Τις τελευταίες μέρες, πολλά γράφονται, πολλά ακούγονται, πολλά εννοούνται… αλλά για όλα αυτά που έχουν ουσία, κυριαρχεί ή η σιωπή ή η αποσιώπηση!

Έχουμε εισέλθει ως χώρα στην δύνη της κρίσης, δειλά δειλά, από το 2009, αλλά κανείς δεν ήθελε να το αποδεχθεί… Κάποιοι είναι βέβαιοι ότι ο Παπανδρέου ενήργησε δολίως και έβαλε τη χώρα στην περιπέτεια του Μνημονίου γιατί εξυπηρετούσε συμφέροντα, εγχώρια, ξένα, ίσως και οικογενειακά. Μέχρι, όμως, να αποδειχθεί κάτι τέτοιο, πέραν πάσης αμφιβολίας θα περιοριστώ στις πολιτικές ευθύνες του ΓΑΠ.

• Καθυστέρησε να συνειδητοποιήσει το μέγεθος της κρίσης. Δέσμιος της γραμμής του «λεφτά υπάρχουν», η γενέθλια πράξη της κυβέρνησής του ήταν η χορήγηση της πρώτης δόσης του επιδόματος αλληλεγγύης με το σκεπτικό ότι «το είχαμε υποσχεθεί». Άλλη δόση δε δόθηκε, ωστόσο αυτή η κίνηση έπεισε και τους πιο επιεικείς εκ των εταίρων μας ότι η διοίκηση Παπανδρέου… ήταν αλλού!

• Απαιτήθηκαν οκτώ ολόκληροι μήνες για να στελεχωθούν κρίσιμα πόστα της κρατικής μηχανής (γενικοί γραμματείς υπουργείων, Διοικητές νοσοκομείων, κλπ). Η ξεχαρβαλωμένη δημόσια διοίκηση αφέθηκε χωρίς μανουαλ λειτουργίας…

• Δεν είχε σχέδιο έκτακτης ανάγκης. Το πρώτο διάστημα δεν πήρε κανένα μέτρο δημοσιονομικής εξυγίανσης, με αποτέλεσμα η κρίση να απλωθεί παντού.

• Δαιμονοποίησε το Δ.Ν.Τ, λέγοντας ότι όπου επενέβη προκάλεσε τεράστιες ζημιές στην οικονομία, συρρίκνωσε τα εισοδήματα και ξεθεμελίωσε τα συστήματα πρόνοιας. Αυτά τα επιχειρήματα διακινούσε, ακόμη και την περίοδο που συζητούσε μυστικά με τον Ντομινίκ Στρος Καν, ενώ ορισμένοι από το περιβάλλον του συνέχιζαν να επιτίθενται στο Δ.Ν.Τ αν και την ίδια ώρα συνομιλούσαν με τους εκπροσώπους του.

• Δήλωνε ότι το Μνημόνιο ήταν μια αναγκαστική επιλογή και «έξω από τη σοσιαλιστική φυσιογνωμία μας» κι ας το είχε υπογράψει, κι ας έλεγε λίγες μέρες αργότερα στη συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος του, ότι, οι περισσότερες πολιτικές που υπάρχουν στο Μνημόνιο, περιλαμβάνονται και στο προεκλογικό πρόγραμμα μας!

• Επέλεξε ένα χαλαρό στιλ διοίκησης στο όνομα της διαβούλευσης και του πλουραλισμού. Η κυβέρνησή του παρουσίαζε εικόνα «παιδικής χαράς» κι αυτός εκφωνούσε λόγους για την πράσινη ανάπτυξη. «Αφήνω όλα τα λουλούδια ν’ ανθήσουν» απαντούσε σε κείνους που τον πίεζαν να παρέμβει και να βάλει τάξη στο σκορποχώρι που καταχρηστικά αποκαλούνταν υπουργικό συμβούλιο.

• Αντί να συγκροτήσει μια ομάδα μάχης με στελέχη κύρους εντός και εκτός της χώρας, προτίμησε να εμπιστευθεί κρίσιμα πόστα σε ανθρώπους περιορισμένων δυνατοτήτων. Σκιτζήδες έκαναν το «αγροτικό» τους, παίζοντας με τις τύχες του ελληνικού λαού. Το κριτήριο για το διορισμό τους ήταν το «πλούσιο βιογραφικό». Ήταν αδιάφορο αν είχαν δοκιμαστεί ξανά σε τέτοιες συνθήκες, ήταν αδιάφορο αν είχαν έστω και ένα ένσημο απασχόλησης. Το καλό βιογραφικό και η υπακοή στον αρχηγό μετρούσαν περισσότερο από την εμπειρία, την τεχνοκρατική επάρκεια, τη διαπραγματευτική ικανότητα.

