Θύελλα αντιδράσεων έχει προκαλέσει η αποκάλυψη, πως η VW τοποθέτησε εσκεμμένα ένα ειδικό λογισμικό στα αυτοκίνητά της, το οποίο επέτρεπε τη μείωση των εκπομπών ρύπων των κινητήρων diesel, κατά τη διάρκεια των δοκιμών καυσαερίων.

Σύμφωνα με την Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος (EPA) των ΗΠΑ, σχεδόν 500.000 αυτοκίνητα παραγωγής από 2009 έως 2015, είχαν εγκατεστημένα το παράνομο λογισμικό, γνωστό και ως defeat device». Η συσκευή ήταν προγραμματισμένη με τέτοιο τρόπο, ώστε να ανιχνεύει πότε τα αυτοκίνητα περνούσαν από την επίσημη δοκιμή εκπομπών ρύπων, μειώνοντας στο ελάχιστο τις τιμές CO2.

Αντίθετα, σε κανονικές συνθήκες κίνησης τα αυτοκίνητα ρύπαιναν έως και 40% πάνω από το επιτρεπόμενο όριο, προκαλώντας κρίσης άσθματος στους ανθρώπους και άλλα αναπνευστικά νοσήματα. Τα πετρελαιοκίνητα οχήματα που συνδέονται με το σκάνδαλο, είναι τα VV Jetta, Beetle και Golf παραγωγής 2009-2014, το Passat παραγωγής 2014-2015 και το Audi A3 παραγωγής 2009-2015.

Η VW Αμερικής προχώρησε άμεσα στην ανάκληση 482.000 μονάδων που τροφοδοτούνται με τον 2.0 TDI κινητήρα και έφεραν το παράνομο λογισμικό. Η ανάκληση υπολογίζεται ότι θα κοστίσει στην εταιρεία περίπου 16 δις ευρώ, με την ERA να μην αποκλείει την επιβολή αστικών ποινών και ασφαλιστικών μέτρων για τις παραβάσεις. 

Ο ισχυρός άνδρας του VW Group, Martin Winterkorn, παραδέχθηκε ότι εντοπίστηκαν από τις αρμόδιες υπηρεσίες μηχανισμοί που παραβιάζουν τις αμερικανικές περιβαλλοντικές προδιαγραφές. « Το Διοικητικό Συμβούλιο της VW AG έχει λάβει τα ευρήματα αυτά πολύ σοβαρά. Εγώ προσωπικά λυπάμαι βαθύτατα που σπάσαμε την εμπιστοσύνη των πελατών μας και του κοινού μας. Θα συνεργαστούμε πλήρως με τις αρμόδιες υπηρεσίες, με διαφάνεια και σαφήνεια, ώστε να ξεκαθαρίσουμε την υπόθεση. Μάλιστα, θα γίνει και εξωτερική έρευνα για το συγκεκριμένο θέμα.

Δεν ανεχόμαστε και δεν θα ανεχτούμε παραβιάσεις κάθε είδους ή των εσωτερικών κανονισμών μας ή του νόμου. Η εμπιστοσύνη των πελατών μας και το κοινό, είναι, και εξακολουθεί να είναι, το πιο σημαντικό περιουσιακό μας στοιχείο. Θα κάνουμε ότι πρέπει προκειμένου να αποκαταστήσουμε την εμπιστοσύνη που τόσοι πολλοί άνθρωποι έχουν εναποθέσει σε μας. Θα κάνουμε ό, τι είναι απαραίτητο, προκειμένου να αντιστραφεί η βλάβη που έχει προκληθεί από το συγκεκριμένο θέμα. Είναι η πρώτη προτεραιότητα για μένα, προσωπικά, αλλά και για ολόκληρο το Διοικητικό Συμβούλιο», ανέφερε στην ανακοίνωσή του ο CEO του  γερμανικού group.

Επιμέλεια: Λουκάς Παπαλάμπρος