Η έναρξη του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου άλλαξε άρδην τα φιλόδοξα σχέδια της εταιρείας. Όπως οι περισσότερες ιταλικές βιομηχανίες, η Alfa Romeo μετατράπηκε σε πολεμική βιομηχανία και οι εγκαταστάσεις της βομβαρδίστηκαν επανειλημμένως από τις Συμμαχικές Δυνάμεις (το εργοστάσιο στο Portello διέκοψε οριστικά τη λειτουργία του μετά την καταστροφή που υπέστη στις 20 Οκτωβρίου του 1944).

Η Alfa Romeo επαναλειτούργησε τον Απρίλιο του 1945, μετά την υπογραφή της συνθηκολόγησης της Ιταλίας, αλλά όλες οι εγκαταστάσεις της Alfa Romeo είχαν υποστεί σημαντικές ζημιές. Δεν υπήρχαν πρώτες ύλες και εξαρτήματα για την κατασκευή κινητήρων αεροσκαφών, λεωφορείων ή επιβατικών αυτοκινήτων. Έτσι, οι οκτώ χιλιάδες εργαζόμενοι του εργοστασίου στο Portello άρχισαν την κατασκευή ηλεκτρικών συσκευών, μεταλλικών επίπλων και κουφωμάτων, με άλλα λόγια, όλων όσα χρειάζονται για την ανοικοδόμηση μιας χώρας.

Η παραγωγή αυτοκινήτων ξεκίνησε πάλι μόλις το 1946. Το προπολεμικό «6C 2500» άρχισε και πάλι να παράγεται, ενώ όσες «158» είχαν διασωθεί από τα χαλάσματα του πολέμου άρχισαν να τρέχουν και πάλι σε αγώνες. Νέες εκδόσεις (Freccia d’ oro και Villa d’ Este) ξεκίνησαν να παράγονται, ενσωματώνοντας έναν καινοτόμο επιλογέα ταχυτήτων, τοποθετημένο στην κολόνα του τιμονιού. Το μοντέλο «1900», η πρώτη Alfa Romeo με αυτοφερόμενο αμάξωμα, σχεδιάστηκε το 1950 από τον Orazio Satta Puliga (που είχε προσληφθεί από την εταιρεία το 1938) και η πρώτη σύγχρονη γραμμή παραγωγής ξεκίνησε να λειτουργεί στο Portello. Οι νίκες στους αγώνες πολλαπλασιάστηκαν. Η κυριαρχία των Alfa 158 ήταν απόλυτη και ο Nino Farina κέρδισε τον τίτλο του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Formula 1 το 1950.

Την επόμενη χρονιά, ήταν η σειρά του θρυλικού Juan Manuel Fangio, που κατέκτησε το δεύτερο πρωτάθλημα πίσω από το τιμόνι μιας Alfa Romeo 159, με τον πιο δυνατό κινητήρα 1.500 κ.εκ. που είχε ποτέ κατασκευαστεί με απόδοση 425 ίππων και τελική ταχύτητα πάνω από 300 χιλιόμετρα την ώρα. Αμέσως μετά, η Alfa Romeo αποφάσισε να αποχωρήσει από τους αγώνες Grand Prix, αλλά συνέχισε να συμμετέχει στη Sport κατηγορία με την «1900 Disco Volante», ένα αυτοκίνητο σε σχήμα ιπτάμενου δίσκου, ικανού να φτάνει μέγιστη ταχύτητα 225 χιλιομέτρων την ώρα. Στο μεταξύ, η εταιρεία επικεντρώθηκε στην παραγωγή επιβατικών αυτοκινήτων, βαρέων οχημάτων, κινητήρων αεροσκαφών και πλοίων καθώς και πετρελαιοκινητήρων για βιομηχανικές εφαρμογές. Σε συνέχεια της αναδιάρθρωσης του IRI, το 1948, η Alfa Romeo πέρασε υπό τον έλεγχο της εταιρείας Finmeccanica.
Το 1954, παρουσιάστηκε η «Giulietta Sprint». Αυτό το μοντέλο, μαζί με τις «Spider» (1955) και «Βerlina» (1955) έμελλε να αποτελέσουν αυτοκίνητα-σταθμό όχι μόνο για την ιστορία της Alfa Romeo. Έθεσε νέες παραμέτρους (ήταν το πρώτο αυτοκίνητο παραγωγής με κινητήρα δύο εκκεντροφόρων κατασκευασμένων από αλουμίνιο) και ενσωμάτωνε τη θέληση μιας ολόκληρης χώρας, να αφήσει πίσω της τα πέτρινα χρόνια του πολέμου. Επιπρόσθετα, ενίσχυε την εικόνα της Alfa Romeo ως ενός μεγάλου κατασκευαστή αυτοκινήτων. Το 1960, ξεκίνησε με την επιτυχία της «Giulia», που εξέλισσε τη φιλοσοφία της προγενέστερης «Giulietta» σε νέα επίπεδα, αναγκάζοντας την Alfa Romeo να επεκτείνει τη γραμμή παραγωγής, ξεκινώντας μια νέα μονάδα στο Arese κοντά στο Μιλάνο.

