του Νίκου Βιτσιλάκη

H σχέση της αμερικανικής φίρμας με τις ασιατικές αγορές δεν είναι καινούργια: ήδη από το 2010 έχει στήσει στην Ινδία μια μονάδα συναρμολόγησης μοτοσυκλετών, ενώ από το 2014 κατασκευάζει εκεί -και εξ ολοκλήρου- τα μοντέλα Street 500 (για την τοπική αγορά) και 750 (για όλο τον κόσμο).

Το εργοστάσιο από το Wisconsin δημοσιοποίησε την απόφασή του να μπει στην τεράστια αγορά της Κίνας και ο Δούρειος Ίππος που θα το οδηγήσει στην επιτυχία ονομάζεται… Qianjiang. Ναι, καλά καταλάβατε, το κινεζικό εργοστάσιο που -μεταξύ άλλων- έχει την ευθύνη για την παραγωγή των μοτοσυκλετών με το λογότυπο Benelli είναι αυτό που πήρε την εντολή να βγάλει στην παραγωγή έναν κλώνο του μοντέλου BN 302 της πάλαι ποτέ ιταλικής φίρμας (αυτή η μόδα να εξαγοράζονται θρυλικοί τίτλοι από Ασιάτες κατασκευαστές του σωρού έχει αρχίσει να γίνεται ενοχλητική).

Πρόκειται για μια γυμνή μοτοσυκλέτα δρόμου με δικύλινδρο, υγρόψυκτο, τετραβάλβιδο κινητήρα 300cc με δύο εκκεντροφόρους, o οποίος στην περίπτωση του μοντέλου με το λογότυπο H-D στο ρεζερβουάρ θα αποκτήσει αυξημένη χωρητικότητα (338cc), πιθανά και ιπποδύναμη (πάνω από 40Hp). Κατά τα λοιπά, το «νέο» μοντέλο δεν θα είναι και τόσο νέο, αφού πλαίσιο, υποπλαίσιο, ανάρτηση, φρένα, ψαλίδι, ζάντες και ηλεκτρικά θα είναι πανομοιότυπα με το ΒΝ 302. Διαφοροποιήσεις θα υπάρχουν στα πλαστικά, στο ρεζερβουάρ, στα φωτιστικά σώματα και σε μικρολεπτομέρειες, απογοητεύοντας όλους όσοι πίστευαν ότι θα βλέπαμε κάτι πραγματικά ενδιαφέρον από τον Αμερικανό κατασκευαστή.

Το όνομα του μικρού Harley δεν έχει γίνει ακόμα γνωστό, η μητέρα εταιρεία ανακοίνωσε πάντως ότι θα είναι στη διάθεση των υποψήφιων αγοραστών κατά τα τέλη του 2020. Σε πρώτη φάση θα κυκλοφορήσει στην αγορά της Κίνας και αμέσως μετά θα επεκταθεί και στις υπόλοιπες, αρχής γενομένης από την ινδική (λογικό, η αγορά εκεί είναι η μεγαλύτερη στον πλανήτη). Θέλουμε να πιστεύουμε πως η μοτοσυκλέτα που θα παρουσιάσουν, πιθανώς στην ερχόμενη έκθεση του Μιλάνου τον Νοέμβριο, δεν θα έχει την ποιότητα κατασκευής των κινεζικών Benelli και πως θα σταθεί στο ύψος των απαιτήσεων ενός κοινού που ψάχνει για κάτι «καλό». Ενός κοινού που ξέρει ότι θα πληρώσει αρκετά παραπάνω και πως ανεξάρτητα από τα κυβικά του κινητήρα θέλει να υπερηφανεύεται για την ποιότητα του «δικού» του Harley. Ο Αμερικανός κατασκευαστής, πάντως, δεσμεύτηκε με δηλώσεις του πως η μοτοσυκλέτα στην τελική της μορφή θα έχει ξεχωριστή εμφάνιση και… ήχο!

Δεν είναι η πρώτη φορά

Η συνεργασία της Harley-Davidson με τρίτους κατασκευαστές για την κατασκευή μοτοσυκλετών μικρού κυβισμού δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο. Αντίθετα, ο χρόνος μάς πάει πολύ πίσω, στο 1961 συγκεκριμένα, όταν και ο Αμερικανός κατασκευαστής εξαγόρασε το 50% της ιταλικής Aermacchi και της ανέθεσε την παραγωγή μοντέλων 50 έως 350cc. Αυτό συνεχίστηκε και από το 1978 και μετά, όταν και οι αδελφοί Καστιλιόνι πήραν στα χέρια τους την Aermacchi και τη μετονόμασαν σε Cagiva, διατηρώντας την έδρα της εταιρείας στο Βαρέζε. Ο τότε αντιπρόσωπος της H-D στην Ελλάδα έκανε «χρυσές» δουλειές, διαθέτοντας στην εγχώρια αγορά μονοκύλινδρα μοντέλα με δίχρονους κινητήρες 250 και 350cc. Ήταν τα «στρητάδικα» SST και τα διπλής χρήσης SXT, μοτοσυκλέτες που περισσότερο διακρίθηκαν για την αξιοπιστία παρά για τις επιδόσεις τους.