Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «ΚΑΔΜΟΣ» το βιβλίο με τίτλο «Ιδού ο λογαριασμός κ. Μέρκελ : 300 δις ευρώ απ’ τα Κατοχικά δάνεια» του οικονομολόγου – ιστορικού αναλυτή Τζανέτου (Τζανή) Γκούσκου.

Ο συγγραφέας ανατρέχοντας στα ιστορικά δεδομένα της κατοχικής περιόδου 1941 – 1944, ειδικότερα στις ενδιάμεσες συμφωνίες που μεσολάβησαν μεταξύ Ελλάδας, Γερμανίας και Ιταλίας, καθώς και στη σχετική βιβλιογραφία (πάνω από 100 αναφορές ελλήνων και ξένων αναλυτών, μεταξύ αυτών και απ΄τα επίσημα αρχεία της Τραπέζης της Ελλάδος) καταγράφει αναλυτικά τα μεγέθη (σε μετρητά, προϊόντα κλπ αξίες) που κατέβαλε η Ελλάδα στις κατοχικές δυνάμεις και αποδεικνύει με τρεις διαφορετικές μεθοδολογίες υπολογισμών τη σημερινή τους αξία, που ανέρχεται κατά μέσο όρο στα 300 δις ευρώ.

Παράλληλα αναδεικνύει (από επίσημα έγγραφα και μαρτυρίες) τη διαδικασία που μεσολάβησε εν μέσω της κατοχής, για την επιστροφή κάποιων ‘δόσεων’- μέσω ‘επιταγών’ – από τη πλευρά των Γερμανών και αποδεικνύει – σε αντίθεση με όλους σχεδόν τους ιστορικούς – ότι οι επιταγές αυτές ήταν ακάλυπτες. Ακόμα αποδεικνύεται ότι, η λιμοκτονούσα Ελλάδα, εν μέσω της Κατοχής, επιδοτούσε τον τιμάριθμο στη Γερμανία, δηλ. τις μειωμένες τιμές που απολάμβανε ο γερμανός καταναλωτής. Αυτό επετεύχθη μέσω της συμφωνίας κλήριγκ, όπου τα εξαγόμενα από την Ελλάδα στη Γερμανία προϊόντα τιμολογούνταν σε τιμές του 1938, ενώ τα εισαγόμενα από τη Γερμανία προϊόντα χρεώνονταν στην Ελλάδα υπερτιμολογημένα κατά 300%. Το υπερτίμημα (τη διαφορά των τιμών) το παρακρατούσε ως ‘πίστωση’ η Γερμανία και μείωνε μέσα απ’ αυτό τις τιμές των ελληνικών προϊόντων που διατίθεντο στη γερμανική αγορά.

Συμπληρωματικά αναφέρονται οι κυριότερες εκτιμήσεις ελλήνων και ξένων αναλυτών όσον αφορά τον προσδιορισμό των Κατοχικών δανείων και γίνονται αναλύσεις ως προς τα στοιχεία και τη μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε κατά περίπτωση. Μεταξύ αυτών αναφέρονται οι Ι. Λαμπρούκος (1944), Α. Σμπαρούνης (1945), ΤτΕ (1944, 1946, 1963), Σ. Γκοτζαμάνης (1952), Αγγ. Αγγελόπουλος (1945, 1964, 1994), Π. Δερτιλής (1964), Σ. Χατζηκυριάκος (1964), Sven Felix Kellerhoff (2011), Albrecht Ritschl (2011), K.H. Roth (2011), Jacques Delpla (2011), Hagen Fleischer (2012).

Ενδιάμεσα, γίνεται αναφορά στο ιστορικό πλαίσιο που διαμορφώθηκε μετά το ΙΙ Παγκόσμιο Πόλεμο σε σχέση με τις υποχρεώσεις των δυνάμεων του Άξονα (αποζημιώσεις, επανορθώσεις, δάνεια), καθώς και στις ενέργειες που έγιναν από ελληνικής πλευράς ως προς τη διεκδίκησή τους. Παράλληλα καταγράφονται οι αιτιάσεις και αρνήσεις της Γερμανίας να παραδεχθεί τις οφειλές της και να τις τακτοποιήσει. Στη συνέχεια, αναλύοντας εκτενώς τα σημερινά οικονομικά μεγέθη Ελλάδας και Γερμανίας, καταγράφεται η πρόταση και οι ενέργειες που πρέπει να γίνουν όσον αφορά τη στρατηγική διεκδίκησης των Κατοχικών δανείων, καθώς και των ενδεχόμενων επιπτώσεων που θα υπάρξουν, τόσο στη θετική όσο και στην αρνητική έκβαση της διεκδίκησης, συσχετίζοντας με το διεθνή περίγυρο και τις τρέχουσες εξελίξεις στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία.