• Προχώρησε στο οριζόντιο κούρεμα μισθών, συντάξεων και επιδομάτων (στο μοναδικό πεδίο όπου είχε σημαντικές επιδόσεις η κυβέρνησή του), γιατί απέτυχε πλήρως να ελέγξει τη φοροδιαφυγή, τη φοροκλοπή και την εισφοροδιαφυγή. Την περίοδο 2010-2011 είχαμε τη βιαιότερη αναδιανομή εισοδήματος εις βάρος των λαϊκών τάξεων κι αυτός αναζητούσε τον τέταρτο δρόμο προς το σοσιαλισμό!

Σφύριζε αμέριμνος όταν ο ένας υπουργός του αγωνιζόταν να προωθήσει τα μέτρα που είχαν ψηφιστεί και ο άλλος υπονόμευε αυτή την πολιτική επικαλούμενος την προστασία των λαϊκών τάξεων.
Μετά το «λεφτά υπάρχουν» ήρθε ο Αντώνης Σαμαράς και ανέλαβε σε μια στιγμή που το καράβι είχε μπατάρει επικίνδυνα… Κατά γενική ομολογία, πήγε καλά, παρ’ όλο που τα μέτρα που αναγκάστηκε να πάρει ήταν από σκληρά μέχρι πολύ σκληρά…

Την ώρα, όμως, που η Ισπανία, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία έβγαιναν από το δικό τους πρόγραμμα βοήθειας η Ελλάδα μπουρδουκλώθηκε στο χαλί και δεν μπόρεσε να τα βρει με την Τρόικα για τα νέα μέτρα λιτότητας που αποτελούσαν προϋπόθεση για την αποταμίευση της τελευταίας δόσης της ευρωπαϊκής βοήθειας ύψους 1,8 δις ευρώ.

Η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες στα τέλη Ιανουαρίου -18 μήνες πριν τη λήξη της θητείας της κυβέρνησης- ήταν, πλέον, γεγονός. Η κυβέρνηση δεν είχε τις απαραίτητες ψήφους για να εκλέξει έναν νέο πρόεδρο δημοκρατίας, και είχε βρεθεί με την πλάτη στον τοίχο.

Έτσι, στην εξουσία ήρθε η ριζοσπαστική αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, ένα απειλητικό σκιάχτρο τόσο για το ευρωπαϊκό κατεστημένο, υπό την Γερμανία όσο και για τις αγορές. Οι Ευρωπαίοι ποτέ δεν θα μπορούσαν να δεχθούν, έτσι εύκολα, μία αριστερή Ελληνική κυβέρνηση και να δώσουν βήμα αμφισβήτησης σε άλλα ευρωσκεπτικιστικά κόμματα, ιδιαίτερα του Νότου (Podemos), αλλά και της ίδιας της Γερμανίας (Die Linke)…

Αποτέλεσμα; Το επιτόκιο δανεισμού του ελληνικού χρέους εκτινάχτηκε και το χρηματιστήριο Αθηνών κατέρρευσε. Μπροστά σε αυτή την επιστροφή της αβεβαιότητας τα κεφάλαια άρχισαν να εγκαταλείπουν την Ελλάδα και αυτό απείλησε την τραπεζική σταθερότητα. Η ρευστότητα μειώθηκε, και οι, πιθανά, αναπότρεπτες ζημιές της ελληνικής οικονομίας άρχισαν να γίνονται ορατές.

Αλλά ο Αντώνης Σαμαράς έκανε πολλά λάθη μετά το καλοκαίρι. Φώναξε πολύ γρήγορα το «νενικήκαμε» και διαβεβαίωσε ότι η μισητή Τρόικα θα έφευγε από τη χώρα και η Ελλάδα θα ήταν και πάλι κυρίαρχη της μοίρας της. Αποτέλεσμα; Πίστεψε ότι θα μπορούσε να σταματήσει τις μεταρρυθμίσεις και να ξεκινήσει να ξανακάνει εθνική πολιτική όπως πριν από την εποχή της τρόικας.

Τον Ιούνιο, λίγο μετά τις ευρωεκλογές που κέρδισε ο ΣΥΡΙΖΑ ο Σαμαράς έδιωξε πέντε υπουργούς μεταρρυθμιστές (μεταξύ των οποίων και τον Αδωνι Γεωργιάδη τον οποίο εκτιμούσαν ιδιαίτερα οι δανειστές για τον επαγγελματισμό του) και τους αντικατέστησε με ανίκανους λαϊκιστές που ο βασικός τους ρόλος είναι να βγαίνουν στην τηλεόραση και να καθυβρίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ.

