερού κάτω από μια ατμόσφαιρα πλούσια σε υδρογόνο. Το τηλεσκόπιο Hubble της NASA είχε ανιχνεύσει την παρουσία υδρατμών στο παρελθόν, γι’ αυτό ο πλανήτης ο οποίος ονομάστηκε K2-18b, ήταν ένας από τους πρώτους που ερευνήθηκαν από το πολύ ισχυρότερο James Webb, αλλά η πιθανότητα ύπαρξης ωκεανού είναι μεγάλο βήμα προς τα εμπρός.

Η ικανότητα ενός πλανήτη να υποστηρίζει ζωή εξαρτάται από τη θερμοκρασία του, την παρουσία άνθρακα και πιθανώς νερού σε υγρή μορφή. Οι παρατηρήσεις από το JWST φαίνεται να υποδηλώνουν ότι το K2-18b πληροί όλα τα παραπάνω. Όμως μόνο και μόνο επειδή ένας πλανήτης έχει τη δυνατότητα να υποστηρίξει ζωή δεν σημαίνει ότι έχει, γι’ αυτό η πιθανή παρουσία του DMS είναι τόσο ελκυστική.

Αυτό που κάνει τον πλανήτη ακόμα πιο ενδιαφέροντα είναι ότι δεν μοιάζει με τους όμοιους με τη Γη, τους λεγόμενους βραχώδεις πλανήτες, που ανακαλύφθηκαν σε τροχιά γύρω από μακρινά άστρα και είναι υποψήφιοι για ύπαρξη ζωής. Το K2-18b είναι σχεδόν εννέα φορές το μέγεθος της Γης.

Οι εξωπλανήτες, που είναι πλανήτες σε τροχιά γύρω από άλλα άστρα – και έχουν μεγέθη μεταξύ αυτών της Γης και του Ποσειδώνα – δεν μοιάζουν με τίποτα στο ηλιακό μας σύστημα. Αυτό σημαίνει ότι αυτοί οι «υπο-Ποσειδώνες» είναι ελάχιστα κατανοητοί, όπως και η φύση των ατμοσφαιρών τους, σύμφωνα με τον Δρ Subhajit Sarkar του Πανεπιστημίου του Κάρντιφ, ο οποίος είναι μέλος της ομάδας ανάλυσης.

«Αν και αυτό το είδος πλανήτη δεν υπάρχει στο ηλιακό μας σύστημα, οι «υπο-Ποσειδώνες» είναι ο πιο κοινός τύπος πλανήτη που είναι γνωστός μέχρι στιγμής στον γαλαξία», είπε.

«Έχουμε αποκτήσει το πιο λεπτομερές φάσμα μιας κατοικήσιμης ζώνης μέχρι σήμερα, και αυτό μας επέτρεψε να βρούμε τα μόρια που υπάρχουν στην ατμόσφαιρά του K2-18b», κατέληξε.

Πηγή: BBC News