Στο τέλος της μακράς και ένδοξης καριέρας της, οι «Giulia», «Giulia Sprint GT» (1964), «1600 Spider Duetto» (1966) και «1750”», σε εκδόσεις σεντάν, κουπέ και σπάιντερ, άγγιξαν το σημαντικό στόχο του ενός εκατομμυρίου κατασκευασμένων μονάδων. Οι αγωνιστικές δραστηριότητες συνεχίστηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας. Ιδρύθηκε η αγωνιστική ομάδα Autodelta και η Alfa Romeo σημείωσε νίκες σε όλο τον κόσμο με τις «Giulia TZ» (1963), «TZ 2» (1965), «Giulia GTA» (1965) και «33» (από το ’69 ως το ’71).

Η δεκαετία του 1960 ήταν μια χρονική περίοδος ανθοφορίας για την Alfa Romeo, καθώς τα αυτοκίνητά της πωλούνταν πια παντού ανά τον κόσμο και οι δεσμοί με την αγορά των ΗΠΑ -ακόμη πολύ σημαντική ως σήμερα- ενισχύθηκαν.

Ο μηχανικός Rudolf Hruska κλήθηκε να σχεδιάσει ένα νέο αυτοκίνητο, την «Alfasud», ένα συμπαγές προσιτό αυτοκίνητο εξοπλισμένο με μια σειρά εξεζητημένων μηχανολογικών λύσεων (τετρακύλινδρος boxer κινητήρας με τοποθέτηση εμπρός) που λανσαρίστηκε το 1971. Η παραγωγή της «Alfetta» ξεκίνησε την επόμενη χρονιά. Αυτό το σπορ σεντάν με τη σύνθετη μηχανολογία του (κινητήρας εμπρός τοποθετημένος κατά τον διαμήκη άξονα, κίνηση πίσω, άξονας «De Dion» πίσω και διαφορικό) έμελλε να γίνει ο ηγέτης στην κατηγορία του για πολλά χρόνια. Η «Alfetta GT» (1974), ακολουθούμενη από τη νέα «Giulietta» (1977), ήταν η ραχοκοκαλιά της παραγωγής του εργοστασίου στο Arese. Στο μεταξύ, η Alfa Romeo κατέκτησε δύο παγκόσμιους τίτλους. Το 1975, με την 33 TT 12 (Πρωτάθλημα Κατασκευαστών), και το 1977 με την 33 SC 12 (Πρωτάθλημα Πρωτότυπων).