Ο Σαμαράς ωστόσο δεν σταματάει εδώ και διώχνει και τον γενικό γραμματέα Εσόδων Χάρη Θεοχάρη, από ένα πόστο που θεωρητικά ήταν ανεξάρτητο και δημιουργήθηκε από την Τρόικα για να κόψει τον ομφάλιο λώρο ανάμεσα στα έσοδα και τους πολιτικούς. Ο Θεοχάρης, με σπουδές στην Αγγλία δεν παρέλειψε να κάνει γνωστό στους δανειστές, ότι, υπήρξε θύμα του Σαμαρά που δεν έβλεπε με καλό μάτι ότι έβαζε χέρι στο κατεστημένο… Η εικόνα του μεταρρυθμιστή Σαμαρά βγήκε πολύ τραυματισμένη μετά από αυτό τον ανασχηματισμό τόσο απέναντι στην Ευρώπη όσο και απέναντι στις αγορές.

Επιπλέον ο Σαμαράς αρνήθηκε να πάρει μέτρα λιτότητας που απαιτούσε η Τρόικα η οποία είχε δίκιο στην προκειμένη περίπτωση. Θα ήταν καλύτερο να μεταρρυθμίσουν το δημόσιο αντί να απαιτήσουν μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού εντός πέντε μηνών και απελευθέρωση των απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα όπου οι περισσότεροι ήταν ήδη απολυμένοι. Οι Βρυξέλλες αναγνώρισαν ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος ήταν δυσβάσταχτο και αναγνώρισαν ότι υποχρεώνουν την Ελλάδα να επενδύει το 5% του ΑΕΠ της στο χρέος,. Το περισσότερο που θα έπρεπε να πληρώνουμε θα ήταν 2%, ένα ποσοστό που και οι αγορές έβρισκαν λογικό.

Αλλά το να ελαφρυνθεί το χρέος είναι πιο εύκολο να το λες παρά να το καταφέρνεις, με δεδομένη την σκωπτική άρνηση του Βερολίνου. Ο επίτροπος, επί των οικονομικών, ο Πιέρ Μοσκοβισί, έκανε την εκτίμηση πως θα ήταν απόλυτα αναγκαίο να βρεθεί ένας μηχανισμός μεσω του οποίου, η Ελλάδα, να βγει οριστικά από το αδιέξοδο, αλλά, συγχρόνως, να συνεχίζει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, ώστε να ορθοποδήσει μία για πάντα.

Ο Μοσκοβισί αρνήθηκε να παίξει το παιχνίδι της απομόνωσης το οποίο σκόπευαν κάποιοι να παίξουν, ως εκβιασμό για την Ελλάδα, με πρωτεργάτη το μπλόκ του Βορρά. Η θέση του ήταν, πως είναι εδώ για να βρει λύσεις, και όχι για να τιμωρήσει! Η άποψη της Κομισιόν ήταν, να δεσμευτεί η ίδια η Ελλάδα σε ένα πακέτο μεταρρυθμίσεων το οποίο θα επικεντρώνεται σε μεταρρυθμίσεις στο κράτος, είπαν οι συνεργάτες του Πιέρ Μοσκοβισί. Σε αντάλλαγμα, η ευρωζώνη θα προχωρούσε σε ελάφρυνση του χρέους, σταδιακά, όσο οι μεταρρυθμίσεις υλοποιούνταν. Ένα είδος «άλλου κουρέματος» με αμοιβαίες κινήσεις.

Η πρώτη φάση αυτού του προγράμματος μπήκε σε εφαρμογή στις 5 Μαίου όταν το Eurogroup δέχτηκε μια «αναπτυξιακή ατζέντα» που παρουσίασε η ελληνική κυβέρνηση. Της ζητήθηκε ένα συγκεκριμένο πλάνο και χρονοδιάγραμμα δράσης για τον Σεπτέμβριο. Αλλά, και αυτό ήταντο μεγαλύτερο λάθος του Σαμαρά, δεν παρουσίασε κανένα πρόγραμμα, ούτε τον Σεπτέμβριο, ούτε τον Οκτώβριο ούτε τον Νοέμβριο δίνοντας την αίσθηση ότι πραγματικά, οι Έλληνες είναι ανίκανοι να κρατήσουν το λόγο τους και μόλις θα έφευγε η Τρόικα θα ξαναρχίζαν τα ίδια, όπως παλιά.

