Τη διαβεβαίωση ότι δεν πρόκειται να προχωρήσει σε μια λύση του Κυπριακού «που το μόνο που θα εγγυάται είναι την ανασφάλεια του Κυπριακού Ελληνισμού» έδωσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης, ενώ είπε ότι η προσπάθειά του είναι «να δει πώς διασφαλίζει τις μέλλουσες γενιές».

Παρουσία ομογενειακών οργανώσεων, ξένων προσκεκλημένων και πρέσβεων, καθώς και μελών της Κυβέρνησης και άλλων αξιωματούχων, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης κήρυξε την έναρξη των εργασιών του 20ού Παγκόσμιου Συνεδρίου Κυπρίων της Διασποράς της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Αποδήμων Κυπρίων (ΠΟΜΑΚ), της Παγκόσμιας Συντονιστικής Επιτροπής Κυπριακού Αγώνα (ΠΣΕΚΑ) και της Νεολαίας Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Αποδήμων Κυπρίων (ΝΕΠΟΜΑΚ), στο Συνεδριακό Κέντρο «Φιλοξενία», στη Λευκωσία.

Απευθυνόμενος στο ακροατήριο, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε ότι «θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι η προσπάθεια ενός πολιτικού που βρίσκεται στην πορεία εξόδου δεν είναι στο πώς να δει την πατρίδα του να διατρέχει ακόμα περισσότερους κινδύνους, αλλά να δει πώς διασφαλίζει τις μέλλουσες γενιές, να δει πώς όταν φεύγει αφήνει πίσω του μια χώρα ασφαλή που θα εγγυάται την ειρηνική συνύπαρξη».

«Δεν έχω, συνεπώς, λόγους να αρνούμαι ούτε τον διάλογο ούτε, πολύ περισσότερο, τις προσπάθειες που πρέπει να καταβληθούν, προκειμένου να αποτρέψουμε τα τετελεσμένα που κάθε χρόνο, δυστυχώς, καταγράφονται εις βάρος της ελληνοκυπριακής πλευράς. Το γνωρίζω απολύτως» συνέχισε.

Την ίδια ώρα, είπε ότι δεν πρόκειται να δεχθεί να προχωρήσει σε μια λύση που το μόνο που θα εγγυάται είναι την ανασφάλεια του Κυπριακού Ελληνισμού και για αυτό, πρόσθεσε, χρειάζεται ενότητα και «επιτέλους να αφήσουμε τα διάφορα αφηγήματα που μπορεί να μας εξυπηρετούν πολιτικά, αλλά δεν μας ωφελούν εθνικά».

Θα πρέπει επιτέλους να γίνει συνείδηση, είπε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, πως «δεν είναι οι Ελληνοκύπριοι που δεν θέλουν και δεν επιδιώκουν τη λύση, αλλά είναι η στάση μιας υπέρτερης δύναμης που μέσα από τις πολιτικές της, μέσα από το όραμα της νέας οθωμανικής αυτοκρατορίας καταγράφει πράξεις, ενέργειες, παρανομίες που δεν γίνονται ανεκτές όχι απλά από τους Κύπριους, αλλά από πολλές και διάφορες χώρες, έστω και αν τα συμφέροντα τους δεν τους επιτρέπουν να αντιδράσουν όπως όφειλαν να αντιδράσουν».

Εξέφρασε παράλληλα την ικανοποίηση του διότι μέσα από τη δράση των αποδήμων ενεργοποιούνται ή ευαισθητοποιούνται Κυβερνήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου, των ΗΠΑ, της Γαλλίας ή άλλων χωρών.

Αναφερόμενος στα επόμενα βήματα στο Κυπριακό, είπε ότι «ύστερα από δικές μας έντονες και συστηματικές προσπάθειες, ύστερα από σωρεία επιστολών προς τον ΓΓ έχει γίνει κατορθωτό να συναντηθούμε με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη μέσα σε ένα καλό κλίμα και να πω ότι έφτασε η ώρα να προβληματιστούμε όλοι πού οδηγούμαστε επιτέλους».

«Ως αποτέλεσμα εκείνης της συνάντησης – δεν θα πω ότι υπήρξε σύμπτωση θέσεων όσον αφορά τα βασικά συστατικά της λύσης του Κυπριακού – υπήρξε τουλάχιστον μια διάθεση να ενθαρρύνουμε τον ΓΓ, να ενθαρρύνουμε τον διεθνή παράγοντα, έτσι ώστε να επαναληφθεί ο διάλογος» είπε.