Τα προβλήματα που ανέκυψαν τη δεκαετία του ’70 από τις κοινωνικές αναταραχές έγιναν κάτι παραπάνω από αντιληπτά σε ολόκληρη την Ιταλία και την Alfa Romeo. Παρ’ όλα αυτά, η εταιρεία συνέχισε την πορεία ανάπτυξης, προετοιμάζοντας μοντέλα και στρατηγικές για τη δεκαετία που ερχόταν: Η «Alfa 33» αντικατέστησε την «Alfasud» το 1983 και η τόσο σημαντική «Alfetta» αντικαταστάθηκε από τις «Alfa 90» (1984) και «Alfa 75» (1985), ενώ με την τελευταία «Alfetta» η Alfa Romeo γιόρτασε την 75η επέτειο από την ίδρυσή της.

Η εταιρεία «άλλαξε χέρια» ξανά το 1986, για τρίτη φορά στην ιστορία της. Το Fiat Group εξαγόρασε την Alfa Romeo που εκείνη την περίοδο παρουσίαζε την εντελώς νέα «ναυαρχίδα» της, την «164» (1987). Η επιτυχία του μοντέλου θα αναζωογονούσε τόσο την εταιρεία όσο και το εργοστάσιο στο Arese. Το 1992 ήταν η χρονιά της «155», ενός μοντέλου ιδιαίτερα επιτυχημένου στους αγώνες. Η «145» λανσαρίστηκε σε αντικατάσταση της «33» το 1994 και οι σπορ «GTV» και «Spider» έκαναν την εμφάνισή τους την επόμενη χρονιά. Το μοντέλο της αναγέννησης της εταιρείας τη δεκαετία του ’90 ήταν η «156» (1997). Με νέο στυλ και κορυφαίες μηχανολογικές λύσεις (διπλά ψαλίδια εμπρός και κινητήρας πετρελαίου τεχνολογίας common-rail) η 156 ήταν μεγάλη εμπορική επιτυχία, βραβεύτηκε ως «Αυτοκίνητο της Χρονιάς» το 1998, αλλά ήταν και εξαιρετικά επιτυχημένη στον αγωνιστικό στίβο, κατακτώντας πολλές νίκες στο πρωτάθλημα Τουρισμού. Η «166» αντικατέστησε την «164» το 1998, και το 2000 η «147» (επίσης «Αυτοκίνητο της Χρονιάς») αντικατέστησε την «145» και ήταν ακόμα πιο επιτυχημένη από τη «μεγάλη αδελφή» της, την «156». Το φθινόπωρο του 2003 παρουσιάζεται η «GT», ένα τετραθέσιο κουπέ με σχεδίαση που θύμιζε τη θρυλική «Giulietta Sprint». Το 2005, η «159» αντικαθιστά την «156» με εμφανή την εξέλιξη στο στυλ, την εμφάνιση και τις επιλογές κινητήρων και αμαξωμάτων. Την ίδια χρονιά, «γεννιέται» η «Brera» κουπέ, ακολουθούμενη από τη νέα «Spider» το 2006.

Την ίδια χρονιά αποκαλύπτεται η πολυαναμενόμενη «8C Competizione», ένα κουπέ υπερυψηλών επιδόσεων, με σχεδίαση που την κατέστησε αμέσως ένα διαχρονικά κλασικό μοντέλο. Μόνο 500 μονάδες παρήχθησαν και αυτό το super car αποκτήθηκε από συλλέκτες και μια χούφτα τυχερών ιδιοκτητών. Ο κύκλος, όμως, δεν έκλεισε εκεί. Το 2008, λανσαρίστηκε η «8C Spider» που διατηρούσε τις ίδιες μηχανολογικές λύσεις και το υψηλό επίπεδο επιδόσεων της κουπέ. Την ίδια χρονιά, λανσαρίστηκε η Alfa Romeo MiTo.

Τώρα είναι η σειρά της εντελώς νέας «Giulietta» να αναζωογονήσει την παρουσία της Alfa Romeo σε μια από τις πιο σημαντικές κατηγορίες αυτοκινήτων στην Ευρώπη. Με την επέτειο των 100 χρόνων της εταιρείας, το όνομα «Giulietta» αποτίει φόρο τιμής σε έναν αυτοκινητικό θρύλο που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ιστορία της Alfa Romeo.