Αυτή την εντύπωση είχαν οι δανειστές. Αυτή την ανάλυση έκαναν για την Ελλάδα και οι αγορές και αποφάσισαν, τότε, να φύγουν από την Ελλάδα. Οι συνθήκες «καταγωγίου» που επικρατούσαν, τότε, τις δημιούργησε ο ίδιος ο Σαμαράς, ίσως συνειδητά, για να αφήσει την απασφαλισμένη χειροβομβίδα στον ΣΥΡΙΖΑ, γνωρίζοντας, πλέον, πως, είχε σίγουρα εκλογές τον Ιανουάριο του 2015, ισχυρίστηκαν κάποιοι άσπονδοι φίλοι του.

Από τότε οι τόνοι ανεβαίνουν μεταξύ Τσίπρα και Σαμαρά με τον πρώτο να κατηγορεί τον δεύτερο ότι σκηνοθετεί την φυγή κεφαλαίων για να τρομοκρατήσει τους ψηφοφόρους. Ο Τσίπρας συνάντησε, μάλιστα, και τον πρώην κεντρικό τραπεζίτη Γιώργο Προβόπουλο, τον οποίο είχε σύρει στη λάσπη όσο ήταν τραπεζίτης- για να του ζητήσει συμβουλές πώς να αποφύγει την φυγή των κεφαλαίων και την τραπεζική κατάρρευση.

Εμείς θα συνεχίσουμε τις μεταρρυθμίσεις, αλλά μεταρρυθμίσεις που δεν θα καταστρέφουν την ελληνική κοινωνία. Δεν πρόκειται να βγούμε μονομερώς από το πρόγραμμα. Θα συμφωνήσουμε στους στόχους. Αλλά πρέπει να τελειώνουμε, μία και καλή, με τον συνεχή εκβιασμό των συμμάχων μας και εταίρων μας, δηλώνουν οι του ΣΥΡΙΖΑ.

Η ερώτηση που τίθεται, όμως, τώρα, είναι: «Και τώρα, τι γίνεται;» Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κυβέρνηση, αλλά αντιμετωπίζει μπροστά του Βαριά Τεθωρακισμένα, Θωρηκτά και Ιπτάμενα Φρούρια, η αντιμετώπιση των οποίων τον οδηγεί σε λάθη και σε κάποιες λανθασμένες επιλογές ανθρώπων που οδηγούν την Ελλάδα στη μάχη. Ποια είναι τα λάθη ή, μάλλον, όλα εκείνα, που σε κάθε περίπτωση δεν θα έπρεπε να γίνουν;

1. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή στη γλώσσα που χρησιμοποιείς, και κυρίως στο περιγραφικό σου λεξιλόγιο: Ο Γιάνης Βαρουφάκης μπορεί να είναι διασκεδαστικός αλλά το άκρως θεατρικό και αμφιλεγόμενο λεξιλόγιο που χρησιμοποιεί, όπως «δημοσιονομικός εικονικός πνιγμός», «χρεοκοπημένη χώρα» κ.λπ. σημαίνει απλά ότι η ελληνική κυβέρνηση ανάλωσε μεγάλο μέρος πολιτικού κεφαλαίου στη διαπραγμάτευση με τους ευρωπαίους εταίρους της εισπράττοντας μηδενικό διπλωματικό όφελος.

2. Μην διαπραγματεύεσαι μέσω των ΜΜΕ: Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μια τάση να γράφει πρώτα τον τίτλο και μετά το περιεχόμενο. Δεν υπάρχει κανένα παράδειγμα που να μας έχει δείξει ότι αυτό όντως μπορεί να λειτουργήσει εάν θέλεις να κερδίσεις παραχωρήσεις από την Ευρώπη. Πρώτα χαράσσεις μια λογική πολιτική, που συνδυάζει τη δημοκρατική λαϊκή εντολή που έχεις και τις δυνατότητες διαπραγμάτευσής της στην Ευρώπη και μετά πας στα ΜΜΕ. (ομολογουμένως, πολύ δύσκολος σαν στόχος…)

3. Προσοχή στις υποσχέσεις που δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθούν: Τουλάχιστον σε εκείνες που είναι πρόωρες. Ο ΣΥΡΙΖΑ αναγκάστηκε να υπαναχωρήσει σε μια σειρά από συγκεκριμένες προεκλογικές του δεσμεύσεις και υποσχέσεις. Είναι καλύτερο να «κάνεις κράτει» προεκλογικά, βασιζόμενος σε ευρύτερες αρχές και δίνοντας ταυτόχρονα στους ψηφοφόρους μια καθαρή επιλογή.

4. Να γνωρίζεις τα κίνητρα των συνομιλητών σου και να μην πορεύεσαι στα τυφλά, χωρίς πληροφόρηση: Το “στοίχημα” που έβαλε ο ΣΥΡΙΖΑ ότι η κόπωση της Ευρώπης, από τη λιτότητα θα μεταφραζόταν σε ιδεολογική υποστήριξη από άλλες χώρες, είχε αποτιμήσει, απολύτως λανθασμένα, την πολιτική στην υπόλοιπη Νότια Ευρώπη, οι φορολογούμενοι της οποίας σηκώνουν μέρος του βάρους του ελληνικού χρέους. Το λάθος αυτό μεγεθύνθηκε με την λάθος ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ: Οι κάποτε πιθανοί σύμμαχοι, η Ισπανία και η Πορτογαλία, έφτασαν σε σημείο, να κάνουν διαβήματα διαμαρτυρίας στην Κομισιόν, όταν ο έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας τους κατηγόρησε ότι μετέχουν, ενεργά, σε γερμανοκαθοδηγούμενο άξονα.

5. Προετοιμάζεται, πρώτα, το έδαφος: Για να λειτουργήσει αυτό, το κλειδί είναι να πείσεις τους άλλους ότι ζητάς κάτι νορμάλ… κάτι «φυσιολογικό» και ότι δεν θέτεις ένα εκκεντρικό αίτημα. Επίσης, ανεξαρτήτως του πόσο ιδιοτελές μπορεί να είναι, κάνε το να ακούγεται φιλοευρωπαϊκό, ένα προσόν που έχουν εξασκήσει και εκτιμούν ιδιαίτερα η Γαλλία και η Ισπανία. Αυτό προϋποθέτει πολύ προετοιμασία σε όλα τα επίπεδα, από το κυβέρνητικό επιτελείο έως τα ΜΜΕ. Ο ΣΥΡΙΖΑ, εν μέρει, επειδή η πίεση του χρόνου δεν του επέτρεπε να ελέγξει, απόλυτα, την κατάσταση, δεν έκανε τίποτα απ’ αυτά και, έτσι, πληρώνει, τώρα, πολύ υψηλό τίμημα.

6. Η διαπραγμάτευση, κάτω από τέτοιες ακραίες συνθήκες, είναι ένας σκληρός μαραθώνιος χωρίς οίκτο. Όποιος εγκαταλείπει, χάνει… Σίγουρα,δεν είναι σπριντάρισμα: Η δομικές μεταλλαγές απαιτούν κάποιο χρόνο… Τίποτα δεν συμβαίνει γρήγορα. Όπως θα έχει καταλάβει και ο Τσίπρας τώρα πια, δεν μπορείς να κάνεις 22 ηγέτες να πετάξουν τις γραβάτες τους μέσα σε μια νύχτα (οι άλλες έξι από τους 28 είναι γυναίκες!!!) Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε την παιδική αφέλεια να πιστεύει ότι Θα μπορούσε, εύκολα, να αλλάξει σχεδόν τα πάντα σε ελάχιστο χρόνο, κάτι που για τους ευρωπαίους εταίρους βμας, φαντάζει και γραφικό και ουτοπικό.

7. Δεν βάζεις, ποτέ, το δίλημμα “εμείς ή το Βερολίνο” Εάν πιεστούν οι άλλοι εταίροι να επιλέξουν ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γερμανία τότε, οι ευρωπαϊκές διαπραγματεύσεις θα γίνουν ένα υπερβολικά απλοικό παιχνίδι: Στο τέλος θα κερδίσει η Γερμανία. Συμφώνησε πρώτα στο πλαίσιο της συμφωνίας με το Βερολίνο και μετά πήγαινε στην Ευρώπη.

Αυτό που, πλέον, μπορεί να θεωρηθεί ως σίγουρο και ως η μόνη λύση για τη χώρα, είναι μία Μεγάλου Εύρους Κυβέρνηση, η οποία θα αναλάβει ευθύνες, έχοντας δίπλα της μία τεράστια πλειοψηφία του λαού, και η οποία, πέρα από ιδεολογικές αγκυλώσεις και στρεβλώσεις θα βοηθήσει και θα οργανώσει την επάνοδο της χώρας σε σταθερό έδαφος με σταθερά βήματα… Ποτέ μην αμφιβάλετε πως ένας κίνδυνος, τέτοιου μεγέθους, που βρίσκεται μπροστά μας, δεν θα ενώσει όλες τις υγιείς δυνάμεις της χώρας σε μία γιγαντιαία συμμαχία επιβίωσης. Αυτό είναι πλέον νομοτελειακά δεδομένο.

Αναμείνατε…