Στην παραδοχή πως οι διαπραγματεύσεις με τους Τουρκοκύπριους δεν προχωρούν,προχώρησε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης.
Σε συνέντευξή του στο Βήμα της Κυριακής, ο κ. Αναστασιάδης σημειώνει πως «έχει καθοριστεί τον Σεπτέμβριο μια συνάντηση με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη, αλλά λείπει η μεθοδολογία ώστε να μπούμε στον πραγματικό διάλογο», ενώ προσθέτει πως σε αντίθεση με τα όσα προτείνει η πλευρά της Λευκωσίας, οι «Τουρκοκύπριοι περιορίζονται σε έναν οδικό χάρτη».
Ο κ. Αναστασιάδης τονίζει ότι το Κοινό Ανακοινωθέν του περασμένου Φεβρουαρίου είναι η «ασπίδα» των Ελληνοκυπρίων, ενώ υπογραμμίζει ότι η Λευκωσία δεν πρόκειται να διαπραγματευθεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα με την Άγκυρα.
Απαντώντας σε όσους τον επικρίνουν πως στις συνομιλίες έδειξε διαλλακτικότητα επεσήμανε πως «σήμερα το status quo έχει χειροτερεύσει δραματικά».
«Ενώ στο Κοινό Ανακοινωθέν διασφαλίζονται η εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου, η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ότι η διάδοχος κατάσταση θα είναι πως η Κυπριακή Δημοκρατία θα συνεχίσει να είναι μέλος του ΟΗΕ και της ΕΕ με μία κυριαρχία, μία διεθνή προσωπικότητα και μία ιθαγένεια, ορισμένοι δίνουν ερμηνείες που ούτε οι Τούρκοι δεν δίνουν», συνεχίζει και προσθέτει:
«Ορισμένοι λένε ότι έχουμε τρεις κυριαρχίες και τρεις ιθαγένειες. Ούτε ο Ερογλου δεν τολμά να μου το πει αυτό. Ιδιαίτερα στο θέμα της ιθαγένειας αυτό που αναφέρει το Κοινό Ανακοινωθέν είναι ότι για λόγους διασφάλισης της πολιτικής ισότητας θα υπάρχει η εσωτερική ιδιότητα του πολίτη. Θα δίδεται στους υπηκόους της Κυπριακής Δημοκρατίας και δεν θα υποκαθιστά αλλά θα συμπληρώνει τη μία και μόνη ιθαγένεια».
Σχετικά με τα περιθώρια ελιγμών για μια πιθανή οριστική λύση στο Κυπριακό, ο κ. Αναστασιάδης εκτιμά πως «η λύση θα είναι συμβιβασμός. Θα πρέπει να είμαστε αρκούντως ώριμοι και να εγκαταλείψουμε τα οράματα που μετατρέπονται σε εφιάλτες. Δεν μπορούμε να αποκλείουμε τα πάντα και να αλλάξουμε τώρα στόχους, δηλαδή από τη διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία να πάμε σε ένα ενιαίο κράτος. Η ανατροπή μιας πορείας με μια άλλη αβέβαιη πορεία το μόνο που μπορεί να διασφαλίσει είναι η καταστροφή».
Κατά τον Νίκο Αναστασιάδη, οι ενεργειακές ανάγκες ίσως να είναι το μόνο κίνητρο της Άγκυρας για λύση του Κυπριακού, ενώ παραδέχεται την επιρροή της Τουρκίας στις διαπραγματεύσεις.
«Άσκησε πιέσεις, με επιτυχία, σε ό,τι αφορά την αποδοχή της μιας και μόνης κυριαρχίας του νέου μορφώματος. Ο Έρογλου από μόνος του δεν μπορεί να κινηθεί. Η παρουσία των 43.000 κατοχικών στρατευμάτων αλλά και η πλειονότητα των κατοίκων του βορείου τμήματος που συντίθεται από εποίκους εξασφαλίζουν στην Τουρκία, σε συνδυασμό με την παροχή οικονομικής βοήθειας, τον έλεγχο στην Άγκυρα» τονίζει χαρακτηριστικά και σημειώνει πως γεωστρατηγικός ρόλος που αποκτά η Κύπρος είναι κάτι που διαφοροποιεί την κατάσταση.
«Καταβάλλεται μια προσπάθεια από πλευράς Ευρωπαίων και Αμερικανών να ελεγχθούν τα κοιτάσματα της Ανατολικής Μεσογείου, για τα οποία πιστεύουν ότι υπάρχουν επαρκείς ποσότητες οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν εναλλακτική λύση τροφοδοσίας προς την ΕΕ. Αυτό διαφοροποιεί, πρώτον, προς το εντονότερο, το ενδιαφέρον των Δυτικών και, δεύτερον, τα κίνητρα της Τουρκίας εν όψει των αναγκών της για αυξημένες ποσότητες ενέργειας τα προσεχή χρόνια. Ενδεχομένως να είναι πλέον το μόνο κίνητρό της για να εργαστεί για τη λύση του Κυπριακού…» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Τέλος υπερασπίζεται τη στροφή της εξωτερικής πολιτικής της Λευκωσίας προς τη Δύση και ετοιμάζεται να επισκεφθεί το Λευκό Οίκο το φθινόπωρο.
«Οι χώρες που μπορούν και είναι έτοιμες να ασκήσουν επιρροή προς την Τουρκία, όπως οι ΗΠΑ και η ΕΕ, πρέπει να εμπλακούν στη διαδικασία λύσης του Κυπριακού» τονίζει ο κύπριος πρόεδρος.
Τέλος σχετικά με την πρόσφατη ρηματική διακοίνωση του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, ο κ. Αναστασιάδης σημειώνει πως «οι σχέσεις Αθηνών – Λευκωσίας δεν διαταράσσονται από ανάλογες παρενοχλήσεις. Ξεκινώ από την παρέμβαση της ευρωβουλευτού και συνεχίζω με τη ρηματική διακοίνωση. Δεν ήταν μια ρηματική διακοίνωση καταγγελίας των σχέσεων αλλά επανόρθωσης μιας εικόνας που δεν ήταν η καλύτερη ή αδικούσε τις πολιτικές που ακολουθεί η ελληνική κυβέρνηση στο Κυπριακό».