Εξέφρασε παράλληλα την ελπίδα ότι «επιτέλους θα επικρατήσει η λογική σε όσους έκνομα προκαλούν αυτή την περίοδο, όχι την Κύπρο, αλλά τον διεθνή παράγοντα, παραβιάζοντας το διεθνές και το ευρωπαϊκό δίκαιο, περιφρονώντας αρχές του διεθνούς δικαίου, καθορίζοντας κατά το δοκούν τι εστί διεθνές δίκαιο».

«Θέλω να ελπίζω ότι στην προσπάθεια μας αυτή θα έχουμε τη συνδρομή και συμβολή όλων όσοι ενδιαφέρονται πραγματικά για την ειρήνη, των εταίρων μας στην Ευρώπη και του διεθνούς οργανισμού», συνέχισε.

Είπε ακόμη ότι «δεν ζούμε με ψευδαισθήσεις» όμως δεν παύουμε να προσπαθούμε δημιουργώντας συμμαχίες και συνέργειες με γειτονικά κράτη, να στείλουμε το μήνυμα πως «ο φυσικός πλούτος είναι άλλη μια αφορμή για ειρηνική συνύπαρξη και όχι για διαφορές, αρκεί να υπάρχει ο σεβασμός προς το διεθνές δίκαιο».

Στην ομιλία του, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης αναφέρθηκε σε φωνές που λένε πως τάχα η δική μας πλευρά δεν πράττει όσα έπρεπε να πράξει. Διερωτήθηκε ακολούθως αν αναλογίζεται ο κάθε ένας και όσοι εκφράζουν προβληματισμό «αν τα τελευταία 45 χρόνια αμέλησαν οι προκάτοχοί μου ή αν η ελληνοκυπριακή πλευρά είναι εκείνη που φέρει την ευθύνη για τη μη λύση του κυπριακού προβλήματος. Ποιοι είναι εκείνοι που θέλουν να επιστρέψουν περισσότερο από κάθε άλλον στις πατρογονικές τους εστίες; Δεν είναι οι Ελληνοκύπριοι;».

Αναφέρθηκε επίσης στην αδιαλλαξία της Τουρκίας ενώ είπε ότι αυτά που καταγράφονται αυτή την περίοδο στην περιοχή, «οι προκλήσεις και η εισβολή ουσιαστικά στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν είναι δείγματα καλής θέλησης κράτους που διαδραματίζει τον σημαντικό ρόλο στις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού».

«Δεν είναι οι τουρκοκυπριακές δυνάμεις που κατέχουν τον βορρά, είναι οι τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις που είναι παρούσες, με αξίωση μάλιστα να παραμείνουν παρούσες και μετά τη λύση» συνέχισε.

Είπε ακόμη ότι δεν είναι η εγγυήτρια Ελλάς ή η Αγγλία που δημιουργούν τα προβλήματα, «αλλά η εγγυήτρια Τουρκία που θέλει να συνεχίσει και να παραμείνει, είναι οι αξιώσεις αντί της πολιτικής ισότητας για πολιτική ανισότητα, κάτι που δεν επιτρέπει την προοπτική και το μέλλον».

Πρόσθεσε ότι κάποιοι μιλούν για πολιτική ισότητα και παραδέχονται ότι δεν σημαίνει αριθμητική ισότητα, ενώ την ίδια ώρα θέλουν να έχουν μια θετική ψήφο για κάθε απόφαση της κεντρικής κυβέρνησης, αλλά και των θεσμών του κεντρικού κράτους. «Και διερωτάται κανείς, αυτό είναι αριθμητική ή όχι, εξίσωση; Είναι ή όχι η μειοψηφία που θα κυβερνά την πλειοψηφία, αφού χωρίς τη δική της θετική ψήφο δεν θα μπορεί να ληφθεί οποιαδήποτε απόφαση;» είπε.

Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης καλωσόρισε εξάλλου τους νέους που συμμετέχουν στο Συνέδριο ενώ διαβεβαίωσε ότι θα συνεχιστεί με το ίδιο πάθος η προσπάθεια για να εξευρεθεί μια λύση που θα δικαιώνει το αίσθημα της αδικίας που έχει προκληθεί ως αποτέλεσμα της προδοσίας και της τουρκικής εισβολής του 1974.