Οδηγήσαμε το πετρελαιοκίνητο Juke της Nissan σε πραγματικές συνθήκες κίνησης, μεταξύ Αθήνας, Πελοποννήσου και Ηπείρου, γράφοντας στο οδόμετρο περισσότερα από 3.000 χιλιόμετρα…
Newsroom
05.09.2013 | 16:12
UPD:05.09.2013, 16:12
Οδηγεί ο Λουκάς Παπαλάμπρος
Οδηγήσαμε το πετρελαιοκίνητο Juke της Nissan σε πραγματικές συνθήκες κίνησης, μεταξύ Αθήνας, Πελοποννήσου και Ηπείρου, γράφοντας στο οδόμετρο περισσότερα από 3.000 χιλιόμετρα. Μια δοκιμή μακράς διαρκείας, μέσω της οποίας διαπιστώσαμε όλα τα προτερήματα και μειονεκτήματα του αμφιλεγόμενου αυτού μοντέλου.
Αναμφισβήτητα το πιο εκκεντρικό σχεδιαστικά αυτοκίνητο
Ή το λατρεύεις ή όχι
Το Juke είναι το αυτοκίνητο που ουσιαστικά ίδρυσε την κατηγορία των μικρών σπορ crossover. Η τολμηρή ή καλύτερα εκκεντρική σχεδίασή του αποτέλεσε ένα στοίχημα για τη Nissan, το οποίο για άλλους έχασε και για άλλους κέρδισε. Προσωπικά, θεωρώ ότι η ιαπωνική φίρμα βγήκε κερδισμένη από το συγκεκριμένο μοντέλο, μόνο και μόνο γιατί ακόμα και τώρα καταφέρνει να προκαλεί ντόρο γύρω από το όνομά του. Είναι ίσως το μοναδικό αυτοκίνητο που όλοι προσέχουν και παρατηρούν. Κεντρίζει άμεσα το ενδιαφέρον και σε κάνει είτε να το λατρέψεις από την πρώτη στιγμή είτε καθόλου. Δεν υπάρχει μέση λύση και αυτό είναι το κέρδος του.
Στις αρχές Αυγούστου πήραμε από την ελληνική εισαγωγική εταιρεία ένα Juke, το οποίο εφοδιαζόταν με τον πετρελαιοκινητήρα 1,5 dCi της Renault. Η επιλογή καθόλου τυχαία, καθώς πρόκειται για ένα από τα καλύτερα μηχανικά σύνολα που κυκλοφορούν στην αγορά. Έναν μήνα μετά, το επιστρέψαμε πίσω έχοντας καλύψει διαδρομές στους πιο απαιτητικούς δρόμους της Ελλάδας. Συνεχείς μετακινήσεις με πλήρες φορτίο και συνήθως τέσσερις επιβαίνοντες, πορτ-μπαγκάζ όπου δεν έπεφτε ούτε καρφίτσα ανάμεσα στις αποσκευές, ακόμα και σπασμένο ελαστικό τη μέρα του Δεκαπενταύγουστου.
Από την πρωτεύουσα στην περιφέρεια
Τις πρώτες μέρες κινηθήκαμε στην πόλη, δηλαδή στο φυσικό του περιβάλλον. Χάρη στις συμπαγείς διαστάσεις, είναι εξαιρετικά ευέλικτο και ευχάριστο, περνά μέσα από τα στενά χωρίς να «προβληματίζεται», παρκάρει εύκολα και λόγω της υψηλής θέσης οδήγησης προσφέρει στον οδηγό άπλετη ορατότητα προς κάθε κατεύθυνση. Ο diesel κινητήρας των 110 ίππων εμφανίζει κάποιους κραδασμούς και θορύβους στο ρελαντί, αλλά ανεβάζοντας στροφές αποκτά πιο φιλικό χαρακτήρα και δεν ενοχλεί σε καμία περίπτωση.
Στη συνέχεια αποφασίσαμε να μεταβούμε προς την Ήπειρο και πιο συγκεκριμένα προς την Άρτα και την Πρέβεζα. Μια τετράωρη περίπου διαδρομή σε έναν από τους πιο κακοφτιαγμένους δρόμους της χώρας, αφού πρέπει να περάσεις από την Αθηνών-Πατρών ή καλύτερα από το σύγχρονο «Γεφύρι της Άρτας», το οποίο ολημερίς χτίζανε και το βράδυ γκρεμιζόταν. Όχι, βέβαια, ότι αυτός από τη γέφυρα του Ρίου και πάνω είναι καλύτερος, αλλά τουλάχιστον δεν θεωρείται εθνική οδός. Με τέσσερις επιβάτες και αποσκευές, το Juke θαρρείς και θα «έσκαγε», αφού ούτε οι πίσω θέσεις είναι βολικές ούτε το πορτ-μπαγκάζ μεγάλο. Για να χωρέσουν οι βαλίτσες, αναγκαστήκαμε να αφαιρέσουμε το ειδικό κάλυμμα πάνω από τον χώρο όπου είναι η ρεζέρβα και να βάλουμε πράγματα σε κάθε πιθανή και απίθανη θέση.
Σπορτίφ προσανατολισμός
Στο απαιτητικό αυτό οδικό δίκτυο, το Juke μας εξέπληξε ευχάριστα με την οδική του συμπεριφορά. Είναι πολύ σταθερό στον δρόμο -τόσο στην ευθεία όσο και στις στροφές- και, παρά το υπερυψωμένο αμάξωμα, δεν εμφανίζει κλίση ακόμα και αν το πιέσεις λίγο παραπάνω. Επιπλέον, δεν ακούγονται καθόλου τριγμοί στο εσωτερικό έπειτα από καταπόνηση, γεγονός που συμβάλλει σε ένα πιο ευχάριστο ταξίδι. Το μοτέρ συνδυάζεται ιδανικά με το εξάρι μηχανικό κιβώτιο και δίνει την αίσθηση ότι έχει μεγαλύτερη δύναμη απ’ ό,τι πραγματικά, χάρη και στη ροπή των 240 Nm. Βέβαια, σε τόσο κακοφτιαγμένους δρόμους, με λακκούβες που θυμίζουν «κρατήρες», το να σκάσει κάποιο από τα ελαστικά δεν είναι απίθανο, κάτι το οποίο συνέβη στην περίπτωσή μας. Όσο για την κατανάλωση καυσίμου, σε μικτές συνθήκες κυμαίνεται περίπου στα 5,5-5,7 λίτρα ανά 100 χιλιόμετρα, αριθμός ιδιαίτερα ικανοποιητικός.
Ναι ή όχι;
Η εμφάνιση του Juke -αρέσει δεν αρέσει- είναι ένα από τα προτερήματά του. Στο εσωτερικό, το τούνελ της κεντρικής κονσόλας, που θυμίζει ρεζερβουάρ μοτοσικλέτας, εκτός από μοντέρνο, είναι προσεγμένο και πρακτικό. Οι χώροι του από την άλλη δεν μπορούν να χαρακτηριστούν προτέρημα, ιδίως στα πίσω καθίσματα και στο πορτ-μπαγκάζ. Στον δρόμο είναι σπορτίφ και ευχάριστο, με τον κινητήρα 1,5 dCi να είναι το μεγάλο του ατού, καθώς προσφέρει επιδόσεις και οικονομία. Όσο για την τιμή των 16.480 ευρώ, ακούγεται υψηλή σε σχέση με τα 13.590 της βενζινοκίνητης έκδοσης, αλλά έχει όλο το πακέτο για να τη δικαιολογήσει.