Ο συγγραφέας αποδεικνύει ότι το σημερινό δημόσιο χρέος της Ελλάδας (320 δις) αναλογεί σε τιμές παρούσας αξίας στο 40% της ονομαστικής του αξίας (130 δις) και μπορεί ν’ αποσβεσθεί κατά 100% από την οφειλή της Γερμανίας προς την Ελλάδα χωρίς να διακινδυνεύσει η Γερμανική οικονομία. Προχωρώντας δε σε μια ανάλυση του χρέους των χωρών της ευρωζώνης, καθώς και του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, διατυπώνει τη βεβαιότητα ότι δεν συμφέρει κανέναν η χρεοκοπία της Ελλάδας, δεδομένου ότι θα προκαλούσε ανεξέλεγκτες επιπτώσεις (θα ξεπεράσουν τα 15 τρις) που θα οδηγήσουν το ευρώ και την ευρωζώνη σε άμεση κατάρρευση.

Αναπόφευκτα, μέσα από τη παρούσα εργασία, θα γίνουν συχνές αναφορές στις οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες που επικρατούσαν πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την Κατοχή στην Ελλάδα. Επίσης θα γίνουν αναφορές και σε πρόσωπα – ‘ονόματα’ που πρωταγωνίστησαν στη πολιτική σκηνή και χειρίστηκαν κρίσιμα θέματα για την υπόσταση της οικονομίας και την πορεία της μεταπολεμικής Ελλάδας.

Για πολλά απ’ αυτά τα πρόσωπα – ‘ονόματα’, θ’ αποκαλυφθούν οι ρόλοι τους, είτε ως συνεργάτες των κατακτητών, είτε ως εντολοδόχοι των αγγλο-αμερικανών αργότερα στον εμφύλιο. Πολλοί απ΄ αυτούς έκτοτε, θα συνεχίσουν να επηρεάζουν αποφασιστικά μέχρι τις μέρες μας, την πολιτική και οικονομική ζωή της χώρας. Οι ίδιοι, καθώς και τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους, γίνανε ‘αξιοσέβαστοι’ οικονομικοί παράγοντες, βουλευτές, υπουργοί και πρωθυπουργοί.

Εν μέσω των περίεργων συμπτώσεων που μεσολάβησαν στη περίοδο της Κατοχής, και αναζητώντας τις ρίζες του δοσιλογισμού στην ιστορία της νεώτερης Ελλάδας, θ’ αποκαλυφθεί μέσα από την έρευνα αυτή πως, ότι συμβαίνει σήμερα δεν είναι τυχαίο. Σε κάποια περίπτωση, το γενεαλογικό δέντρο ενός υψηλού αξιωματούχου των κατοχικών κυβερνήσεων (και εκπροσώπου της Ζήμενς), φτάνει μέχρι την επανάσταση του 1821. Ήταν τον Απρίλιο του 1824, όταν ο προπάππος του, ως ψευδομάρτυρας του Μαυροκορδάτου, συκοφαντούσε σε δικαστήριο του Μεσολογγίου το Γιώργο Καραϊσκάκη για προδοσία.

Παράλληλα και προς αποκατάσταση της ιστορικής μνήμης, θα γίνουν αναφορές στις κορυφαίες μορφές της Εθνικής Αντίστασης – τιμής ένεκεν – που υπέγραψαν με τον αγώνα και το αίμα τους την ανεξαρτησία και αξιοπρέπεια της χώρας. Τέλος ο συγγραφέας, αντιλαμβανόμενος το μέγεθος της συλλογικής προσπάθειας που απαιτείται για τη διεκδίκηση των Κατοχικών δανείων (συμπεριλαμβανομένων και των πολιτιστικών θησαυρών που εκλάπησαν απ’ τους ναζί), θ’ απευθύνει μια πρόσκληση στους αναγνώστες του βιβλίου για συμμετοχή στον υπέρ πάντων αγώνα : «Αγώνα για τη διαγραφή του επονείδιστου χρέους, αγώνα για την αποτίναξη της κλεπτοκρατίας, αγώνα για την αξιοπρέπεια και ανασύνταξη της Χώρας. Αγώνα ν’ αντιστρέψουμε το χρέος της ντροπής σε Χρέος Τιμής όλων μας».

Ο συγγραφέας παρουσιάζει το βιβλίο: